ΗΠΑ: Οι Ρεπουμπλικάνοι προτείνουν ασυνήθιστο σχέδιο για αποφυγή του «shutdown»

Το Ρεπουμπλικανικό κόμμα παρουσίασε χθες Σάββατο αντισυμβατικό σχέδιο νόμου για την προσωρινή χρηματοδότηση του ομοσπονδιακού κράτους, που απειλείται σε μερικές ημέρες να βρεθεί αντιμέτωπο με το φάσμα πιθανής δημοσιονομικής παράλυσης (του λεγόμενου shutdown).

Το σχέδιο, που έχει δυο μέρη, είναι «απαραίτητο προκειμένου οι Ρεπουμπλικάνοι της Βουλής των Αντιπροσώπων να βρεθούν στην καλύτερη δυνατή θέση προκειμένου να αγωνιστούν για νίκες των συντηρητικών», σχολίασε ο Μάικ Τζόνσον, ο νέος πρόεδρος της Βουλής των Αντιπροσώπων, μέσω X (του πρώην Twitter).

«Το νομοσχέδιο θα σταματήσει την παράλογη παράδοση της περιόδου των γιορτών, των μαζικών δαπανών πριν από τις διακοπές των Χριστουγέννων», πρόσθεσε ο κ. Τζόνσον, χωρίς να υπεισέλθει σε λεπτομέρειες.

Αμερικανικά ΜΜΕ ανέφεραν ότι στο πλαίσιο του ασυνήθιστου σχεδίου του, κάποιες χρηματοδοτήσεις, απαραίτητες για να συνεχιστεί απρόσκοπτα η λειτουργία ομοσπονδιακών υπηρεσιών, θα συμπεριληφθούν σε νομοσχέδιο με βραχυπρόθεσμη διάρκεια, ως τη 19η Ιανουαρίου, και οι υπόλοιπες θα αναβληθούν ως τη 2η Φεβρουαρίου.

Αυτό θα επέτρεπε στο Κογκρέσο να κερδίσει χρόνο για να υιοθετήσει διάφορα σχέδια νόμου για τις δαπάνες, χωρίς να δεσμεύσει ποσά για τη χρηματοδότηση του Ισραήλ, της Ουκρανίας ή της ασφάλειας των συνόρων, σύμφωνα με τα δημοσιεύματα.

Ορισμένοι Ρεπουμπλικάνοι διαμαρτύρονται ήδη, καθώς το νομοσχέδιο δεν προβλέπει περικοπές δαπανών, όπως αξίωναν. Κατά συνέπεια, είναι κάθε άλλο παρά σίγουρο ότι το κόμμα, που δεν διαθέτει παρά οριακή πλειοψηφία στη Βουλή των Αντιπροσώπων, θα εξασφαλίσει την έγκρισή του, ακόμη λιγότερο στη Γερουσία, που ελέγχουν οι Δημοκρατικοί.

Ο Λευκός Οίκος χαρακτήρισε την πρόταση «συνταγή για περισσότερο Ρεπουμπλικανικό χάος και περισσότερα shutdowns».

«Οι Ρεπουμπλικάνοι της Βουλής των Αντιπροσώπων σπαταλούν πολύτιμο χρόνο με ασόβαρη πρόταση η οποία επικρίνεται έντονα από μέλη και των δύο κομμάτων», τόνισε η εκπρόσωπος της αμερικανικής προεδρίας Καρίν Ζαν-Πιερ σε δελτίο Τύπου που δημοσιοποίησε.

Η ισχύς του υπό εκτέλεση ομοσπονδιακού προϋπολογισμού εκπνέει τα μεσάνυχτα της Παρασκευής. Οι Ρεπουμπλικάνοι θέλουν το CR («continuing resolution», νομοσχέδιο για προσωρινή χρηματοδότηση) να περάσει την Τρίτη στη Βουλή, όμως ακόμη κι αν εγκριθεί, δεν είναι διόλου σίγουρο πως θα έχει συνέχεια.

Άνευ συμφωνίας ως την Παρασκευή για τα δημοσιονομικά, η μεγαλύτερη οικονομία του κόσμου θα βρεθεί αντιμέτωπη με δημοσιονομική παράλυση και επιβράδυνση, καθώς κάπου 1,5 εκατ. δημόσιοι λειτουργοί θα τεθούν από τεχνική άποψη στην ανεργία, ενώ οι αερομεταφορές θα αντιμετωπίσουν προβλήματα ενόψει της περιόδου των γιορτών.

Οι πιο πρόσφατες διαπραγματεύσεις για τον αμερικανικό ομοσπονδιακό προϋπολογισμό, στα τέλη Σεπτεμβρίου, βύθισαν την αμερικανική κάτω Βουλή στο χάος. Τραμπικοί βουλευτές, έξαλλοι διότι ο Ρεπουμπλικάνος τότε πρόεδρος του σώματος Κέβιν Μακάρθι έκλεισε συμφωνία της ύστατης στιγμής με τους Δημοκρατικούς, τον καθαίρεσαν, δημιουργώντας κατάσταση άνευ προηγουμένου.

Χρειάστηκαν κατόπιν τρεις εβδομάδες για να αναδείξουν νέο «speaker», τον Μάικ Τζόνσον. Τρεις εβδομάδες κατά τη διάρκεια των οποίων το αμερικανικό Κογκρέσο δεν ήταν σε θέση να περάσει τον παραμικρό νόμο.

Ο βουλευτής από τη Λουιζιάνα, μάλλον άγνωστος στο ευρύ κοινό, με πολύ περιορισμένη εμπειρία στο επιτελείο των Ρεπουμπλικάνων, καλείται να συμβιβάσει, όπως και ο προκάτοχός του, μια χούφτα τραμπικών, οπαδών πολύ σκληρής δημοσιονομικής ορθοδοξίας, τους πιο κεντρώους βουλευτές του κόμματός του και τους Δημοκρατικούς, που αρνούνται κατηγορηματικά να υπαγορεύεται η οικονομική πολιτική της χώρας από τους λοχαγούς του πρώην προέδρου.

Αν τα μεσάνυχτα της Παρασκευής το σενάριο του shutdown, της αναστολής λειτουργίας μέρους του ομοσπονδιακού κράτους, γίνει πραγματικότητα, θα είναι η τέταρτη φορά μέσα σε μια δεκαετία.

Το σχέδιο ανακοινώθηκε την επομένη της απόφασης που πήρε ο διεθνής οίκος αξιολόγησης της πιστοληπτικής ικανότητας Moody’s να υποβαθμίσει την προοπτική του αξιόχρεου των ΗΠΑ σε «αρνητική» -από «σταθερή»-, επικαλούμενος το υψηλό έλλειμμα του αμερικανικού δημοσίου, τη μείωση της δυνατότητας δανεισμού του και «την πολιτική πόλωση στο Κογκρέσο».