Εντονο προβληματισμό προκάλεσε η ανακοίνωση της Eurostat για συρρίκνωση του ευρωπαϊκού ΑΕΠ σε ετήσια βάση, τη στιγμή που τα νέα είναι δυσοίωνα και από τον πυρήνα της Ευρωζώνης, δηλαδή τη Γαλλία και τη Γερμανία.
Οπως ανακοίνωσε η στατιστική υπηρεσία της Ευρωζώνης, το ΑΕΠ αναπτύχθηκε κατά 0,1% το τρίτο τρίμηνο του έτους, από 0,3% το αμέσως προηγούμενο, με αποτέλεσμα σε ετήσια βάση να σημειωθεί συρρίκνωση κατά 0,4%. Οι προβλέψεις έκαναν λόγο για μικρότερη συρρίκνωση, της τάξεως του 0,3%.
Η μεγαλύτερη πηγή ανησυχίας είναι η γαλλική οικονομία, που συρρικνώθηκε κατά 0,1% το τρίτο τρίμηνο, παρά τις προσπάθειες του Φρανσουά Ολάντ που ελπίζει μάταια στην ανάκαμψη των ιδιωτικών επενδύσεων.
Το δεύτερο τρίμηνο ήταν πολύ καλό για το Παρίσι, που είχε φανεί να βγαίνει από την ύφεση, με τη γαλλική κυβέρνηση να «χαιρετίζει» τα αποτελέσματα ως απόδειξη ότι οι οικονομικές μεταρρυθμίσεις της αποδίδουν καρπούς.
Αρκετοί οικονομολόγοι είχαν προειδοποιήσει από τότε ότι η ανάκαμψη ήταν εικονική και σχετιζόταν με παράγοντες όπως η μεγάλη κατανάλωση ενέργειας κατά τη διάρκεια του χειμώνα και της άνοιξης που ήταν ιδιαίτερα ψυχρή, όμως η κυβέρνηση Ολάντ «κώφευσε».
Η τελευταία ανακοίνωση της Eurostat δείχνει τη Γαλλία να ξανακυλά στην ύφεση και ταυτόχρονα την ανεργία να καλπάζει στο υψηλότερο σημείο των τελευταίων 14 ετών. Τα στοιχεία που έδωσε στη δημοσιότητα η γαλλική στατιστική υπηρεσία έδειξαν ότι οι εξαγωγές, που ήταν ένας από τους βασικούς πυλώνες στους οποίους βασίστηκε η εύθραυστη ανάπτυξη του προηγούμενου τριμήνου, μειώθηκαν απότομα.
Επενδύσεις
Ταυτόχρονα υπήρξε κάμψη στις εταιρικές επενδύσεις και επιβραδύνθηκαν οι καταναλωτικές δαπάνες των νοικοκυριών. Αν και η κατάσταση της γερμανικής οικονομίας απέχει πολύ από το να χαρακτηριστεί «αναιμική», η επιβράδυνση που σημείωσε το ΑΕΠ κατά το τρίτο τρίμηνο ήταν ένα «καμπανάκι» για το Βερολίνο, αλλά και για το σύνολο της Ευρωζώνης, που είχε αρχίσει να αισιοδοξεί ότι φαίνεται φως στο τούνελ.
Συγκεκριμένα, το ΑΕΠ της Γερμανίας ενισχύθηκε κατά 0,3% σε τριμηνιαία βάση, από 0,7% το προηγούμενο τρίμηνο. Η γερμανική στατιστική υπηρεσία άδραξε την ευκαιρία για να απαντήσει στην έρευνα που ξεκίνησε η Κομισιόν για τις εξαγωγές και το εμπορικό πλεόνασμα της χώρας, λέγοντας ότι τώρα οι εξαγωγές ήταν εκείνες που αποτέλεσαν βαρίδι για την ανάπτυξη, καθώς «υπήρξε ελάχιστη ώθηση το τρίτο τρίμηνο».
«Η θετική επιρροή προήλθε αποκλειστικά από το εσωτερικό της Γερμανίας», ανέφερε σε ανακοίνωσή της η γερμανική στατιστική υπηρεσία, σημειώνοντας ότι οι δαπάνες των νοικοκυριών και του κράτους ενισχύθηκαν σε σχέση με το προηγούμενο τρίμηνο.
Στις χθεσινές ανακοινώσεις, πάντως, υπήρξαν και ορισμένες θετικές ενδείξεις για την Ευρωζώνη και συγκεκριμένα η ανάπτυξη 0,2% που ανακοίνωσε η Πορτογαλία και η επιστροφή της Ισπανίας σε αναπτυξιακούς ρυθμούς, αν και αναιμικούς, που δεν ξεπερνούν το 0,1%.
ΚΟΝΤΡΑ ΜΕ ΚΟΜΙΣΙΟΝ
Επιλεκτική ερμηνεία των στοιχείων από το Βερολίνο
Το Βερολίνο ερμήνευσε επιλεκτικά την προειδοποίηση για επιβράδυνση της γερμανικής οικονομίας, εκμεταλλευόμενο τα στοιχεία αυτά στην κόντρα του με την Κομισιόν για το πλεόνασμα στο εμπορικό ισοζύγιό του.
Η γερμανική στατιστική υπηρεσία τόνισε ότι οι εξαγωγές έδειξαν «μικρότερη δυναμική», ενώ στην πραγματικότητα τα στοιχεία που παραχώρησε δείχνουν στην ουσία ότι στο τρίτο τρίμηνο υπήρχε μεγαλύτερη αύξηση εισαγωγών από ό,τι εξαγωγών.
