Την προοπτική της ελληνικής οικονομίας να επιστρέψει σταδιακά στην ανάπτυξη από το 2014, αλλά και την πρόοδο της Ελλάδας στην εφαρμογή του δεύτερου προγράμματος οικονομικής προσαρμογής, επισημαίνει η Ευρωπαϊκή Επιτροπή, σε έκθεση που έδωσε σήμερα στη δημοσιότητα, σχετικά με τα αποτελέσματα της δεύτερης αξιολόγησης του ελληνικού Μνημονίου, η οποία πραγματοποιήθηκε από την Τρόικα το διάστημα μεταξύ 27 Φεβρουαρίου και 11 Απριλίου.
Στην έκθεση των 247 σελίδων, η Επιτροπή τονίζει ότι τα δημόσια οικονομικά της χώρας βελτιώνονται σταθερά, η ανακεφαλαιοποίηση του τραπεζικού τομέα έχει προχωρήσει σε σημαντικό βαθμό και συνεχίζεται η υλοποίηση σημαντικών διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων. Σημειώνει, ωστόσο, ότι χρειάζονται περισσότερες προσπάθειες στον τομέα της δημόσιας διοίκησης και της φορολογίας.
Ειδικότερα, όσον αφορά τις προοπτικές για ανάπτυξη, η Κομισιόν επισημαίνει ότι αναμένει μέτρια ανάκαμψη από τις αρχές του 2014, η οποία θα βασιστεί στη βελτίωση των επενδύσεων και των εξαγωγών. Συγκεκριμένα προβλέπει ανάπτυξη της τάξεως του 0,6% το 2014, η οποία αναμένεται να επιταχυνθεί από το 2015 και μετά.
Εξάλλου, η Επιτροπή επισημαίνει ότι το 2012 η Ελλάδα πέτυχε και με το παραπάνω το στόχο του δημοσιονομικού ελλείμματος. Όπως τονίζει, το πρωτογενές έλλειμμα -1,3% του ΑΕΠ ήταν ελαφρώς καλύτερο από το στόχο του προγράμματος (-1,5% του ΑΕΠ), ενώ το δημοσιονομικό έλλειμμα μειώθηκε από 9,4% του ΑΕΠ το 2011 σε 6,3% του ΑΕΠ το 2012 (χωρίς να συνυπολογιστεί το κόστος για την ανακεφαλαιοποίηση των τραπεζών).
Σημειώνεται, δε, ότι η δημοσιονομική προσπάθεια της χώρας είναι ακόμη μεγαλύτερη, αν ληφθεί υπόψη η βαθιά οικονομική ύφεση. Συνεχίζοντας, η Επιτροπή τονίζει ότι έχουν συμφωνηθεί μέτρα για να αποφευχθούν τα «κενά» στον προϋπολογισμό του 2013 και 2014 και για να ικανοποιηθούν οι στόχοι του προγράμματος για πρωτογενές έλλειμμα τη διετία αυτή.
Τονίζεται,ότι το μεγαλύτερο μέρος των μέτρων δημοσιονομικής προσπάθειας, το 2013 και 2014, έχει ήδη εφαρμοστεί. Ωστόσο, σημειώνεται ότι οι δημοσιονομικές προοπτικές μετά το 2014 παραμένουν αβέβαιες, καθώς εξαρτώνται σε μεγάλο βαθμό από τα φορολογικά έσοδα.
Σύμφωνα με την έκθεση, το δημοσιονομικό κενό του 2015 εκτιμάται στο 1,7% του ΑΕΠ και για το 2016 στο 2,1% του ΑΕΠ. Τα κενά αυτά θα πρέπει να ληφθούν υπόψη στο πλαίσιο των διαπραγματεύσεων για τον προϋπολογισμό του 2014, το φθινόπωρο.
Όσον αφορά τη φορολογική μεταρρύθμιση, η Επιτροπή επισημαίνει ότι η νέα νομοθεσία τον Ιανουάριο του 2013 διευρύνει τη φορολογική βάση και διανέμει ισότιμα το φορολογικό βάρος. Εκτιμάται, δε, ότι η νέα φορολογική μεταρρύθμιση αναμένεται να αποφέρει καθαρά έσοδα της τάξεως των 2 δισεκ. ευρώ το 2014.
Η Επιτροπή τονίζει, ωστόσο, ότι παρότι έχει σημειωθεί πρόοδος στην οργάνωση του φορολογικού συστήματος, απομένει ακόμα πολύ δουλειά για να βελτιωθεί η αποτελεσματικότητα της διαχείρισης των φορολογικών εσόδων.
Σε ό,τι αφορά τις ιδιωτικοποιήσεις, η Επιτροπή αναφέρει ότι δεν προχωρούν με ικανοποιητικό βαθμό. Ωστόσο, αναγνωρίζει ότι σημειώθηκε πρόοδος στην προετοιμασία των περιουσιακών στοιχείων προς ιδιωτικοποίηση.
Όσον αφορά τη δημόσια διοίκηση, η Επιτροπή τονίζει ότι χρειάζονται επειγόντως περισσότερες μεταρρυθμίσεις για να καταστεί αποδοτικότερος και αποτελεσματικότερος ο δημόσιος τομέας. Σημειώνεται, πάντως, ότι το 2010 υπήρξε πρόοδος όσον αφορά τη συρρίκνωση του δημοσίου.
