Ο Άγιος Νικόλαος είναι ο προστάτης των ναυτικών, του Πολεμικού και του Εμπορικού Ναυτικού. Η μνήμη του εορτάζεται σήμερα, 6 Δεκεμβρίου.
Ο Άγιος Νικόλαος γεννήθηκε το 270 μ.Χ. στα Πάταρα της Λυκίας, από πλούσια οικογένεια. Μεγάλωσε με επιμελημένη μόρφωση και με πίστη στα Θεία.
Από πολύ μικρός έμεινε ορφανός και με μεγάλη περιουσία στα χέρια. Αφιερώθηκε στον Θεό και βοήθησε πολλούς φτωχούς και αδύνατους, για την προστασία των οποίων έδωσε μεγάλους αγώνες, ενώ ίδρυσε πολλά νοσοκομεία και φιλανθρωπικά ιδρύματα. Όταν επέστρεψε από τα Ιεροσόλυμα, χειροτονήθηκε ιερέας και αφιερώθηκε στον ασκητικό βίο.
Έγινε ηγούμενος στη Μονή Σιών στα Μύρα της Λυκίας και όταν απεβίωσε ο τότε Αρχιεπίσκοπος, οι επίσκοποι, δια θεϊκής αποκαλύψεως, αναγόρευσαν τον Νικόλαο σε Αρχιεπίσκοπο. Εμψύχωνε τους διωκόμενους, από τους Ρωμαίους, Χριστιανούς και αυτό του κόστισε την εξορία του και την υποβολή του σε βασανιστήρια, κατά την περίοδο των διώξεων από τον Διοκλητιανό.
Όταν όμως ανέβηκε στον αυτοκρατορικό θρόνο ο Μέγας Κωνσταντίνος, ο Νικόλαος αποφυλακίστηκε, επέστρεψε στη θέση του Αρχιεπισκόπου και σύμφωνα με την παράδοση, βοήθησε πολύ κόσμο, αφού είχε το χάρισμα της θαυματουργίας.
Θεωρείται προστάτης των ναυτικών σε όλο τον κόσμο και δεν είναι τυχαίο.
Κάποτε αποφάσισε να ταξιδέψει με πλοίο στους Άγιους Τόπους, για να προσκυνήσει. Κατά τη διάρκεια του ταξιδιού ξέσπασε θαλασσοταραχή, με αποτέλεσμα πλήρωμα και επιβάτες να πανικοβληθούν. Ο Άγιος όμως δεν έχασε την πίστη του, προσευχήθηκε στον Θεό και η θάλασσα ηρέμησε.
Ο μύθος λέει ότι ένας ναυτικός γλίστρησε, έπεσε από το κατάρτι και σκοτώθηκε. Όμως ο Νικόλαος προσευχήθηκε θερμά και ο ναυτικός αναστήθηκε.
Ο Άγιος Νικόλαος αποδήμησε στις 6 Δεκεμβρίου του 343 μ.Χ. και μετά την κοίμησή του ονομάστηκε «μυροβλήτης». Το 1087 κάποιοι ναύτες αφαίρεσαν τα λείψανά του από τα Μύρα της Λυκίας και τα μετέφεραν στο Μπάρι της Ιταλίας.
Τοποθετήθηκαν στον Ναό του Αγίου Στεφάνου, όπου -σύμφωνα με τον θρύλο- κατά τη διάρκεια της θείας λειτουργίας, τα ιερά λείψανα άρχισαν να αναβλύζουν τόσο μύρο, που οι πιστοί το συνέλεγαν σε δοχεία, για να το χρησιμοποιήσουν για θεραπεία σε διάφορες ασθένειες.
Το μεγαλύτερο μέρος των λειψάνων του βρίσκονται σήμερα στη Βασιλική του Αγίου Νικολάου στο Μπάρι της Ιταλίας κι ένα μέρος τους στον ναό του Αγίου Νικολάου στο νησάκι Λίντο της Βενετίας. Η μεταφορά τους στην Ιταλία έγινε επί βυζαντινού αυτοκράτορος Αλεξίου Β’ Κομνηνού (1180-1183), όταν τα Μύρα κατακτήθηκαν από τους Σελτζούκους Τούρκους και υπήρχε κίνδυνος να τα καταστρέψουν.
Στην ελληνική λαϊκή παράδοση η εορτή του Αγίου Νικολάου αποτελεί το τέλος του εορταστικού τριημέρου που ονομάζεται «Νικολοβάρβαρα» και είναι ταυτισμένα με το δυνατό κρύο και τις άσχημες καιρικές συνθήκες. Σχετικές οι παροιμίες: «άε Βαρβάρα φύσα, άε Σάββα βρέξον, αε Νικόλα σόντσον (χιόνισε)» (ποντιακή), «Τα Αγιονικολοβάρβαρα ή βρέχει ή χιονίζει» και «Βαρβαρίτσες, Νικολίτσες, όπου να’σαι μέσα να’σαι».
Ο Άγιος Νικόλαος τιμάται ιδιαίτερα σε όλο τον ελληνικό χώρο από τους ανθρώπους της θάλασσας. Είναι προστάτης των ναυτικών, του Πολεμικού και του Εμπορικού Ναυτικού. Είναι ο πολιούχος Άγιος της Αλεξανδρούπολης, του Βόλου, του Γαλαξειδίου, της Κοζάνης, του Πολύγυρου, της Σητείας και της Σύρου.
Στον Ρωμαιοκαθολικό Κόσμο ο Άγιος Νικόλαος, εκτός από τους ναυτικούς, είναι προστάτης των παιδιών, των απασχολουμένων στα ηλεκτρονικά μέσα μαζικής ενημέρωσης, των ενεχυροδανειστών, των φαρμακοποιών, των μεταμελημένων κλεπτών, των βαρελοποιών, των εμπόρων και των αδίκως κατηγορηθέντων.
Στη δυτική παράδοση ο Άγιος Νικόλαος (Santa Claus) είθισται να φέρνει τα χριστουγεννιάτικα δώρα στα παιδιά, όπως, στη δική μας παράδοση, ο Άγιος Βασίλης.