Στη δίκη για την υπόθεση της αγοράς από την Ελλάδα, επί υπουργίας ´Ακη Τσοχατζόπουλου, των ρωσικών πυραύλων TOR M-1, που διεξάγεται στην Αθήνα από τον Μάιο του 2014, ο συνήγορος υπεράσπισης του κατηγορούμενου πρώην Υπουργού Ντίνου Μιχαηλίδη, μετά από μία μαραθώνια αγόρευσή περίπου 10 ωρών σε 2 ημέρες, ζήτησε από το δικαστήριο την απαλλαγή του πελάτη του από την κατηγορία της νομιμοποίησης εσόδων από εγκληματική δραστηριότητα.
O Γιάννης Μαντζουράνης βάσισε σχεδόν όλη την τελική αγόρευσή του σε δυο αδιάσειστα, κατ´ αυτόν, συμπεράσματα:
Πρώτον, ότι δεν παρουσιάστηκε, λέει, ούτε ένα στοιχείο “ούτε από κατατεθέν έγγραφο, ούτε και κατά την μαρτυρική εξέταση”, που να αποδεικνύει την οικονομική ωφέλεια που μπορεί να είχε ο Ντίνος Μιχαηλίδης από την ανάμειξή του “σε αυτήν την βρώμικη υπόθεση” των ελληνικών εξοπλιστικών προγραμμάτων.
“Εάν αληθεύουν τα όσα αναξιοπίστως υποστηρίχτηκαν στη δίκη, και υιοθετήθηκαν απο την Εισαγγελέα και την Πολιτική Αγωγή, τότε θα έπρεπε να υπήρχε έστω μία μικρή ένδειξη ότι βρέθηκε έστω και ένα ευρώ στη τσέπη του Μιχαηλίδη από αυτήν την βρώμικη δουλειά. Από πουθενά δεν προέκυψε κάτι τέτοιο” είπε ο κ. Μαντζουράνης.
Δεύτερο συμπέρασμά του για να ζητήσει την αθώωση του πελάτη του, είναι ότι οι μαρτυρικές καταθέσεις εναντίον του Ντινου Μιχαηλίδη προέρχονται “από δύο αναξιόπιστους μάρτυρες”.
Συγκεκριμένα, ο κ. Μαντζουράνης αναφέρθηκε επισταμένως στους δυο από τους τρεις, μόλις, μάρτυρες κατηγορίας στη δίκη, τον πρώτο εξάδελφο του Τσοχατζόπουλου, Νίκο Ζήγρα, και τον εμπειρογνώμονα-οικονομολόγο Παναγιώτη Βλάχο.
Για τον πρώτο, ο οποίος καταδικάστηκε στη δίκη Τσοχατζόπουλου για την ίδια κατηγορία, του ξεπλύματος, ο κ. Μαντζουράνης παρατήρησε ότι στην ουσία εξαργύρωσε την μείωση της 6ετούς ποινής του υποδεικνύοντας στις ανακριτικές αρχές τον Ντίνο Μιχαηλίδη ως “πρόσωπο κλειδί” στην υπόθεση, “για να τον εμπλέξει στις βρώμικες δουλειές που έκανε αυτός, μαζί με τον Αλ Ζαγιάντ, τον Καμπούργλου και τον Τσοχατζόπουλο”.
“Το γιατί είναι εδώ λοιπόν, στο δικαστήριο ως κατηγορούμενος ο Ντίνος Μιχαηλίδης, πρέπει να αναζητηθεί στον σχεδιασμό του Ζήγρα και του Φουαντ Αλ Ζαγιάντ. Και είναι φανερό ότι στον σχεδιασμό αυτόν ήθελαν να κατασκευάσουν έναν ενδιάμεσο κρίκο για να τους κάνει τη βρωμοδουλειά, και έτσι επινόησαν τη λύση Μιχαηλίδη”, είπε ο Γιάννης Μαντζουράνης.
Ακόμα, η υπεράσπιση του πρώην Υπουργού, υποστηρίζοντας το επιχείρημά της περί αναξιοπιστίας και του άλλου μάρτυρα Παναγιώτη Βλάχου, είπε ότι δεν τεκμαίρεται από πουθενά με στοιχεία, παρά μόνο με υποθέσεις και εκτιμήσεις του μάρτυρα, ότι τα χρήματα από τις επιταγές της εταιρείας Beeston που κατατέθηκαν και παρέμειναν ως και το 2004, με χρόνο τελέσεως του υπό κατηγορίαν εγκλήματος το 2001, στον τραπεζικό λογαριασμό του Μιχάλη Μιχαηλίδη (με πληρεξούσιο τον πατέρα του Ντίνο) στην Bank Hoffman της Ελβετίας, ο ισχυρισμός ότι ήταν πάγια συνήθεια του Τσοχατζόπουλου να “παρκάρει” κάποια χρήματά του σε διάφορους λογαριασμούς και να τα παίρνει όποτε εκείνος ήθελε, “δεν μπορεί σε μία ευνομούμενη χώρα να θεωρηθεί σοβαρός για να καταδικαστεί ένας άνθρωπος”.
Πόσο μάλλον, συνεχίζει η υπεράσπιση, όταν “όχι μόνο δεν αποδείχτηκε στη δίκη ότι η εταιρεία Beeston ήταν συμφερόντων των Μιχαηλίδηδων, αλλά αντίθετα με στοιχεία που κατατέθηκαν εγγράφως από ελβετική τράπεζα, προκύπτει ότι η εταιρεία ήταν του Αλ Ζαγιάντ¨.
Κλείνοντας την αγόρευσή του, ο Γιάννης Μαντζουράνης ζήτησε από το Δικαστήριο να κρίνει “ανεξάρτητα από την περιρρέουσα πολιτική ατμόσφαιρα¨, που υποκρύπτει, όπως είπε, “και στοιχεία λαϊκισμού και ανθρωποφαγίας” και να αθωώσει τον Ντίνο Μιχαηλίδη.
“Λαμβάνοντας υπ´ όψιν αυτά, κυρίες δικαστές, νομίζω ότι με δυσκολία θα οδηγηθείτε σε καταδικαστική κρίση”.
Αύριο αγορεύουν οι συνήγοροι υπεράσπισης του κατηγορούμενου Μιχάλη Μιχαηλίδη