Η έκθεση αναφέρει ότι βάσει του κανόνα 1/5 (μία πρόσληψη για πέντε αποχωρήσεις), σε συνδυασμό με την αύξηση των πρόωρων συνταξιοδοτήσεων, αναμένεται να επιφέρουν την επιδιωκόμενη μείωση της απασχόλησης στο δημόσιο, κατά τουλάχιστον 150.000, την περίοδο 2011-2015.
Ωστόσο, επισημαίνεται ότι ο κανόνας αυτός δεν ικανοποιεί την ανάγκη πρόσληψης νέων εργαζομένων και εργαζομένων με υψηλά προσόντα σε βασικούς τομείς όπως π.χ. στις εφορίες. Επιπλέον, επισημαίνεται ότι οι ελληνικές αρχές έχουν δεσμευθεί να επιταχύνουν τις σημαντικές καθυστερήσεις στη μεταρρύθμιση της δημόσιας διοίκησης, καθώς πρόκειται να προχωρήσουν σε φιλόδοξες μεταρρυθμίσεις εντός του 2013.
Σημειώνεται, ότι οι ελληνικές αρχές δεσμεύτηκαν να μεταφέρουν 12.500 υπαλλήλους με το πρόγραμμα κινητικότητας τον Ιούνιο και 25.000 το Δεκέμβριο του 2013.
Σε ό,τι αφορά τις «εκτεταμένες» μεταρρυθμίσεις στην αγορά εργασίας το 2012, η έκθεση της Επιτροπής αναφέρει ότι αποφέρουν αποτελέσματα τόσο στην ευελιξία των μισθών, όσο και στη βελτίωση της ανταγωνιστικότητας…
Δηλαδή μας συγχαίρουν που καταντήσαμε μία υποσαχάρεια αφρικανική χώρα και έτσι τώρα μπορεί να έρθει να «επενδύσει» όποιος θέλει με εργάτες πάμφθηνους, χωρίς ουσιαστικά ασφαλιστικά δικαιώματα, τους οποίους θα μπορεί να αντικαταστήσει ο «επενδυτής» όποια στιγμή θελήσει και όπως θελήσει και συν τις άλλοις θα γλιτώνει τα κόστη από τα καύσιμα των πλοίων για την μεταφορά των αγαθών του από το Μπαγκλαντές ή το Σουρινάμ, αφού αυτά τα εργατικά χέρια θα αντικαταστήσουμε στο … «Success Story» της Ψωροκώσταινας!
Σημειώνεται λοιπόν από τους «αλληλέγγυους» των Βρυξελλών, ότι η Ελλάδα ανακτά γρήγορα την ανταγωνιστικότητά της αλλά, η προσαρμογή των τιμών είναι ανεπαρκής.
Αναφορικά με τις μεταρρυθμίσεις στην αγορά προϊόντων και υπηρεσιών, η Επιτροπή τονίζει ότι παραμένουν κρίσιμες για να ενισχυθούν οι επενδύσεις, η καινοτομία και ο ανταγωνισμός, αλλά και για να συμπληρώσουν τις μεταρρυθμίσεις στην αγορά εργασίας.
Εξάλλου, βασική προτεραιότητα, κατά την Επιτροπή, είναι η ομαλή ολοκλήρωση της διαδικασίας ανακεφαλαιοποίησης των τραπεζών. Οι τέσσερις συστημικές ελληνικές τράπεζες θα ανακεφαλαιοποιηθούν ξεχωριστά, σημειώνεται στην έκθεση.
Σε ό,τι αφορά τη δυναμική του δημόσιου χρέους, στην έκθεση τονίζεται ότι έχει αλλάξει σημαντικά από το Δεκέμβριο του 2012. Υπό την προϋπόθεση της πιστής εφαρμογής του Μνημονίου, το χρέος της Ελλάδας προβλέπεται να μπει σε πτωτική πορεία από το 2014 και μετά, ενώ αναμένεται να διαμορφωθεί κάτω από το 120% του ΑΕΠ το 2021.
Τέλος, η Επιτροπή τονίζει ότι οι κίνδυνοι υλοποίησης του προγράμματος παραμένουν μεγάλοι. Οι κίνδυνοι αυτοί έχουν να κάνουν με τα κατεστημένα συμφέροντα, καθώς εκφράζει ανησυχίες για αντιστάσεις σε βασικές μεταρρυθμίσεις στη διαχείριση των εσόδων και της δημόσιας διοίκησης.
Επίσης, εκφράζονται ανησυχίες για το γεγονός ότι η ανάκαμψη της ελληνικής οικονομίας αντιμετωπίζει ακόμα τις αντιξοότητες της έντονης δημοσιονομικής εξυγίανσης το 2013 και της αναιμικής οικονομικής ανάπτυξης στη ζώνη του ευρώ.
Η Επιτροπή εκτιμά, εξάλλου, ότι για την επιστροφή στην ανάπτυξη το 2014, είναι απαραίτητες οι μεταρρυθμίσεις της αγοράς προϊόντων και υπηρεσιών.
Επισημαίνεται, ωστόσο, ότι υπάρχουν και ορισμένες «θετικές αβεβαιότητες», όπως π.χ. η θετική επίδραση από την ένεση ρευστότητας που αναμένεται από την εκκαθάριση των καθυστερούμενων οφειλών της κυβέρνησης, μια πιο δυναμική τουριστική περίοδος και η αύξηση των επενδύσεων με την επανεκκίνηση των μεγάλων έργων όπως οι αυτοκινητόδρομοι.