Ο συνήγορος υπεράσπισής του Μιχάλη Μιχαηλίδη ζήτησε σήμερα από το δικαστήριο την απαλλαγή του από την κατηγορία της νομιμοποίησης εσόδων από παράνομη δραστηριότητα επικαλούμενος μεταξύ άλλων και το γεγονός ότι “είναι παραγεγραμμένη η πράξη ως τελεσθείσα στην αλλοδαπή από αλλοδαπό”.
Ο Ηλίας Αναγνωστόπουλος αναφέρθηκε συγκεκριμένα στην κατηγορία ότι, κατά το τέλος του 2000 με αρχές του 2001, όπως ασαφώς προσδιορίζεται από το βούλευμα, ο Μιχάλης Μιχαηλίδης παρέδωσε στη Γενεύη, στον Νίκο Ζήγρα, δεξί χέρι τότε του Υπουργού Άμυνας της Ελλάδος Άκη Τσοχατζόπουλο, βαλίτσα με 400.000 δολάρια μετρητά, που φέρεται να κατέληξαν στην πρώην σύζυγο του Υπουργού, Γκούντρουν Τσοχατζοπούλου, ως μέρος αποζημίωσης για το διαζύγιό τους.
Αυτή, κατά την υπεράσπιση, είναι η μόνη πράξη για την οποία ο Νίκος Ζήγρας, βασικός μάρτυρας κατηγορίας στην υπόθεση, ενοχοποιεί τον Μ. Μιχαηλίδη. “Ακόμα και αν υποθέσουμε λοιπόν ότι ο Ζήγρας λέει αλήθεια και ότι πράγματι ο Μιχαηλίδης του παρέδωσε αυτήν τη βαλίτσα με τα 400 χιλιάρικα στη Γενεύη, τα οποία εν συνεχεία εκείνος, ο Ζήγρας παρέδωσε στη Γκούντρουν στη Ζυρίχη, ο τόπος τελέσεως της πράξης είναι στην αλλοδαπή, στην Ελβετία, και ο τελέσας αυτήν αλλοδαπός, δηλαδή Κύπριος”, είπε ο κ. Αναγνωστόπουλος.
Επικαλούμενος γνωμοδότηση του Ινστιτούτου Διεθνούς και Αλλοδαπού Δικαίου, που είναι ελληνικός κρατικός οργανισμός, είπε ότι η συγκεκριμένη πράξη, κι αν ακόμα τελέστηκε το 2000 ή το 2002, βάσει του ελβετικού δικαίου έχει ήδη παραγραφεί, και ότι κατά το Άρθρο 9 του ελληνικού κώδικα ποινικής δικονομίας “πρέπει να αναγνωριστεί η μη δικαιοδοσία ελληνικού δικαστηρίου”.
Η θέση της Πολιτικής Αγωγής επί του αιτήματος της υπεράσπισης να κηρυχθεί αθώος ο Μιχάλης Μιχαηλίδης λόγω μη αρμοδιότητας ελληνικού δικαστηρίου και λόγω παραγραφής της πράξης ξεπλύματος βάσει του ελβετικού δικαίου, είναι ότι αυτό το επιχείρημα δεν στέκει “διότι σαφώς υπάρχει, και δεν μπορεί να αγνοηθεί η συνέπεια της πράξης, που δίχως αμφιβολία είναι επιζήμια για το ελληνικό δημόσιο”. Άρα “καλώς δικάζεται εδώ, και καλώς δεν υπάρχει καμία παραγραφή”.
Ακόμα, ο Ηλίας Αναγνωστόπουλος ισχυρίστηκε στην αγόρευσή του ότι η παράδοση μιας βαλίτσας με χρήματα στο χέρι ενός ανθρώπου, εν προκειμένω του Ζήγρα, δεν μπορεί να θεωρηθεί ξέπλυμα χρήματος.
“Ξέπλυμα είναι να βάζω παράνομα αποκτηθέντα χρήματα σε τραπεζικό λογαριασμό. Μόνο έτσι αναγνωρίζεται ότι μπορείς να καθαρίσεις βρώμικα χρήματα”, ανέφερε ο συνήγορος υπεράσπισης του κατηγορούμενου Μιχάλη Μιχαηλίδη.
