Ο Φουάντ Αλ Ζαγιάντ, κατονομάζει τον Ντίνο Μιχαηλίδη ως αποκλειστικό παραλήπτη, και μάλιστα από τον ίδιο, των 3 επίμαχων επιταγών που αναφέρονται στην δικογραφία της υπόθεσης για τις μίζες και το ξέπλυμα μαύρου χρήματος που εκδικάζεται από τον περασμένο Μάϊο στο Εφετείο της Αθήνας, «για επιχειρηματικούς σκοπούς αλλά και για χρηματοδότηση των πολιτικών του δραστηριοτήτων και φιλοδοξιών».
Οι επιταγές αυτές, ύψους περίπου 33 εκατομμυρίων ελβετικών φράγκων, «έχουν παραδοθεί από εμένα στον Ντίνο Μιχαηλίδη για λόγους εντελώς άσχετους με την κατηγορία», καταθέτει μέσω γραπτής δήλωσής του ο Σύρος επιχειρηματίας, προσθέτοντας ότι «ο επιδιωχθείς λόγος» που εκείνες οι επιταγές παραδόθηκαν στον πρώην Υπουργό Εσωτερικών της Κύπρου «ήταν σε όλες τις περιπτώσεις άσχετες προς τον Τσοχατζόπουλο».
Ο κ. Αλ Ζαγιάντ, που είναι φυγόδικος και που ενημερώνεται ενδελεχώς για την δικαστική υπόθεση από τον συνήγορό του κ. Θέμη Σοφό, είτε κατά πρόσωπο στο σπίτι του στη Δαμασκό, είτε μέσω τηλεφώνου, διαδικτύου και τηλεδιάσκεψης, δηλώνει ότι όχι μόνο δεν είχε σε κανένα σημείο «οιαδήποτε γνώση για τη χρήση των επιταγών από τον Μιχαηλίδη», αλλά έφθασε, λέει, «στην επώδυνη συνειδητοποίηση ότι η παρ’ αυτού χρήση των επιταγών για τον Τσοχατζόπουλο ήταν καθ’ολοκληρίαν αντίθετη προς τον αρχικώς επιδιωχθέντα σκοπό».
Ως προς αυτόν τον «αρχικώς επιδιωχθέντα σκοπό», ο κ. Αλ Ζαγιάντ υποστηρίζει ότι οι επίμαχες επιταγές εκδόθηκαν και παραδόθηκαν στον Ντίνο Μιχαηλίδη, από τον ίδιον, «για λόγους επιχειρηματικής συναλλακτικής σχέσης, καθώς και για λόγους χρηματοδότησης των πολιτικών του δραστηριοτήτων και φιλοδοξιών για ένα ανώτερο γραφείο στη Κύπρο».
Στο σημείο αυτό εκδηλώθηκε έντονη δυσαρέσκεια από τον κατηγορούμενο, πρώην Υπουργό, προς τον συνήγορο του Αλ Ζαγιάντ, Θέμη Σοφού. Εκείνος δεν αντέδρασε, αλλά η Πρόεδρος του δικαστηρίου ζήτησε από τον κ. Μιχαηλίδη να μην παρεμβαίνει και να μην σχολιάζει.
Οι αποκαλύψεις του φυγόδικου Σύρου επαγγελματία, που είναι και ένας από τους 5 κατηγορούμενους στην υπόθεση αυτή για τα ελληνικά εξοπλιστικά προγράμματα επί υπουργίας Ακη Τσοχατζόπουλου, είχαν προαναγγελθεί την περασμένη εβδομάδα από τον δικηγόρο του, όταν εκείνος επέστρεψε από εκτενή συνάντηση μαζί του στην Δαμασκό.
Κρίνεται ότι τα δηλωθέντα σήμερα δίνουν άλλη τροπή στη δίκη, με την υπεράσπιση του πρώην Υπουργού και του γιού του Μιχάλη (μολονότι ο τελευταίος δεν αναφέρθηκε στα λεγόμενα του Αλ Ζαγιάντ παρά μόνο ακροθιγώς), να επιφυλάσσεται για «αποστομωτικές απαντήσεις», όπως είπαν, στις επόμενες συνεδρίες όπου, με επίσημα έγγραφα και στοιχεία θα αποδομήσουν, πρόσθεσαν, «τα παραμύθια του Ζαγιάντ».
