Ο Άγιος Γρηγόριος ο επονομαζόμενος και Θεολόγος, τιμάται σήμερα 25 Ιανουαρίου από την Εκκλησία.
Ο Άγιος Γρηγόριος ο Θεολόγος γεννήθηκε το 329 μ.Χ. στην Αριανζό, κωμόπολη της Καππαδοκίας, από ειδωλολάτρες γονείς, τον Γρηγόριο και την Νόννα. Έχει δύο αδέρφια: τον Καισάρειο και τη πασίγνωστη για την ευσέβειά της αδερφή Γοργονία.
Μετά τη γέννηση του Γρηγορίου και το φωτισμό του Αγ. Πνεύματος, γίνονται χριστιανοί και βαπτίζονται.
Έκανε τις εγκύκλιες σπουδές στη Ναζιανζό, ενώ τη μέση εκπαίδευση στη Καισαρεία, όπου και γνωρίζεται με το συμμαθητή του Μέγα Βασίλειο.
Έπειτα, πηγαίνει κοντά σε περίφημους διδασκάλους της ρητορικής στη Παλαιστίνη και στην Αλεξάνδρεια και, τέλος, στα Πανεπιστήμια της Αθήνας. Οι σπουδές του διήρκεσαν 13 ολόκληρα χρόνια (από 17 έως 30 ετών).
Μετά τις σπουδές στην Αθήνα ο Γρηγόριος επιστρέφει στη πατρίδα του μονολότι του πρόσφεραν έδρα Καθηγητή Πανεπιστημίου. Εκεί, ο πατέρας του, επίσκοπος Ναζιανζού, τον χειροτονεί πρεσβύτερο.
Αλλά ο Άγιος Γρηγόριος προτιμά την ησυχία του αναχωρητηρίου στο Πόντο, κοντά στο φίλο του Βασίλειο, για περισσότερη άσκηση στη πνευματική ζωή.
Μετά, όμως, από θερμές παρακλήσεις των δικών του, επιστρέφει στην πατρίδα του και μπαίνει στην ενεργό δράση της Εκκλησίας. Στα 43 του χρόνια ο Θεός τον ανύψωσε στο επισκοπικό αξίωμα.
Έδρα του ορίστηκε η περιοχή των Σασίμων την οποία ποτέ δεν ποίμανε λόγω των Αρειανών κατοίκων της.
Όμως, ο θάνατος έρχεται να πληγώσει τη ψυχή του, με αλλεπάλληλους θανάτους συγγενικών προσώπων. Πρώτα του αδερφού του Καισαρείου, έπειτα της αδερφής του Γοργονίας, μετά του πατέρα του και, τέλος, της μητέρας του Νόννας.
Μετά απ’ αυτές τις θλίψεις, η θεία Πρόνοια τον φέρνει στην Κωνσταντινούπολη (378 μ.Χ.), όπου υπερασπίζεται με καταπληκτικό τρόπο την Ορθοδοξία και χτυπά καίρια τους Αρειανούς, που είχαν πλημμυρίσει την Κωνσταντινούπολη.
Η κατάσταση ήταν πολύ δύσκολη. Όλοι οι ναοί της Βασιλεύουσας ήταν στα χέρια των αιρετικών.
Όμως ο Άγιος δεν απελπίζεται. Μετατρέπει ένα δωμάτιο στο σπίτι που τον φιλοξενούσαν σε ναό και του δίνει συμβολικό όνομα.
Ονομάζει το ναό Αγία Αναστασία δείγμα ότι πίστευε στην ανάσταση της Ορθόδοξης Πίστης.
Οι αγώνες είναι επικίνδυνοι
Οι αιρετικοί ανεβασμένοι πάνω στις σκεπές των σπιτιών του πετούν πέτρες και έτσι ο Άγιος Γρηγόριος δοκιμάζεται πολύ. Στο ναό της Αγίας Αναστασίας εκφωνεί τους περίφημους πέντε θεολογικούς λόγους που του έδωσαν δίκαια τον τίτλο του Θεολόγου.
