Συζήτηση Πάνελ στο Πανεπιστήμιο Κολούμπια της Νέας Υόρκης με θέμα «η Κυπριακή κρίση χρέους»
Αναπόφευκτη θεωρεί την αναδιάρθρωση του κυπριακού χρέους ο καθηγητής Σταύρος Ζένιος, μέλος της επιτροπής οικονομικών συμβούλων που δημιούργησε ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας, μιλώντας την περασμένη Δευτέρα σε εκδήλωση που πραγματοποιήθηκε στη Σχολή Διεθνών και Δημοσίων Σχέσεων του Πανεπιστημίου Κολούμπια στη Νέα Υόρκη, με θέμα την οικονομική κρίση στη Κύπρο.
Τη συζήτηση συνδιοργάνωσαν ο Σύνδεσμος Ευρωπαίων Φοιτητών και ο Σύνδεσμος Ελλήνων Φοιτητών του Πανεπιστημίου Κολούμπια, με την στήριξη του Ευρωπαϊκού Ινστιτούτου Blinken και έλαβαν επίσης μέρος, οι επίκουροι καθηγητές του Πανεπιστημίου Κολούμπια Preston Keat (επικεφαλής του τμήματος ερευνών της τράπεζας UBS) και Seamus O’Cleireacain. συντονιστής της συζήτησης ήταν ο Δρ. Αλέξης Αντωνιάδης, bβοηθός Καθηγητής στο Πανεπιστήμιο Georgetown.
O καθηγητής Σταύρος Ζένιος, που ήταν και ο κύριος ομιλητής, προέβη σε μια ιστορική αναφορά για το πώς ξεκίνησε η οικονομική κρίση στη Κύπρο, τα λάθη που διαπράχθηκαν από πλευράς Κύπρου και τα οποία οδήγησαν στην απόφαση του Eurogroup, αλλά και στα λάθη του ίδιου του Eurogroup στην απόφαση που έλαβε για την οικονομική διάσωση της Κύπρου, συμπεριλαμβανομένου και του «κουρέματος» των καταθέσεων.
Ο καθηγητής Ζένιος υποστήριξε πως από την έναρξη της οικονομικής κρίσης μέχρι και την απομείωση του Ελληνικού χρέους, υπήρχαν μεν προβλήματα δημοσιονομικά και του τραπεζικού τομέα στην Κύπρο, αλλά αυτά δεν ήταν καταστροφικά.
Χαρακτήρισε ανακριβείς τους ισχυρισμούς περί ξεπλύματος χρήματος, διότι στη Κύπρο δεν υπήρξε θέμα ‘βρώμικου χρήματος’ αλλά ‘ ζεστού χρήματος’. Υπό την έννοια ότι, ως χρηματοπιστωτικό κέντρο, στην Κύπρο υπήρχε συνεχής κίνηση κεφαλαίων από το εξωτερικό στο εσωτερικό και αυτό δεν είναι κάτι το παράνομο.
Ξέπλυμα χρήματος –είπε- είναι ένα πρόβλημα που αντιμετωπίζει όλη η Ευρώπη το οποίο είναι συστημικό. Το πρόβλημα στη Κυπριακή οικονομία, πρόσθεσε, άρχισε να δημιουργεί η στάθμευση κεφαλαίων, με αποτέλεσμα η Κυπριακή οικονομία να εξαρτάται πολύ από το ‘ ζεστό χρήμα’ και να καταναλώνει περισσότερο από’ ότι παρήγαγε.
Η απόφαση του Eurogroup για συμμετοχή των καταθετών στην διάσωση της Κύπρου – είπε- ήταν μια κακή απόφαση η οποία εφαρμόστηκε με κάκιστο τρόπο αφού προηγήθηκαν διαρροές για δήθεν ξέπλυμα χρήματος στη Κύπρο με εμπλεκόμενους Ρώσους ολιγάρχες, οι οποίες προλείαναν το έδαφος.
Όσο αφορά τα επιχειρήματα ότι το κυπριακό οικονομικό μοντέλο έχει αποτύχει , ο κ. Ζένιος διερωτήθηκε αν μπορεί κανείς να μιλά για πανομοιότυπα οικονομικά μοντέλα ή ότι ένα συγκεκριμένο μοντέλο τυγχάνει της ίδιας εφαρμογής παντού.
Αναφορικά με την πιθανότητα σημαντικών εσόδων από την μελλοντική εκμετάλλευση των κοιτασμάτων φυσικού αερίου και αν η εξαγωγή αερίου είναι συμφέρουσα μέσω αγωγού που να περνά από Τουρκία, ο κ. Ζένιος είπε ότι σίγουρα είναι κάτι ελπιδοφόρο για το μέλλον, αλλά δεν μπορεί να ικανοποιήσει τις άμεσες τρέχουσες ανάγκες.
Τόνισε ότι τα αποθέματα κυπριακού αερίου είναι τα μοναδικά που έχει στην «αυλή» της η Ευρώπη και καθώς ήδη δύο αγωγοί θα μεταφέρουν αέριο μέσω Τουρκίας, δεν θα ήταν προς το συμφέρον της ΕΕ να προστεθεί στην ίδια ενεργειακή οδό και τρίτος αγωγός.