Μέχρι τώρα, είχε ακουστεί στο δικαστήριο ότι με εντολή του Σύρου επιχειρηματία είχαν εκδοθεί οι τρείς επιταγές στο όνομα των εταιρειών Beeston Management SA, Blue Bell SA και P&A Investments SA, ότι η μία από αυτές, της πρώτης εταιρείας, βρέθηκε σε λογαριασμό του Μιχάλη Μιχαηλίδη στην τράπεζα Bank Hoffman στην Ελβετία, και οι άλλες δύο, επ’ ονόματι των δύο τελευταίων εταιρειών, σε τραπεζικούς λογαριασμούς του Νίκου Ζήγρα, πρώτου εξαδέλφου και στενού συνεργάτη, εκείνον τον καιρό, του Άκη Τσοχατζόπουλου, στον οποίο και λέγεται ότι κατέληγαν τα χρήματα.
Από τον λογαριασμό του Μιχάλη Μιχαηλίδη τα χρήματα δεν έφυγαν ποτέ, και αυτό είναι ένα στοιχείο στο οποίο η υπεράσπισή του επιμένει, λέγοντας ότι η περίοδος που εξετάζεται για την νομιμοποίηση εσόδων από εγκληματικές ενέργειες ήταν πρωθύστερη του 2003 που τα λεφτά ήταν ακόμα στον λογαριασμό του Κύπριου επιχειρηματία.
Ο αντίλογος σε αυτόν τον ισχυρισμό ήρθε από τον μάρτυρα κατηγορία, ειδικό επιστήμονα, οικονομολόγο, Παναγιώτη Βλάχο, που είπε ότι ήταν άγια τακτική του Τσοχατζόπουλου, για να μην εγείρει υποψίες, άλλα χρήματα να τα βγάζει από τραπεζικούς λογαριασμούς, και άλλα να τα «παρκάρει» εκεί μέχρις ότου αποφασίσει ξανά ο ίδιος να τα μετακινήσει.
Τα δηλωθέντα σήμερα από τον Αλ Ζαγιάντ μέσω του δικηγόρου του, δίδουν μιαν άλλην εκδοχή.
Επαναφέρει, κατ’ αρχάς, το όνομα του Βλάσση Καμπούρογλου, που ήταν ο στενότερος ίσως συνεργάτης του Τσοχατζόπουλου και που φέρεται να ήταν ο εγκέφαλος των συμφωνιών με τους Ρώσους για τους πυραύλους TOR-M1 που αγόρασε η Ελλάδα, για το τίμημα, τις προμήθειες, και πως αυτές θα διακινούνταν».
Ο Φουάντ ΑΛ Ζαγιάντ τον ονομάζει «κλειδί σε όλη την υπόθεση», και λέει ότι «αυτός θα έπρεπε να είναι το επίκεντρο της ανάκρισης και της κατηγορίας από την αρχή».
Βεβαίως, ο Καμπούρογλου δεν ζει πια, αλλά το όνομά του εμφανίζεται συχνά τόσο στη δίκη Τσοχατζόπουλου, όσο και σε αυτήν του Ντίνου Μιχαηλίδη. Μάλιστα ο Αλ Ζαγιάντ φαίνεται να υιοθετεί την αρχική κατάθεση του Νίκου Ζήγρα το 2003, που έλεγε:
«Ο Μιχαηλίδης …μου είπε ότι δεν μπορεί πλέον να μεταφέρει μετρητά χρήματα, ούτε μπορεί να βρει δραχμές κι έτσι θα δίδει επιταγές και μου ζήτησε εταιρικές επωνυμίες για να εκδίδονται οι επιταγές σε διαταγή τους. Αυτές οι επιταγές έχουν εκδοθεί κατ΄ εντολήν του Fouad al Zayat και είναι οι ίδιες που αναφέρονται στην κατηγορία. Αυτές οι επιταγές δόθηκαν σε μένα από τον Μιχαηλίδη, μία ή περισσότερες μαζί, και ακολούθως τις έδινα για προεξόφληση, αφού ενημέρωνα τον Τσοχαντζόπουλο, και κατέθετα το ποσόν στη MORGAN