Μετά το σκληρό αυτό αγώνα, ο Μέγας Θεοδόσιος τον αναδεικνύει Πατριάρχη Κωνσταντινουπόλεως (381 μ.Χ.).
Η Β’ Οικουμενική Σύνοδος τον αναγνώρισε ως Πρόεδρό της. Όμως μια μερίδα επισκόπων τον αντιπολιτεύεται για ευτελή λόγο.
Τότε ο Γρηγόριος, αηδιασμένος, δηλώνει τη παραίτησή του, αναχωρεί στη γενέτειρά του Αριανζό και τελειώνει με ειρήνη τη ζωή του, το 390 μ.Χ.
Ο Άγιος Γρηγόριος ο Θεολόγος άφησε μεγάλο συγγραφικό έργο. Ιδιαίτερο ενδιαφέρον παρουσιάζουν τα φιλοσοφημένα 408 ποιήματά του 18.000 περίπου στίχων.
Είναι από τα μεγαλύτερα πνεύματα του Χριστιανισμού και από τους λαμπρότερους αθλητές της ορθόδοξης πίστης.
Για την όλη παρουσία του η Εκκλησία τον αποκάλεσε “Θεολόγο”.
Η τίμια κάρα του φυλάσσεται στην Ιερά Μονή Βατοπεδίου, στο Άγιο Όρος ενώ το ιερό σκήνωμα του φυλάσσετε στον ομώνυμο Ναό του στην Νέα Καρβάλη.
Άγιος Αυξέντιος ο Νεομάρτυρας
Ο Άγιος Αυξέντιος γεννήθηκε στην επαρχία Βελλάς των Ιωαννίνων το 1690 μ.Χ., από γονείς ευσεβείς. Νεαρός ακόμα, πήγε στην Κωνσταντινούπολη και δούλευε την τέχνη των γουναράδων στο χάνι, το λεγόμενο Μαχμούτ-Πασά.
Αργότερα όμως, επεθύμησε τέρψεις και ηδονές, εγκατέλειψε την τέχνη του και προσλήφθηκε στα βασιλικά καράβια, όπου ξεφάντωνε με τους Τούρκους φίλους του.
Αυτοί οι φίλοι του όμως, τον συκοφάντησαν ότι αρνήθηκε τον Χριστό και ομολόγησε τη θρησκεία τους. Φοβισμένος ο Αυξέντιος εγκατέλειψε τα καράβια και αφού αγόρασε μια βάρκα, έκανε τον βαρκάρη. Μετανιωμένος όμως για τα προηγούμενα σφάλματα του, θέλησε να μαρτυρήσει για τον Χριστό.
Τυχαία τότε, συνάντησε τον Σύγκελλο της Μεγάλης Εκκλησίας Γρηγόριο Ξηροποταμηνό και εξομολογήθηκε τον πόθο του. Αργότερα, τον συνάντησαν στον δρόμο ναυτικοί του στόλου, τον αναγνώρισαν και τον οδήγησαν στον κριτή.
Στο κριτήριο ο Αυξέντιος, παρά τα σκληρά βασανιστήρια, ομολόγησε πως είναι χριστιανός. Έτσι τον φυλάκισαν στο Πασά – Καπισί.
Στη φυλακή αυτή, ο Σύγκελλος Γρηγόριος τον επισκέφθηκε και τον ενθάρρυνε να σταθεί ανδρείος μπροστά στους άπιστους. Ανακρινόμενος και πάλι ο Αυξέντιος επέμενε λέγοντας:
«Εγώ χριστιανός γεννήθηκα και χριστιανός θέλω ν’ αποθάνω». Τότε τον καταδίκασαν σε θάνατο με αποκεφαλισμό.
Τον αποκεφάλισαν στις 25 Ιανουαρίου 1720 μ.Χ. στην Κωνσταντινούπολη.
Η κάρα του Άγιου σώζεται στη Μονή Ξηροποτάμου.