Του Χριστόφορου Πιτταρά*
Η περίοδος που διανύουμε για τους εργαζόμενους χαρακτηρίζεται από έντονη ανασφάλεια. Οι αντιθέσεις του καπιταλιστικού τρόπου παραγωγής ωθούν στην ανακατανομή της «πίτας» της αγοράς, βαθαίνουν ακόμα περισσότερο την ιμπεριαλιστική επιθετικότητα και όξυναν τις ενδοιμπεριαλιστικές αντιθέσεις (πόλεμος στην Ουκρανία και η συνεχής όξυνση των συνθηκών στην περιοχή, η επιθετικότητα του ΝΑΤΟ στην Κίνα με αιχμή του δόρατος την Ταιβάν κλπ).
Ο πληθωρισμός, η ενεργειακή κρίση, και κατ’ επέκταση η κρίση διαβίωσης που βιώνουν σήμερα οι εργαζόμενοι στην ΕΕ θέτει σε κίνδυνο ακόμα και το ίδιο το σύστημα. Είναι αποδεκτό το απλοποιημένο σχήμα ότι η φτωχοποίηση των πολιτών μειώνει την ζήτηση και επομένως και το ποσοστό του κέρδους για το κεφάλαιο. Είναι επίσης αποδεκτό ότι χωρίς εργαζομένους, αυτούς που παράγουν υπεραξία, δεν μπορεί να υπάρξει καπιταλισμός.
Μέσα σε αυτό το πλαίσιο αναπτύχθηκε σε επίπεδο ΕΕ η συζήτηση για καθιέρωση «Επαρκούς Κατώτατου Μισθού». Αφού πλέον έγινε κοινός τόπος ότι το να έχεις δουλειά δεν σημαίνει ότι γλύτωσες και από την φτώχεια.
Στην ολομέλεια που πραγματοποιήθηκε στις 12-16 Σεπτεμβρίου (2022) εγκρίθηκε το αποτέλεσμα του τριλόγου για την σχετική οδηγία. Θα πρέπει να πούμε ότι κάποια στοιχεία της έκθεσης τα βλέπουμε θετικά. Βασικό τέτοιο στοιχείο είναι ο στόχος της σταδιακής αύξησης του ποσοστού κάλυψης των συλλογικών διαπραγματεύσεων στο 80%. Όπως επίσης η παρότρυνση στα κράτη μέλη για δημιουργία εθνικών μηχανισμών αυτόματης τιμαριθμικής αναπροσαρμογή.
Την ίδια ώρα όμως ενσωματώνει σημαντικά αρνητικά στοιχεία. Παράδειγμα είναι ότι, παρόλο που σε επίπεδο αναφορών καταδικάζει τις άτυπες και παράνομες μορφές απασχόλησης, εντούτοις στην οδηγία δεν εξασφαλίζονται ουσιαστικά μέτρα για την αποφυγή τους. Επιπρόσθετα, δεν συνδέει τον μισθό με τον εργάσιμο χρόνο νομιμοποιώντας με τον τρόπο αυτό τα σημερινά φαινόμενα ακαθόριστων ωραρίων. Συνάμα, δίνει την δυνατότητα εξαιρέσεων σε συγκεκριμένες ομάδες εργαζομένων από τον κατώτατο μισθό
Βασικό αρνητικό στοιχείο της οδηγίας είναι η σύνδεση του κατώτατου μισθού με την παραγωγικότητα και την ανταγωνιστικότητα της οικονομίας. Δεν θα ήταν υπερβολή να πούμε ότι τα στοιχεία αυτά καθιστούν το όλο εγχείρημα κενού περιεχομένου και αυτό γιατί στο καπιταλιστικό σύστημα, ιδιαίτερα στην νεοφιλελεύθερη του έκφανση, θα μπορούσαμε να πούμε σχηματικά, ότι τα πάντα θυσιάζονται για την ανταγωνιστικότητα και η παραγωγικότητα ποτέ δεν είναι αρκετή για το κεφάλαιο.
Ως ΑΚΕΛ βλέπουμε με επιφύλαξη την πιο πάνω οδηγία. Ουσιαστικά καθίσταται ένα πυροτέχνημα για τους εργαζομένους που σε τελική ανάλυση μπορεί να την εφαρμόζει η εργοδοσία όπως την εξυπηρετεί. Ως Κόμμα των εργαζομένων έχουμε χρέος να φέρνουμε στο φως τις παγίδες αυτές. Την ίδια ώρα είναι χρέος μας να δώσουμε αγώνα να ενισχυθούν τα θετικά στοιχεία, απομακρύνοντας τα αρνητικά. Για να μπορεί να γίνει αυτό εφικτό θα πρέπει την ίδια ώρα να δώσουμε την μάχη για την προοδευτική αλλαγή στην προεδρία της Κύπρου, που θα μας εξασφαλίσει τις συνθήκες για να διεκδικήσουμε μαζί με τους εργαζομένους.
- Μέλος του Γραφείου Ευρωπαϊκών Υποθέσεων ΑΚΕΛ