Ο κ. Αναγνωστόπουλος υπενθύμισε την “αλυσίδα διαδρομής” των προαναφερθέντων χρημάτων σύμφωνα με το κατηγορητήριο. Αυτή η αλυσίδα φέρεται “να ξεκινάει από τον Σύρο επιχειρηματία Φουάντ Αλ Ζαγιάντ, που δίνει τα χρήματα στον Ντίνο Μιχαηλίδη, που τα δίνει στον γιο του Μιχάλη, που τα δίνει στον Ζήγρα, που τα δίνει στην Γκούντρουν”.
Και αναρωτήθηκε στη συνέχεια “γιατί, προκειμένου να λάβει η πρώην σύζυγος του Τσοχατζόπουλου αυτά τα 400.000 δολάρια έπρεπε να μεσολαβήσουν τόσα άτομα, τη στιγμή που ο Ζήγρας, δεξί χέρι του Τσοχατζόπουλου, διέθετε ένα ευρύτατο δίκτυο εταιρειών και λογαριασμών μέσω των οποίων, με μετρητά ή με επιταγή, θα μπορούσε να λάβει η κυρία Γκούντρουν την αποζημίωσή της για το διαζύγιο;”
Με αφορμή το ερώτημα αυτό, ο κ. Αναγνωστόπουλος στάθηκε ιδιαίτερα, επίσης, στο ποιόν και στη μεθοδολογία του μάρτυρα κατηγορίας, Νίκου Ζήγρα, η κατάθεση του οποίου και για τους δύο εκ των Κυπρίων κατηγορουμένων, Ντίνου και Μιχάλη Μιχαηλίδη, χαρακτηρίστηκε “ειλικρινής και φιλαλήθης” από την Εισαγγελέα και την Πολιτική Αγωγή.
Αφού επανέλαβε αυτό που είπε στην αγόρευσή του και ο επίσης συνήγορος υπεράσπισης του Μιχάλη Μιχαηλίδη, Χρήστος Στάθης, ότι μοναδικό κίνητρό του “για να στραφεί εναντίον των Μιχαηλίδηδων” ήταν για να μετριαστεί και πιθανώς να διαγραφεί ολωσδιόλου η ποινή των 6 ετών φυλάκισης που του επιβλήθηκε στη δίκη Τσοχατζόπουλου, κριθείς ένοχος για ξέπλυμα μαύρου χρήματος, τον περιέγραψε ως έναν άνθρωπο ο οποίος “μεθοδικά και επί τούτου ακολουθεί την τακτική του να καταθέτει με σαφήνεια μόνο εκείνα που θεωρεί αρκετά, και να προσθέτει μετά διάφορα άλλα που δεν μπορούν να αποδειχτούν αλλά δημιουργούν εντυπώσεις”.
Όσον αφορά τις επιταγές, ύψους 5.700.000 ελβετικών φράγκων, που εκδόθηκαν με εντολή του Αλ Ζαγιάντ στο όνομα της εταιρείας Beeston, η πλευρά του Μιχάλη Μιχαηλίδη επανέλαβε και σήμερα πως δεν αμφισβητεί ότι οι επιταγές αυτές κατατέθηκαν στο λογαριασμό του κατηγορουμένου στη Bank Hoffman της Ζυρίχης, στην οποία πληρεξούσιος ήταν ο πατέρας του Ντίνος.
Επίσης, όπως κατέθεσε ο Μιχάλης Μιχαηλίδης και στο απολογητικό του υπόμνημα αλλά και στην ακροαματική του εξέταση, τα χρήματα αυτά ήταν οφειλόμενα σε αυτόν από τον Φουάντ Αλ Ζαγιάντ για συναλλαγές που πραγματοποίησε μαζί του για περισσότερο από μία δεκαετία.
Στην ακροαματική διαδικασία, αλλά και στο ανακριτικό υπόμνημα διατυπώθηκε ακόμα ο ισχυρισμός ότι η εταιρεία Beeston συμφερόντων Μιχάλη Μιχαηλίδη, κάτι που η υπεράσπιση ( Αναγνωστόπουλος και Στάθης) αντέκρουσε και σήμερα στην τελική αγόρευσή της.
