Οι υπολογιστές πλέον έχουν περάσει στην «εποχή» που μπορούν να μαθαίνουν από τα… λάθη τους, μια εξέλιξη που θα φέρει τα πάνω κάτω στον ψηφιακό κόσμο.
Η πρώτη εμπορική έκδοση του νέου αυτού είδους τσιπ υπολογιστών είναι προγραμματισμένο να κυκλοφορήσει μέσα στο 2014.
Θα είναι σε θέση να αυτοματοποιεί εργασίες που τώρα απαιτούν επίπονο προγραμματισμό – για παράδειγμα, πώς ένα ρομπότ θα μπορεί να σηκώσει το χέρι του ομαλά και αποτελεσματικά – αλλά θα μπορεί ακόμη και να παρακάμπτει και να ανέχεται τα λάθη, καθιστώντας δυνητικά τον όρο «computer crash»… απαρχαιωμένο και άνευ αντικειμένου, γράφει ο John Markoff στους New York Times.
Η νέα αυτή προσέγγιση στους υπολογιστές, χρησιμοποιείται ήδη από ορισμένες μεγάλες εταιρείες τεχνολογίας και βασίζεται στο βιολογικό νευρικό σύστημα.
Πιο συγκεκριμένα, στο πώς οι νευρώνες αντιδρούν σε ερεθίσματα και συνδέονται με άλλους νευρώνες για να ερμηνεύσουν τις πληροφορίες που δέχονται.
Επιτρέπει στους υπολογιστές να «απορροφούν» νέες πληροφορίες κατά την εκτέλεση μιας εργασίας, και να προσαρμόζουν αυτό που κάνουν με βάση τα διαφορετικά «μηνύματα» που δέχονται.
Τα επόμενα χρόνια θα καταστεί δυνατή μια νέα γενιά συστημάτων τεχνητής νοημοσύνης που θα εκτελούν ορισμένες λειτουργίες που κάνουν οι άνθρωποι με ιδιαίτερη… ευκολία: να βλέπουν, να μιλούν, να ακούν, να πλοηγούνται, να χειρίζονται και να ελέγχουν.
Αυτό θα επιφέρει τεράστιες αλλαγές σε τομείς που μέχρι σήμερα βασίζονται σε μεγάλο βαθμό στον ανθρώπινο προγραμματισμό.
Οι σχεδιαστές του νέου αυτού τύπου τσιπ υπολογιστών υποστηρίζουν ότι μπορεί να ανοίξει ο δρόμος για τη δημιουργία ρομπότ που θα μπορούν να περπατούν ακόμη και να οδηγούν με ασφάλεια ένα αυτοκίνητο στο φυσικό κόσμο. Βέβαια, ένας υπολογιστής που θα πραγματοποιεί σκέψεις και θα έχει συνείδηση, μάλλον θα παραμείνει ακόμα στη σφαίρα της… επιστημονικής φαντασίας, προσθέτει ο αρθρογράφος.
«Προχωράμε από τα συστήματα μηχανικής υπολογιστών σε κάτι που έχει πολλά από τα χαρακτηριστικά των βιολογικών υπολογιστών» ανέφερε ο Larry Smarr, αστροφυσικός που διευθύνει το Ινστιτούτο Τηλεπικοινωνιών και Πληροφορικής της Καλιφόρνια, ένα από τα πολλά ερευνητικά κέντρα που έχουν αφιερωθεί στην ανάπτυξη αυτών των νέων ειδών κυκλωμάτων υπολογιστών.
Οι συμβατικοί υπολογιστές έχουν προγραμματιστεί να κάνουν περιορισμένα πράγματα. Για παράδειγμα, τα υπολογιστικά συστήματα όρασης, «αναγνωρίζουν» μόνο τα αντικείμενα που έχουν προγραμματιστεί να «βλέπουν» βάσει ειδικών αλγορίθμων. Κάτι σαν να εκτελούν μια «συνταγή» βήμα προς βήμα.
Ερευνητές της Google ανακοίνωσαν τον περασμένο Ιούνιο ότι έχουν αναπτύξει μια νέα μηχανή αναζήτησης, χρησιμοποιώντας τεχνικές νευρωνικών δικτύων, προκειμένου οι χρήστες να μπορούν να βρίσκουν συγκεκριμένες φωτογραφίες με μεγαλύτερη ακρίβεια.
Για να οδηγηθούν όμως οι επιστήμονες προς αυτές τις κατευθύνσεις, βοηθήθηκαν από την «έκρηξη» επιστημονικής γνώσης που υπήρξε στον τομέα της «εξερεύνησης» του ανθρώπινου εγκεφάλου.
Κι αυτό ενώ οι επιστήμονες δηλώνουν ότι δεν γνωρίζουν και πάρα πολλά για τον τρόπο με τον οποίο λειτουργεί ο εγκέφαλος.
Πριν από περίπου ένα χρόνο η IBM ανακοίνωσε ότι είχε κατασκευάσει έναν υπερυπολογιστή, προσομοιωτή του εγκεφάλου, που περιλάμβανε περίπου 10 δισεκατομμύρια νευρώνες –πάνω από το 10% των νευρώνων που περιέχει ο ανθρώπινος εγκέφαλος.
Ο υπερυπολογιστής αυτός «έτρεχε» περίπου 1.500 φορές πιο αργά από τον ανθρώπινο εγκέφαλο. Επιπλέον, χρειαζόταν πάρα πολλά μεγαβάτ ενέργειας, συγκριτικά με αυτά που απαιτεί ο βιολογικός εγκέφαλος για να λειτουργήσει.
«Για να τρέξει το πρόγραμμα, το οποίο προσπαθεί να μιμηθεί τον εγκέφαλο και που είναι γνωστό ως Compass, με την ταχύτητα του ανθρώπινου εγκεφάλου θα απαιτούνταν μια ροή ηλεκτρικής ενέργειας σε ένα συμβατικό υπολογιστή που είναι ισοδύναμη με εκείνη που απαιτείται για να τροφοδοτηθεί το Σαν Φρανσίσκο και η Νέα Υόρκη μαζί» ανέφερε στους New York Times ο ερευνητής της IBM, Dharmendra Modha.
Η IBM, η Qualcomm, καθώς και μια ερευνητική ομάδα από το πανεπιστήμιο του Stanford έχουν ήδη σχεδιάσει νευροφορμικούς επεξεργαστές και η Qualcomm έχει ανακοινώσει ότι το 2014 θα κυκλοφορήσει μια εμπορική εκδοχή, η οποία αναμένεται να χρησιμοποιηθεί σε μεγάλο βαθμό για περαιτέρω εξέλιξη.
Επιπλέον, πολλά πανεπιστημιακά ιδρύματα εστιάζουν πλέον σε αυτή τη νέα μορφή πληροφορικής.
Το περασμένο φθινόπωρο το Εθνικό Ίδρυμα Επιστημών χρηματοδότησε το Center for Brains, Minds and Machines, ένα νέο ερευνητικό κέντρο με έδρα στο Τεχνολογικό Ινστιτούτο της Μασαχουσέτης που συνεργάζεται ακόμη με το πανεπιστήμιο του Χάρβαρντ και το Cornell.