Το γεγονός αυτό, παρότι ίσως διορθώνει το εμπορικό ισοζύγιο, δεν ακυρώνει επ’ ουδενί το πλεόνασμα – ρεκόρ που σημείωσε η χώρα τον Σεπτέμβριο και γι’ αυτό μπαίνει στο «μικροσκόπιο» της Ευρωπαϊκής Επιτροπής. Επιπλέον, όταν το Βερολίνο υποστηρίζει πως η θετική επιρροή προήλθε αποκλειστικά από το εσωτερικό, αναφέρεται σε δαπάνες που έγιναν σε εξοπλισμό και υποδομές, που όμως είχαν μείνει πίσω όλο το προηγούμενο διάστημα.
Η επιβράδυνση της οικονομίας στο τρίτο τρίμηνο επιβεβαιώνει τους αναλυτές που προειδοποιούσαν ότι η Γερμανία πρέπει να κάνει επενδύσεις δισεκατομμυρίων στο εσωτερικό για να τονώσει την ανάπτυξη και παράλληλα θα μειώσουν το υπερβολικό πλεόνασμα, με θετικό αντίκτυπο και στην υπόλοιπη Ευρωζώνη.
ΓΙΑ ΤΗ ΓΑΛΛΙΑ
Εκθεση – καμπανάκι και από τον ΟΟΣΑ
«Χαστούκι» στον Φρανσουά Ολάντ, με μια ιδιαίτερα επικριτική έκθεση για την πορεία της γαλλικής οικονομίας, έδωσε χθες ο ΟΟΣΑ.
Δύο μόλις μέρες μετά την προειδοποίηση της BlackRock, ότι το ευρώ κινδυνεύει να εξαφανιστεί μέσα στη δεκαετία σε περίπτωση που το Παρίσι δεν συνεχίσει να πιέζει για μεταρρυθμίσεις, ήρθε η σειρά του διεθνούς οργανισμού να εξαπολύσει «πυρά» κατά της σοσιαλιστικής κυβέρνησης του προέδρου Ολάντ για την αδυναμία της να καταστήσει τη Γαλλία πιο ανταγωνιστική.
Και αυτό τη στιγμή που τα επίσημα στοιχεία έδειξαν ότι στο τρίτο τρίμηνο η γαλλική οικονομία βυθίστηκε ξανά σε ύφεση…
Στην 87σέλιδη έκθεσή του ο ΟΟΣΑ αναφέρει ότι η Γαλλία υστερεί έναντι άλλων ευρωπαϊκών χωρών στη μεταρρύθμιση της οικονομίας της και πρέπει να προχωρήσει σε εκτεταμένα μέτρα για να αποκαταστήσει την ανταγωνιστικότητά της.
Μεταρρυθμίσεις
Μάλιστα ο γενικός γραμματέας του οργανισμού, Ανχελ Γκουρία, επισημαίνει στο εισαγωγικό σημείωμα ότι «οι προσπάθειες που προωθούνται από την κυβέρνηση πρέπει να ενταχθούν σε μία στρατηγική πιο εκτεταμένων και συνεκτικών θεμελιωδών μεταρρυθμίσεων για την αύξηση της παραγωγικότητας και της ανταγωνιστικότητας του γαλλικού παραγωγικού ιστού».
Ο Φρανσουά Ολάντ επιμένει ότι οι μεταρρυθμίσεις που έχει προωθήσει, για να μειώσει το δημοσιονομικό έλλειμμα και το υψηλό κόστος εργασίας, να χαλαρώσει την άκαμπτη αγορά εργασίας και να αντιμετωπίσει το έλλειμμα του συνταξιοδοτικού συστήματος, αρχίζουν να αποδίδουν καρπούς.
Ωστόσο, η έκθεση καταγράφει έναν κατάλογο διαρθρωτικών προβλημάτων που παραμένουν και έχουν συμβάλει στη μεγαλύτερη απώλεια μεριδίων της Γαλλίας στην παγκόσμια αγορά. Ως παράγοντες που κρατούν χαμηλά την ανταγωνιστικότητα αναφέρονται το υψηλό ελάχιστο κόστος εργασίας (80% πάνω από το μέσο όρο του ΟΟΣΑ), το υψηλό κόστος των δημόσιων υπηρεσιών (27,4% του ΑΕΠ), το υψηλό φορολογικό βάρος της εργασίας (50% του μισθολογικού κόστους) και το συνονθύλευμα κεντρικής και τοπικής κυβέρνησης (που περιλαμβάνει 36.700 δήμους).
Φαύλος κύκλος
Το επιχείρημα του Βερολίνου για την επιβολή μνημονίων είναι οι οικονομικές επιδόσεις του Νότου, όμως στη μακροοικονομία σχεδόν τα πάντα κινούνται σε έναν φαύλο κύκλο. Οι δύο μεγαλύτερες οικονομίες της «γηραιάς ηπείρου», που βλέπουν τα μεγέθη τους να συρρικνώνονται, τροφοδοτούν οι ίδιες το αρνητικό επενδυτικό κλίμα στην Ευρωζώνη που επιβραδύνει την ανάπτυξη: η Γερμανία με την πεισματική της άρνηση να μειώσει το εμπορικό της πλεόνασμα και η Γαλλία με τις άτολμες μεταρρυθμίσεις της.