STANLEY στον τραπεζικό λογαριασμό μου στην Ελβετία, ή στον τραπεζικό λογαριασμό μου στη CREDIT LYONNAIS στην Ελβετία … Κατά τη διάρκεια των συναντήσεών μας ο Μιχαηλίδης απήντησε στις ερωτήσεις μου ότι αυτά τα χρήματα που μου έδιδε μετρητά ή με επιταγές, τα ελάμβανε από τον Fouad al Zayat σε συνεργασία με το Βλάσσιο Καμπούρογλου και σχετίζονταν με εξοπλιστικά προγράμματα TOR M1 … Ουδέποτε έχω συναντήσει το Fouad al Zayat»
Ο Σύρος επιχειρηματίας βρίσκει αληθή αυτήν την κατάθεση, και προσθέτει ότι:
«Eιλικρινά θα είχα βοηθήσει το Μιχαηλίδη, κι αν ακόμη ήταν ειλικρινής λέγοντάς μου ότι τα χρήματα προορίζονταν για το Ζήγρα, επειδή – ξανά – δεν γνώριζα το Ζήγρα και βεβαίως δεν γνώριζα ότι ο Ζήγρας ήταν εξάδελφος του Τσοχατζόπουλου. Αλλά αλήθεια ουδέποτε είχα ακούσει το όνομα Ζήγρας. Προς έκπληξή μου πληροφορήθηκα τώρα από την κατάθεση του Ζήγρα ότι ο Ντίνος Μιχαηλίδης συνεργαζόταν με τον Καμπούρογλου. Κατά τη διάρκεια της χρονικής περιόδου κατά την οποία ο Καμπούρογλου εργαζόταν στην Ελλάδα για το πρόγραμμα αντισταθμιστικών ωφελημάτων, ουδέποτε γνώριζα για τη σχέση του Ντίνου Μιχαηλίδη με τον Καμπούρογλου και ποτέ δεν πληροφορήθηκα από το Ντίνο Μιχαηλίδη για την ανάμειξή του στα αντισταθμιστικά ωφελήματα. Αυτή η εξαπάτηση και παγίδευση από το Ντίνο Μιχαηλίδη είναι μία μεγάλη απογοήτευση για μένα ειδικά υπό το φως του γεγονότος ότι για πολλές δεκαετίες τον θεωρούσα ένα προσωπικό φίλο, τον οποίον είχα βοηθήσει σε πολλές περιπτώσεις ακριβώς λόγω αυτής της προσωπικής σχέσης. Ο Ντίνος Μιχαηλίδης μου είχε δώσει τις επωνυμίες των τριών προαναφερθεισών εταιρειών για να εκδίδονται οι επιταγές, όπως είχε πράξει και σε άλλες περιστάσεις στο παρελθόν. Αυτές οι επιταγές εκδόθηκαν και παραδόθηκαν στο Ντίνο Μιχαηλίδη για λόγους επιχειρηματικής συναλλακτικής σχέσης, καθώς και για λόγους χρηματοδότησης των πολιτικών του δραστηριοτήτων και φιλοδοξιών για ένα ανώτερο γραφείο στην Κύπρο. Σε απολύτως χρονικό σημείο δεν πληροφορήθηκα ή υποψιάστηκα ότι αυτά τα χρήματα προορίζονταν για οποιαδήποτε επιχείρηση ή πρόσωπο εντός της Ελλάδας».
Ο κ. Αλ Ζαγιάντ είπε ακόμα ότι είναι εσφαλμένες «όλες οι εκπληκτικε΄ς υποθέσεις» που διατυπώθηκαν στο δικαστήριο ως προς τους λόγους για τους οποίους εκείνος εξέδωσε τις τρεις επιταγές, και ανέφερε ότι χρησιμοποίησε τον προσωπικό, κοινό με τη σύζυγό του, τραπεζικό λογαριασμό, στην Credit Agricole Indosuez στην Ελβετία, για την έκδοση πολλών επιταγών σε μία ευρεία ποικιλία περιπτώσεων, μερικές των οποίων, είπε, είναι προσωπικές, και μερικές εμπορικής φύσεως.