Αναφορικά με το κυπριακό χρέος ο κ. Ζένιος είπε ότι αναδιάρθρωσή του είναι αναπόφευκτη και αναφέρθηκε σε πιθανή έκδοση ομολόγων συνδεδεμένων κατά κάποιο τρόπο με το φυσικό αέριο.
Ο καθηγητής Keat, ο οποίος είναι επίσης επικεφαλής του πολιτικού και οικονομικού ρίσκου χωρών στην UBS, αναφέρθηκε σε δύο μακροοικονομικά στοιχεία τα οποία σχετίζονται με την Κυπριακή κρίση και σε τρεις επιπτώσεις της απόφασης του Eurogroup.
Το πρώτο είναι ότι αναδείχθηκε η συστημικότητα της Κύπρου για την Ευρώπη, παρά τις περί αντιθέτου δηλώσεις Γερμανών και άλλων Ευρωπαίων πολιτικών και το δεύτερο είναι –είπε- το θέμα της φοροδιαφυγής το οποίο προωθείται από τη Γερμανία και τις Βόρειες χώρες της Ευρώπης, επειδή προσφέρει στο εσωτερικό τους πολιτικά οφέλη.
Όσο αφορά στις επιπτώσεις από την απόφαση, ο κ. Keat, είπε ότι το κούρεμα καταθέσεων δημιούργησε προηγούμενο και αναφέρθηκε σε εκροή κεφαλαίων που έχει παρατηρηθεί από την Ευρώπη προς την Ελβετία. Δεύτερο προηγούμενο απετέλεσαν οι κεφαλαιακοί έλεγχοι που ακολούθησαν την απόφαση και τρίτο επικίνδυνο προηγούμενο, το τελεσίγραφο της ΕΚΤ για τερματισμό της ρευστότητας (ELA) των κυπριακών τραπεζών, που ήταν συνδεδεμένο με την ιδέα της ευρω-εξόδου.
Επισήμανε εντούτοις ο καθηγητής Keats ότι ο όλος χειρισμός από μέρους του Eurogroup έδειξε τη πλήρη έλλειψη συντονισμού σε επίπεδο ΕΕ, σ’ ένα θέμα που γνώριζαν για μήνες ότι κλιμακωνόταν. Για χάριν δικαίου, είπε πάντως, πρέπει να αναγνωριστεί ότι οι Ευρωπαίοι, τουλάχιστον τρεις με τέσσερεις μήνες νωρίτερα έστελναν καθαρά μηνύματα ότι το ζήτημα της συμμετοχής των καταθετών στην διάσωση της Κύπρου βρισκόταν στο τραπέζι.
Καταλήγοντας, εξέφρασε την εκτίμηση, ότι αν κοιτάξει κανείς στο ευρύτερο ευρωπαϊκό πλαίσιο το θέμα της Κύπρου, αυτό που πραγματικά αποτελεί απειλή για την Ευρώπη είναι η Ισπανία, η οποία έχει τεράστιο τραπεζικό πρόβλημα το οποίο απειλεί να επεκταθεί και σε άλλες χώρες της ευρωζώνης.
Ο καθηγητής O’ Cleireacain έκανε μια συγκριτική ανάλυση της Ιρλανδίας και Κύπρου, δύο χώρες με υπερμεγέθεις τραπεζιτικούς τομείς των οποίων αρχή του προβλήματος δεν ήταν το δημόσιο χρέος. Η Ιρλανδία – είπε- μετά από δύο χρόνια διαρθρωτικών και άλλων μέτρων λιτότητας επιστρέφει στις αγορές και τα μαθήματα από την Ιρλανδική εμπειρία είναι :
α) αποφυγή συγκρίσεων με την Ελλάδα και εφαρμογή το μεγαλύτερο δυνατό της συμφωνίας και των στόχων της Τρόικας
β) αντιμετώπιση της αποστολής της Τρόικας ως μιας ευκαιρίας για αλλαγές και
γ) απάντηση στη λιτότητα με κοινωνική αλληλεγγύη.
Ανέφερε επίσης ως πολύ σημαντικό και που επίσης διδάσκει η Ιρλανδία, την άντληση όσο το δυνατόν περισσότερων κοινοτικών κονδυλίων από διαρθρωτικά και περιφερειακά ταμεία.
«Μην αφήνετε λεφτά που υπάρχουν στο τραπέζι», είπε ο καθηγητής O’ Cleireacain.
«Εφόσον εκπληρούνται οι στόχοι της συμφωνίας και αποκτήσει η χώρα ιδιοκτησία της διαδικασίας τότε μπορεί να υπάρξει αναδιάρθρωση του χρέους», κατέληξε.
Και οι τρεις ομιλητές σε ερώτηση αν η Κύπρος θα ήταν σε καλύτερη θέση αν εγκατέλειπε το Ευρώ, απάντησαν κατηγορηματικά ότι το κόστος της εξόδου από την ευρωζώνη συνολικά θα είναι κατά πολύ μεγαλύτερο από τα οφέλη της επιστροφής στο εθνικό νόμισμα.