Το Γραφείο του Γενικού Ελεγκτή της Δημοκρατίας ανακοινώνει ότι η Ειδική Έκθεση με θέμα «Κανονιστικός έλεγχος προγράμματος ταχείας χορήγησης άδειας μετανάστευσης σε υπηκόους τρίτων χωρών που επενδύουν στην Κύπρο («Χρυσή Βίζα»)», που ετοιμάστηκε από την Ελεγκτική Υπηρεσία, έχει αναρτηθεί σήμερα στην ιστοσελίδα της Υπηρεσίας.
Στην Έκθεση της η Ελεγκτική υπηρεσία, αναφέρει μεταξύ άλλων ότι θα πρέπει να εξετάστει σοβαρά το ενδεχόμενο πλήρους κατάργησης του Προγράμματος «Χρυσή Βίζα» .
Αναφέρει ότι ο κανονιστικός έλεγχος έγινε στο πλαίσιο διερεύνησης καταγγελίας που υποβλήθηκε στην Υπηρεσία σχετικά με την εφαρμογή του προγράμματος «Ταχεία διαδικασία χορήγησης Άδειας Μετανάστευσης σε αιτητές που είναι υπήκοοι τρίτων χωρών και επενδύουν στην Κύπρο» του Τμήματος Αρχείου Πληθυσμού και Μετανάστευσης (ΤΑΠΜ).
Το Πρόγραμμα συστάθηκε με βάση τον Κανονισμό 6(2) των Περί Αλλοδαπών και Μεταναστεύσεως Κανονισμών (ΚΔΠ 242/1972), όπως τροποποιήθηκαν, κατόπιν απόφασης του Υπουργού Εσωτερικών, με ενημέρωση του Υπουργικού Συμβουλίου, ημερομηνίας 25.7.2012 και αφορά στην παραχώρηση αδειών μετανάστευσης σε υπηκόους τρίτων χωρών που προβαίνουν σε επένδυση ύψους τουλάχιστον €300.000 και οι οποίοι δεν εμπίπτουν στις συνήθεις κατηγορίες που προβλέπονται για την παραχώρηση άδειας μετανάστευσης (π.χ. αυτοαπασχόληση στη γεωργία, κτηνοτροφία, πτηνοτροφία κλπ, απασχόληση σε μεταλλευτικές επιχειρήσεις στη Δημοκρατία και κατέχουν δικαίωμα μεταλλευτικής έρευνας, υπάλληλοι σε κάποιο εργοδότη κ.λπ.) Στο πλαίσιο του Προγράμματος παραχωρήθηκαν άδειες μετανάστευσης σε περίπου 5.800 επενδυτές.
Σε σύσταση που εξέδωσε στις 28.3.2022 η Ευρωπαϊκή Επιτροπή, επισημαίνει ότι τα προγράμματα χορήγησης άδειας διαμονής σε επενδυτές ενέχουν εγγενείς κινδύνους ασφάλειας, νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες, φοροδιαφυγής και διαφθοράς για τα κράτη μέλη και για την Ευρωπαϊκή Ένωση (ΕΕ) στο σύνολό της. Η σύσταση περιλήφθηκε και στην αιτιολογική έκθεση πρότασης για την νέα Οδηγία της ΕΕ για θέματα διαφθοράς.
“Λαμβάνοντας υπόψη ότι κατά την εφαρμογή του Κυπριακού Επενδυτικού Προγράμματος ανάλογες συστάσεις, παραινέσεις και προειδοποιήσεις της Ευρωπαϊκής Επιτροπής είχαν αγνοηθεί, ζητήσαμε από το ΤΑΠΜ να μας υποβάλει σχόλιά του. Το ΤΑΠΜ μας παρέπεμψε στην αναθεώρηση του Προγράμματος που έγινε τον Μάιο του 2023 εκφράζοντας τη άποψη ότι αυτή έχει θωρακίσει το Πρόγραμμα, θέση με την οποία δεν συμφωνούμε” αναφέρεται στην Εκθεση.