«Σε πολλές περιπτώσεις βοήθησα φίλους που βρίσκονταν σε ανάγκη, και ουδέποτε αρνήθηκα να προσφέρω τη βοήθειά μου σε ανθρώπους που ήλθαν σε μένα σε κατάσταση κακουχίας. Αυτό έπραξα ως ζήτημα βαθειάς προσωπικής πεποίθησης ως ανθρώπινο ον και ως πιστός και ενεργός Χριστιανός. Για λόγους αρχής, δεν ζητώ από αυτούς που μου ζητούν οικονομική βοήθεια το λόγο για την παράκλησή τους αυτή και τη σκοπούμενη χρήση των χρηματικών κονδυλίων – ανεξάρτητα αν εκδίδω μία επιταγή ή εάν δίδω μετρητά χρήματα – επειδή δεν θέλω να προκαλέσω τη ντροπή ή την ταπείνωση σε αυτούς που έρχονται σε μένα σε στιγμές μεγίστης ανάγκης τους. Αυτοί οι άνθρωποι μπορούν να μαρτυρήσουν γι΄ αυτό, και τη συνήθειά μου να τους βοηθώ για πολλές δεκαετίες. Κάποιοι από αυτούς τους ανθρώπους με προσέγγισαν χωρίς προηγουμένη σχέση, βασισμένοι στην φήμη μου να βοηθώ ξένους ως αντικείμενο της Χριστιανικής μου Πίστης, ενώ άλλοι βασίστηκαν σε μία προϋπάρχουσα επιχειρηματική σχέση και κοινά εκτελούμενα έργα».
Ακολούθως κατατέθηκαν στο δικαστήριο από τον συνήγορο του κ. Αλ Ζαγιάντ, αντίγραφα επιστολών που φέρεται να του έστειλε ο Ντίνος Μιχαηλίδης, που καταδεικνύουν, όπως είπε, ότι είχε ουσιαστική επιχειρηματική συνεργασία με τον πατέρα Μιχαηλίδη.
Ενδεικτικά, σε μία από αυτές , όπως είπε ο κ. Σοφός, αναφέρεται από τον Ντ. Μιχαηλίδη λίστα ειδών, καλώδια, ηλεκτρικοί πόλοι, διακόπτες, μετασχηματιστές, κλπ, «που μπορούμε να εφοδιάσουμε την Αρχή Ηλεκτρισμού Κύπρου».
Και σε μία άλλη γίνεται λόγος για «πρόγραμμα αποσυμφόρησης και επέκτασης των διυλιστηρίων Κύπρου».
Ο συνήγορος υπεράσπισης του Ντίνου Μιχαηλίδη, Γιάννης Μαντζουράνης, δηλώσε για όλα αυτά:
«Η γραπτή δήλωση του Φουάντ μοιάζει με λιβανέζικη σαλάτα ταμπουλέ. Έχει απ’ όλα. Εχει χριστιανική ευσέβεια. Έχει φιλανθρωπία καλού Σαμαρείτη. Εχει παράδοση επιταγών ύψους περίπου 35 εκατ. για άγνωστους επιχειρηματικούς σκοπούς και αναβάθμιση του πολιτικού γραφείου ενός αρχηγού πολιτικού κόμματος. Εχει επίσης παράδοση μεγάλων χρηματικών ποσών χωρίς καμία απόδειξη, και χωρίς να αποσαφηνίζονται οι επιχειρηματικές δραστηριότητες για τις οποίες δίδονται 30, περίπου, εκατομμύρια ευρώ. Η ταύτιση με τον Ζήγρα, γίνεται με προφανή σκοπό και την προσδοκία του Φουάντ να έχει την καλή τύχη και μεταχείριση του Ζήγρα, και να συνεχίσει να τρώει σιεφταλιές στη Κύπρο ή ταμπουλέ στο Λίβανο».
Ο κ. Χρήστος Στάθης, εκ των δικηγόρων υπεράσπισης του Μιχάλη Μιχαηλίδη, επισημαίνει ότι ο Σύρος επιχειρηματίας δεν αναφέρει στην αναγνωσθείσα δήλωσή του το παραμικρό για τον πελάτη του, και επαναλαμβάνει ότι «ο κ. Φουάντ, εκ του μακρόθεν και εκ του ασφαλούς αναφέρει ότι έδωσε 30 εκατομμύρια ευρώ αναιτιολόγητα στον Ντίνο Μιχαηλίδη και μόνο, χωρίς να διευκρινίζει ταυτόχρονα και τον λόγο για τον οποίο τα έδωσε».