Επικαλέστηκε πάλι ότι οι ελβετικές Αρχές «δεν πιστοποιούν ότι ανήκει στον Μιχάλη Μιχαηλίδη», και αντίθετα υπενθυμίζει εσωτερικό έγγραφο υπαλλήλου της τράπεζας όπου έχει λογαριασμό ο Αλ Ζαγιάντ, που κατατέθηκε στο δικαστήριο και που αναφέρει ότι η εταιρεία Beeston είναι συμφερόντων του Σύρου επιχειρηματία, και ότι δεν ήταν η πρώτη φορά που αυτός έδινε τραπεζική εντολή έκδοσης επιταγών στο όνομά της.
Από την άλλη, στη γραπτή δήλωση του Φουάντ Αλ Ζαγιάντ που προσκόμισε στο δικαστήριο ο συνήγορός του Θέμης Σοφός, δηλώνει απερίφραστα ότι «εγώ την Beeston δεν την ξέρω», και ότι ο Ντίνος Μιχαηλίδης του την υπέδειξε ώστε να πραγματοποιήσει, μέσω αυτής, την πληρωμή των χρημάτων που όφειλε σε αυτόν και τον γιο του.
Ασύδοτο ψέμα χαρακτήρισε, κατά την αγόρευσή του ο συνήγορος υπεράσπισης του Μιχάλη Μιχαηλίδη, τον ισχυρισμό της πλευράς Αλ Ζαγιάντ ότι έχουν γίνει καταβολές στον τραπεζικό του λογαριασμό χρημάτων από τον Βλάσση Καμπούρογλου, έμπορο όπλων, το όνομα του οποίου έχει αναμιχθεί πολλές φορές τόσο στη δίκη Τσοχατζόπουλου όσο και σε αυτήν των Ντίνου και Μιχάλη Μιχαηλίδη, και ο οποίος βρέθηκε νεκρός υπό αδιευκρίνιστες συνθήκες στα τέλη του 2012 στην Τζακάρτα της Ινδονησίας.
Ο Ηλίας Αναγνωστόπουλος παρέπεμψε το δικαστήριο σε διαβιβαστικό έγγραφο των ελβετικών Αρχών στο οποίο, όπως είπε, δεν προκύπτει από πουθενά αυτός ο ισχυρισμός και που υιοθετήθηκε και από την εισαγγελέα και την Πολιτική Αγωγή.
Τέλος, αναφερόμενος, στη σχέση Φουάντ Αλ Ζαγιάντ και Μιχαηλίδηδων ο κ. Αναγνωστόπουλος είπε πως εάν οι τελευταίοι πράγματι συμμετείχαν σε αυτό που ο άλλος συνήγορος υπεράσπισης Γιάννης Μανζουράνης χαρακτήρισε χθες ως «βρωμοδουλειές», τότε «δεν θα ήταν σήμερα εδώ στο δικαστήριο, εκτεθειμένοι στη δοκιμασία μιας δίκης και μιας άδικης προφυλάκισης, αλλά θα ήταν μαζί του στη Δαμασκό, φυγόδικοι, ή οπουδήποτε αλλού».
Οι συνήγοροι υπεράσπισης του Μιχάλη Μιχαηλίδη, Αναγνωστόπουλος και Στάθης, ζήτησαν από το δικαστήριο να απαλλάξει τον πελάτη τους από τις κατηγορίες που πιστεύουν ότι «έχουν πλέον καταπέσει».
Το δικαστήριο θα συνέλθει πάλι την επόμενη Τετάρτη 28 Ιανουαρίου, με τις αγορεύσεις των συνηγόρων υπεράσπισης των Αναστάσιου και Μαρίας Σοφού, και Φουάντ Αλ Ζαγιάντ. Οι δύο πρώτοι κατηγορούνται για ξέπλυμα μαύρου χρήματος. Ο τρίτος, που δικάζεται ερήμην, κατηγορείται και για ενεργητική δωροδοκία.
Ακολούθως το δικαστήριο θα λάβει την απόφασή του.