Η δίκη θα επαναληφθεί στις 8 Μαΐου
Την εξέλιξη της δίκης που ξεκίνησε στο Τριμελές Εφετείο Κακουργημάτων της Αθήνας -της πρώτης δίκης με «φόντο» μαύρο πολιτικό χρήμα στην μεταπολιτευτική ιστορία της Ελλάδας και ενώπιον της ποινικής τακτικής Δικαιοσύνης και όχι του Ανωτάτου Ειδικού Δικαστηρίου– προδιέγραψε ο Άκης Τσοχατζόπουλος, φερόμενος ως «πρωταγωνιστής» του σκανδάλου των «χρυσών μιζών».
Λίγο πριν, οι συνήγοροί του και οι συνήγοροι των 18 συγκατηγορουμένων του έδωσαν «μάχη» νομικών επιχειρημάτων να μην παραστεί το ελληνικό Δημόσιο ως πολιτική αγωγή στην πολύκροτη δίκη, από τη στιγμή που το αδίκημα της δωροδοκίας έχει παραγραφεί.
Ο πρώην υπουργός στην πρώτη τοποθέτησή του ενώπιον του δικαστηρίου, έδωσε το στίγμα της υπερασπιστικής του γραμμής που θα ακολουθήσει κατά την ακροαματική διαδικασία η οποία αναμένεται να είναι πολύμηνη, καθιστώντας σαφές ότι θα μείνει πιστός στην στάση που είχε τηρήσει καθ’ όλη τη διάρκεια της ανακριτικής διαδικασίας.
Αρνήθηκε την κατηγορία που αντιμετωπίζει, άφησε εκ νέου σαφείς αιχμές για άνωθεν παρεμβάσεις, μίλησε για εντυπώσεις και ζήτησε την αποφυλάκιση της συζύγου του Βίκυς Σταμάτη. Παράλληλα, αιτήθηκε την κλήτευσή μελών του ΚΥΣΕΑ ανάμεσά τους ο Γιώργος Παπανδρέου, ο Ευάγγελος Βενιζέλος, ο Κ. Λαλιωτης και ο Θ. Πάγκαλος, τους οποίους έβαλε στο «κάδρο» θέλοντας να προσδώσει πολιτική χροιά στη όλη διαδικασία.
Σύμφωνα με τη Δικαιοσύνη, ωστόσο, ο άλλοτε κραταιός υπουργός του ΠΑΣΟΚ για την υπογραφή των συμβάσεων για γερμανικά υποβρύχια και τα αντιαεροπορικά συστήματα Tor – M1, έλαβε «ωφελήματα» ύψους 57 εκατ. ευρώ!
Στο ποσό αυτό αυτό δεν περιλαμβάνεται το «μαύρο χρήμα» που τόσο ο εισαγγελέας Εφετών Παναγιώτης Καραγιάννης όσο και οι δικαστές μέλη του συμβουλίου Εφετών θεωρούν ότι ο πρώην υπουργός ίσως και να έχει «κρύψει» σε διάφορα σημεία του πλανήτη.
Οι δικαστικοί λειτουργοί καταλήγουν στο συμπέρασμα αυτό επικαλούμενοι σημειώσεις του πρώην υπουργού που κατασχέθηκαν στο σπίτι και του γραφείο του και οι οποίες αφορούν τραπεζικούς λογαριασμούς σε χώρες της Ασίας που όμως ακόμη δεν έχουν ακόμη εντοπιστεί. Μάλιστα, ανεβάζουν κι’ άλλο το ήδη αστρονομικό ποσό των 57 εκατ. ευρώ στα 80 εκατ. ευρώ «υπολογίζοντας» και την «απόδοση» που θα είχε από την διαχείρισή του από τον έτερο βασικό κατηγορούμενο της υπόθεσης και δεξί χέρι του Α. Τσοχατζόπουλου στο υπουργείο Εθνικής Άμυνας Γιάννη Σμπώκο.
Τα χρήματα έφταναν, σύμφωνα με το βούλευμα, στους κατηγορουμένων προερχόμενα αρχικά από τη γερμανική «Ferrοstaal» και η Ρώσικη «Antey». Τα ίχνη τους χάνονταν στη συνέχεια μέσω επτά υπεράκτιων εταιρειών που λειτουργούσαν ως «πλυντήρια» («Marine Indurstrial Enterpises», «Morelia Trading», «Torcaso Investment Ltd», «Blue Bell S.A», «P&A Investments S.A», «Norris» και «Drumilan») από τις οποίες, σύμφωνα με το βούλευμα, διακινήθηκαν δεκάδες εμβάσματα σε δολάρια, ελβετικά φράγκα δραχμές και ευρώ, προκειμένου να σβηστούν τα ίχνη τους.