Αναφέρεται ακόμη ότι τα σημαντικότερα ευρήματα που προέκυψαν από τον έλεγχο είναι ότι το ΤΑΠΜ δεν ελέγχει την τήρηση της πρόνοιας των Κανονισμών για ακύρωση της άδειας μετανάστευσης στις περιπτώσεις που οι αλλοδαποί επενδυτές αποκτήσουν μόνιμη διαμονή σε άλλη χώρα ή παραμείνουν εκτός της Δημοκρατίας για περίοδο μεγαλύτερη από δύο έτη που στη βάση των ευρημάτων του ελέγχου μας, η διαμονή εκτός της Δημοκρατίας σχεδόν αποτελεί τον κανόνα.
Ένα άλλο εύρημα, αναφέρεται, είναι ότι το ΤΑΠΜ δεν προβαίνει σε οποιουσδήποτε τακτικούς ελέγχους για διαπίστωση της τήρησης των κριτηρίων μετά την παραχώρηση της άδειας μετανάστευσης.
Επίσης, η ΕΥ διαπίστωσε ότι παραχωρήθηκαν άδειες μετανάστευσης για επενδύσεις που είχαν υλοποιηθεί πριν την εισαγωγή των συγκεκριμένων κριτηρίων.
Ακόμα, διαπίστωσε περιπτώσεις επενδύσεων που αφορούσαν στην αγορά κατοικιών με μειωμένο συντελεστή ΦΠΑ 5% από επενδυτές οι οποίοι δεν διαμένουν μόνιμα στη Δημοκρατία αλλά την επισκέπτονται για λίγες μέρες κάθε δύο χρόνια. “Συνεπώς δεν ικανοποιείται η απαίτηση της νομοθεσίας ότι, για να εφαρμοστεί μειωμένος συντελεστής ΦΠΑ, η κατοικία θα πρέπει να χρησιμοποιείται «ως κύριος και μόνιμος χώρος διαμονής στη Δημοκρατία»” αναφέρει η ΕΥ.
Άλλο εύρημα της ΕΥ είναι ότι το ΤΑΠΜ παραχώρησε άδεια μετανάστευσης σε 16 άτομα με την προσκόμιση αποδεικτικών διενέργειας μίας μόνο επένδυσης, χωρίς να τηρηθεί το κριτήριο της αποκλειστικής ιδιοκτησίας του νομικού προσώπου που προέβη στην αγορά.
Αναφέρει ότι από έλεγχο της ΕΥ σε 20 περιπτώσεις με πωλητήρια έγγραφα που αφορούσαν επενδύσεις σε ακίνητα, εντοπίστηκαν περιπτώσεις ακινήτων που δεν ολοκληρώθηκε η πώλησή τους με την έκδοση τίτλων ιδιοκτησίας προς όφελος των αγοραστών καθώς και περιπτώσεις πωλητηρίων εγγράφων που αποσύρθηκαν. “Για μία περίπτωση έχουμε πρόθεση να διαβιβάσουμε σχετική καταγγελία στην Αστυνομία και την Μονάδα Καταπολέμησης Αδικημάτων Συγκάλυψης (ΜΟΚΑΣ)” αναφέρει η ΕΥ.
Σημειώνει ακόμη ότι διαπιστώθηκε ότι σε ορισμένες περιπτώσεις το ΤΑΠΜ αποδέχτηκε προσκόμιση μη επίσημων αποδεικτικών πληρωμής για την τεκμηρίωση των επενδύσεων που έγιναν και ότι σε μία περίπτωση το ΤΑΠΜ παραχώρησε άδεια μετανάστευσης σε αιτητή στη βάση εμβάσματος από μία κυπριακή τράπεζα σε άλλη, χωρίς να εξακριβωθεί κατά πόσο τα χρήματα προήλθαν από το εξωτερικό όπως προνοούσαν τα κριτήρια του Προγράμματος.