Στην δίκη κατέθεσε και ο πρώτος μάρτυρας κατηγορίας του Ντίνου Μιχαηλίδη, ο δικηγόρος, πρώην δικαστης στο Ευρωπαικό Δικαστήριο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων, και πρώην Γενικός Αντιεισαγγελέας της Κύπρου κ. Λουκής Λουκαίδης.
Είπε ότι γνωρίζει τον κατηγορούμενο εκ της πολιτικής του ιδιότητας, ότι είχαν σχέσεις μεταξύ τους, που όμως δεν μπορεί να χαρακτηριστούν «ιδιαίτερα φιλικές», αλλά μάλλον υπηρεσιακές.
Επανέλαβε όσα έγραψε στις γνωματεύσεις που του ζήτησε ο πρώην Υπουργός, και δικαιολόγησε την συμβουλή του να μην παραδοθούν στις ελληνικές αρχές, θεωρώντας ότι με «την τρομερή, αρνητική δημοσιότητα που είχε δοθεί στα ΜΜΕ Ελλάδος και Κύπρου για τον Ντίνο Μιχαηλίδη, ήταν σαν να τον είχαν ήδη καταδικάσει» και για αυτό πίστευε, ο κ. Λουκαίδης, ότι «δεν θα γινόταν δίκαιη δίκη».
Για τις συγκεκριμένες πράξεις για τις οποίες κατηγορείται ο κ. Μιχαηλίδης, είπε ότι δεν γνωρίζει τίποτα διαφορετικό από όσα αναφέρονται στη δικογραφία της υπόθεσης.
Απαντώντας σε ερωτήσεις της Πολιτικής Αγωγής, ο πρώην Αντιεισαγγελέας είπε ότι «είναι πολύ δυνατό το αξίωμα του Υπουργού Εσωτερικών», που κατείχε επί χρόνια ο κ. Μιχαηλίδης, καθότι υπάγονται στις αρμοδιότητές του, πρόσθεσε, η αστυνομία, το κτηματολόγιο, «και πολλές υπηρεσίες στοιχειώδεις του κράτους».
«Είχε μεγάλη επιρροή ως υπουργός. Ηταν προσωπικός σύμβουλος του Προέδρου Κυπριανού. Είχε υπόσταση ως πολιτικός και ως αγωνιστής της ΕΟΚΑ», πρόσθεσε.
Ακόμα, ερωτώμενος από τον συνήγορο υπεράσπισης Γιάννη Μαντζουράνη, ο κ. Λουκαίδης είπε ότι το Σύνταγμα στην Κύπρο άλλαξε «για να διευκολύνουν την έκδοση των Μιχαηλίδηδων στην Ελλάδα» όπου, επανέλαβε, «δεν διασφαλίζονταν οι προυποθέσεις δίκαιης δίκης».
«Θα μπορούσαν οι κατηγορούμενοι να είχαν μεταβεί στα κατεχόμενα αντί να έρθουν στην Ελλάδα; Είναι εύκολη η μετάβαση εκεί;», ρωτήθηκε από τον κ. Μαντζουράνη.
«Ναι, είναι».
«Αν πηγαιναν στα κατεχόμενα, θα μπορούσε να εκτελεστει το ένταλμα σύλληψής τους και έκδοσης στην Ελλάδα;»
«Όχι».
Η δίκη εδώ διεκόπη, και θα συνεχιστεί την Τετάρτη «ακόμα και χωρίς δικηγόρους», όπως είπε η πρόεδρος του Δικαστηρίου. Οι δικηγόροι
στην Ελλάδα βρίσκονται σε απεργιακές κινητοποιήσεις για τον νέο Κώδικα Ποινική Δικονομίας που προωθείται από την κυβέρνηση, χωρίς να έχουν ρωτηθεί οι ίδιοι, όπως υποστηρίζουν.
Σε περίπτωση που γίνει αυτό που είπε η κα.δικαστής, δεν αποκλείεται να υπάρξει πολύ μεγάλη ένταση καθώς, όπως λένε οι συνήγοροι των κατηγορουμένων, «πως θα εξετάσετε μάρτυρες χωρίς εμάς;»