Άκης: «Αρνούμαι το κατηγορητήριο, είναι κατάπτυστο»
Στην πρώτη του τοποθέτηση ο Άκης Τσοχατζόπουλος ανέφερε στο δικαστήριο: «Αρνούμαι απόλυτα το κατηγορητήριο ….με το οποίο επιχειρείται να δοθεί η εντύπωση ότι υπάρχει οργάνωση με σκοπό να ξεπλυθεί χρήμα και ότι πίσω από αυτή βρίσκεται ο πρώην υπουργός Άμυνας. Το κατηγορητήριο είναι κατάπτυστο. Δεν είναι η ώρα να μπούμε στην ουσία θίγομαι όμως.
Τόσα δικαστικά συμβούλια, τόσες διαδικασίες. Κανένα όμως δικαστικό συμβούλιο δεν τόλμησε να πάρει θέση. Μήπως υπάρχει κάποια καθοδηγούμενη πορεία, προκειμένου να φτάσουμε σε αυτό το αποτέλεσμα; ….Είναι άδικο, παράνομο και καταχρηστικό αυτό που συμβαίνει σε εμένα, τη γυναίκα μου και τη κόρη μου. Να επιληφθείτε της αίτησης αποφυλάκισης της γυναίκας μου. Εμένα ζητούσαν και φυλάκισαν την γυναίκα μου».
Η σύζυγος του Άκη Τσοχατζόπουλου φέρεται να αποδέχθηκε μαύρο χρήμα, μέρος του οποίου διοχετεύτηκε – σύμφωνα με τη δικαιοσύνη – στην αγορά του νεοκλασικού στις παρυφές του λόγου της Ακρόπολης.
Ο συνήγορος υπεράσπισης της κυρίας Βίκυ Σταμάτη, Αλέξης Κούγιας εκπροσωπώντας την στο δικαστήριο (εκείνη τη στιγμή η κατηγορουμένη απουσίαζε επικαλούμενη σύμφωνα με πληρηφορίες λόγους υγείας) είπε: «Κανείς δεν παρέσυρε την εντολέα μου στην υπόθεση αυτή.
Το μόνο που έκανε ήταν να παντρευτεί τον Ακη Τσοχατζόπουλο, τον πρώην υπουργό και στέλεχος του ΠΑΣΟΚ και να πάρει ένα σπίτι με δάνειο μαζί με τον άντρα της. Τώρα, αν αυτό είναι ξέπλυμα θα το πει το δικαστήριο. Δεν γνωρίζει κανένα απ’ τους συγκατηγορούμενούς της παρά μόνο το Νίκο Ζήγρα τον οποίο έχει δει δύο φορές».
Το κατηγορητήριο σε βάρος τους αρνήθηκαν επίσης η Ευφροσύνη Λαμπροπούλου η λογίστρια του Άκη Τσοχατζόπουλου, ο Νίκος Γεωργουλάκης, η δικηγόρος Ταλιτά Μαρία Τσεκούρα, ο αδελφός της Βίκυς Σταμάτη Παναγιώτης Σταμάτης ο οποίος δήλωσε αθώος, ο Παντελής Ζαχαριάδης, ο Σπυρίδων Χατζηνικολάου, ο Οράτιος Μελάς, ο Κ. Αντωνιάδης και ο Νικόλαος Καρατζάς.
Η Αρετή Τσοχατζοπούλου και και η Γκούντρουν Μολντενάουερ που δεν παρέστησαν στο δικαστήριο, δια του συνηγόρου τους Μιχάλη Δημητρακόπουλου, έκαναν γνωστό ότι δεν παρέστησαν στη διαδικασία όχι από ασέβεια στο δικαστήριο αλλά επειδή -όπως είπε ο κ. Δημητρακόπουλος- είναι και οι δύο ψυχολογικά ράκη.
Ο δικηγόρος Γ. Κωνσταντάτος δήλωσε ότι είναι αθώος και κατηγόρησε το Νικόλαο Ζήγρα ότι έχει πει ψέματα στην απολογία του με αποτέλεσμα να καταστρέψει τον ίδιο και την οικογένειά του.
Οι συνήγοροι των Οράτιου Μελά και Κ. Αντωνιάδη ανέφεραν στο δικαστήριο ότι οι εντολείς τους έχουν καταθέσει αυθορμήτως στους εισαγγελείς και επιφυλάχθηκαν να αποδείξουν την αθωότητά τους κατά το στάδιο της ακροαματικής διαδικασίας.
Ζήγρας: Στην υπόθεση με ενέπλεξε ο Άκης
Ο εξάδελφος του Άκη Τσοχατζόπουλου, Νικόλαος Ζήγρας, που φέρεται ως το δεξί χέρι του πρώην υπουργού στη διαχείριση του δικτύου των offshore εταιρειών μέσω του οποίου, που κατά τη δικαιοσύνη, ξεπλένονταν μαύρο χρήμα, έδειξε και εκείνος να μένει πιστός στα όσα είχε πει προανακριτικά.
Στην πρώτη τοποθέτησή του ενώπιον του δικαστηρίου, ο Ν. Ζήγρας τόνισε: «Δηλώνω την ενοχή μου για τις κατηγορίες, τις οποίες έχω ομολογήσει, κατά την απολογία μου στον ανακριτή. Στην υπόθεση με έχει εμπλέξει ο Τσοχατζόπουλος. Δηλώνω συγνώμη από όλο τον κόσμο και ζητώ την επιείκεια σας».