Αλλο εύρημα της ΕΥ είναι ότι το ΤΑΠΜ παραχώρησε άδεια μετανάστευσης σε αιτητή με την προσκόμιση αποδεικτικών για επένδυση που έγινε από συγγενικό του πρόσωπο και όχι από τον ίδιο.
“Σημειώνουμε και τη γενικότερη αδυναμία διενέργειας ελέγχων στις διελεύσεις από και προς τα κατεχόμενα, από μέρους του ΤΑΠΜ, που διευκολύνει οποιοδήποτε φυσικό πρόσωπο να εγκαταλείψει τη Δημοκρατία από τα κατεχόμενα και να φαίνεται ότι παραμένει ακόμα στην Κύπρο”, αναφέρει.
Σημειώνεται ότι παρόλο που δεν αποτελούσε αντικείμενο του παρόντος ελέγχου, διαπιστώσαμε μη τήρηση συγκεκριμένης πρόνοιας της νομοθεσίας για υποχρεωτική δωδεκάμηνη συνεχόμενη διαμονή στη Δημοκρατία πριν την ημερομηνία της αίτησης, κατά την εξέταση των αιτήσεων πολιτογραφήσεων λόγω ετών διαμονής στη Δημοκρατία. Όπως διαφάνηκε, το ΤΑΠΜ αγνόησε σχετική γνωμάτευση του Γενικού Εισαγγελέα ημερ. 15.9.2017 που εξηγούσε την αυστηρότητα με την οποία θα πρέπει να ελέγχεται η συγκεκριμένη πρόνοια της νομοθεσίας.
“Δεδομένου του μεγάλου αριθμού και της σοβαρότητας των ευρημάτων στο δείγμα το οποίο έχουμε τυχαία επιλέξει, εκφράσαμε την άποψη ότι εύλογα μπορεί κανείς να συμπεράνει την προχειρότητα στη σύνταξη και την εφαρμογή γενικότερα του Προγράμματος και την ανεπάρκεια των μηχανισμών ελέγχου. Με δεδομένη δε τη θέση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής που αναφέρεται πιο πάνω, εισηγηθήκαμε στο Υπουργείο Εσωτερικών να εξετάσει σοβαρά το ενδεχόμενο πλήρους κατάργησης του Προγράμματος”.
Διευκρινίζεται ότι το Πρόγραμμα «Ταχεία διαδικασία χορήγησης Άδειας Μετανάστευσης σε αιτητές που είναι υπήκοοι τρίτων χωρών και επενδύουν στην Κύπρο» (στο εξής «το Πρόγραμμα Χρυσής Βίζας» ή «το Πρόγραμμα») του Τμήματος Αρχείου Πληθυσμού και Μετανάστευσης, συστάθηκε με βάση τον Κανονισμό 6(2) των Περί Αλλοδαπών και Μεταναστεύσεως Κανονισμών ΚΔΠ 242/1972, όπως τροποποιήθηκαν και απόφασης του Υπουργού Εσωτερικών, με ενημέρωση του Υπουργικού Συμβουλίου, ημερομηνίας 25.7.2012.
Με βάση τον εν λόγω Κανονισμό, ο Υπουργός Εσωτερικών δύναται να χορηγήσει άδεια μετανάστευσης σε μετανάστη εάν θεωρήσει σκόπιμο να το πράξει και εάν η μετανάστευση του εν λόγω προσώπου δεν είναι προς βλάβη των κατοίκων γενικώς της Δημοκρατίας.
Με βάση το Πρόγραμμα οι αιτητές πρέπει να πληρούν συγκεκριμένα επενδυτικά και ποιοτικά κριτήρια τα οποία περιλαμβάνουν επένδυση ύψους τουλάχιστον €300.000 με χρήματα που αποδεδειγμένα προέρχονται από το εξωτερικό.
Για τη διενέργεια του ελέγχου, έγινε επιλογή τυχαίου δείγματος 50 περιπτώσεων φακέλων από τους οποίους οι 28 αφορούσαν περιπτώσεις του υπό έλεγχο Προγράμματος Χρυσής Βίζας, ενώ οι υπόλοιπες περιπτώσεις αφορούσαν περιπτώσεις του Κυπριακού Επενδυτικού Προγράμματος (ΚΕΠ).