Η στάση που θα κρατήσει ο Ν. Ζήγρας κατά τη διάρκεια της ακροαματικής διαδικασίας αναμένεται να κρίνει πολλά, δεδομένου ότι ο εξάδελφος του Άκη Τσοχατζόπουλου είχε μιλήσει καταθέτοντας συμπληρωματικά στον ανακριτή και κατονομάζοντας ως τελικούς αποδέκτες του μαύρου χρήματος τους Ακη Τσοχατζόπουλο και ο Ιωάννη Σμπώκο. Ωστόσο, του καταλογίστηκε ότι μίλησε τη γλώσσα της αλήθειας με …δόσεις, προκειμένου να τύχει ευνοϊκής ποινικής μεταχείρισης.
Ο Γιάννης Σμπώκος, ο εξ απορρήτων για σειρά ετών γενικός διευθυντή Εξοπλισμών του Ά. Τσοχατζόπουλου την περίοδο της παντοδυναμίας του στο υπουργείο Εθνικής Άμυνας, δήλωσε αθώος και επιφυλάχθηκε να αποδείξει – όπως είπε – την αθωότητά του.
Ο ίδιος αρνείται τις κατηγορίες αν και δικαστές-μέλη του δικαστικού συμβουλίου στο βούλευμά τους περιγράφουν τον Γιάννη Σμπώκο ως το πρόσωπο εκείνο, στο οποίο ο πρώην υπουργός του είχε εμπιστευτεί μέρος της «παράνομης περιουσίας του» που έφτανε τα 40 εκατ. ευρώ «με εκτιμώμενη απόδοση», όμως, «εκ της διαχείρισης αυτής τα 80 εκατ. ευρώ»! Στηρίζουν δε την άποψή τους αυτή στις αναφορές που έκανε στις χειρόγραφες σημειώσεις του προς κάποιον «Γιάννη» ή «bosko» ο πρώην υπουργός.
Σημαντική όμως είναι και η στάση που θα κρατήσει ο επιχειρηματίας από την Κατερίνη Γιώργος Σαχπατζίδης, ο οποίος είχε λογοδότησε, μεταξύ άλλων, στον ανακριτή για την εμπλοκή του, το διάστημα 2007 έως 2010, στη μεταβίβαση, στη Μονή Βατοπεδίου, ακινήτων που κατείχε η offshore Torcaso, ιδιοκτήτης της οποίας θεωρείται ο πρώην υπουργός.
O Γ. Σαχπατζίδης αρνήθηκε την κατηγορία και φέρεται να υποστήριξε ότι η συναλλαγή ήταν απολύτως νόμιμη και ότι δεν γνώριζε κανέναν από τους εμπλεκόμενους. Με ενδιαφέρον αναμένεται τώρα η στάση του στο ακροατήριο, ενώπιον του οποίου επιφυλάχθηκε να αποδείξει την αθωότητά του.
Μάχη για τα 19 εκατ. ευρω
Στο δικαστήριο παράσταση πολιτικής αγωγής κατέθεσε και το Ελληνικό Δημόσιο διεκδικώντας ως αποζημίωση για την ηθική βλάβη που υπέστη ένα εκατομμύριο ευρώ από κάθε κατηγορούμενο, συνολικά δηλαδή 19 εκατ. Ευρώ.
Παράλληλα, οι εκπρόσωποι του ελληνικού Δημοσίου επιφυλάχθηκαν για περαιτέρω νομικές διεκδικήσεις, όσον αφορά την υλική βλάβη, που όπως υποστήριξαν υπέστη το ελληνικό δημόσιο από την δράση των κατηγορουμένων.
Οι συνήγοροι υπερασπιστής έδωσαν «μάχη» νομικών επιχειρημάτων προκειμένου το αίτημά τους για αποβολή του ελληνικού δημοσίου από τη δίκη να γίνει δεκτό από το δικαστήριο. Βασικό τους επιχείρημα ήταν ότι από τη στιγμή που το αδίκημα της δωροδοκίας έχει παραγραφεί και έχει μείνει μόνο η κατηγορία του ξεπλύματος αδίκημα που τελέστηκε – κατά τους ιδίους εκτός των υπουργικών καθηκόντων του Ακη Τσοχατζόπουλο – δεν νομιμοποιείται το ελληνικό δημόσιο να παρίσταται ως πολιτική αγωγή στη δίκη επικαλούμενο ζημία του.
Η εισαγγελέας της έδρας πρότεινε να απορριφθεί το αίτημα της υπεράσπισης περί αποβολής του ελληνικού δημοσίου από τη δίκη, ενώ απορριπτική ήταν και η πρόταση του αναπληρωτή εισαγγελέα. Το δικαστήριο επιφυλάχθηκε να εκδώσει την απόφασή του, ενώ διέκοψε τη συνεδρίαση του για τις 8 Μαΐου.