Το δείγμα εξασφαλίστηκε σταδιακά μέσα από ηλεκτρονικό αρχείο 8.807 φακέλων με εγκεκριμένες αιτήσεις από την έναρξη του προγράμματος τον Αύγουστο του 2012 μέχρι και την 31.12.2022.
Ο παρών κανονιστικός έλεγχος, προστίθεται, αποσκοπούσε στην αξιολόγηση του κατά πόσο οι ενέργειες του ΤΑΠΜ, σε σχέση με την εφαρμογή του Προγράμματος Χρυσής Βίζας, συνάδουν με τις αρχές ή κανόνες που διέπουν το Πρόγραμμα.
Στα γενικά συμπεράσματα η ΕΥ αναφέρει ότι “δεδομένου του μεγάλου αριθμού και της σοβαρότητας των ευρημάτων στο δείγμα το οποίο έχουμε τυχαία επιλέξει, θεωρούμε ότι εύλογα μπορεί κανείς να συμπεράνει την προχειρότητα στη σύνταξη και την εφαρμογή γενικότερα του Προγράμματος και την ανεπάρκεια των μηχανισμών ελέγχου”.
Στις γενικές συστάσεις, η ΕΥ αναφέρει ότι δεδομένων πρώτον, της θέσης της Ευρωπαϊκής Επιτροπής ότι τα προγράμματα χορήγησης άδειας διαμονής σε επενδυτές ενέχουν εγγενείς κινδύνους ασφάλειας, νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες, φοροδιαφυγής και διαφθοράς για τα κράτη μέλη και για την ΕΕ στο σύνολό της, δεύτερον, της γενικής προχειρότητας στη σύνταξη και την εφαρμογή του Προγράμματος, και τρίτον, των ευρημάτων μας που δεικνύουν ότι σε πολλές περιπτώσεις οι επενδύσεις δεν είναι πραγματικές ή ουσιαστικές και άρα δεν διασφαλίζουν τον επενδυτικό σκοπό του Προγράμματος, “είναι άποψη μας ότι το Υπουργείο Εσωτερικών θα πρέπει να εξετάσει σοβαρά το ενδεχόμενο πλήρους κατάργησης του Προγράμματος”.
Σε περίπτωση, προσθέτει, που το Πρόγραμμα θα διατηρηθεί, το ΤΑΠΜ θα πρέπει να εφαρμόζει αυστηρά τη σχετική νομοθεσία για τις προϋποθέσεις παραχώρησης και διατήρησης της άδειας μετανάστευσης και να προβαίνει σε τακτικούς ελέγχους προς διαπίστωση της τήρησης των οικονομικών και ποιοτικών κριτηρίων, προχωρώντας σε ανάκληση των αδειών σε περιπτώσεις όπου διαπιστώνονται παραβιάσεις των κριτηρίων ή των Κανονισμών.
Επίσης, αναφέρει, το ΤΑΠΜ δεν θα πρέπει να αποδέχεται αιτήσεις στις οποίες οι επενδύσεις που δηλώνονται είχαν υλοποιηθεί πριν την εφαρμογή των κριτηρίων τους και οι οποίες εκφεύγουν από τον σκοπό για τον οποίο δημιουργήθηκε το σχέδιο που ήταν η προσέλκυση νέων επενδύσεων από το εξωτερικό.
Ταυτόχρονα, σημειώνει, θα πρέπει να καθοριστεί μέγιστος χρονικός περιορισμός για την αποδοχή των επενδύσεων.
Για την παραχώρηση κυπριακής υπηκοότητας, το ΤΑΠΜ θα πρέπει να εφαρμόζει με αυστηρότητα τη Νομοθεσία σχετικά με τη συνεχή δωδεκάμηνη διαμονή στη Δημοκρατία πριν την ημερομηνία της αίτησης από τους αιτητές πολιτογραφήσεων, καταλήγει.