Δίκαιο της Θάλασσας και ανακατανομές ισχύος στην Αν. Μεσόγειο

Δρ. Νίκος Παναγιωτίδης : Επικεφαλής Γεωστρατηγικού Παρατηρητηρίου Μέσης Ανατολής- Ανατολικής Μεσογείου ( ΓΕΩΠΑΜΕ)

Το τελευταίο διάστημα σημειώνεται μια ευρύτερη ανακατονομή ισχύος στην Ανατολική Μεσόγειο, απότοκο της προσπάθειας της Κυπριακής Δημοκρατίας να δημιουργήσει ένα συμπαγές αντίβαρο ισχύος στον τουρκικό επεκτατισμό.

Η προσέγγιση της Λευκωσίας και της Αθήνας με την Αίγυπτο, με την Τριμερή του Καΐρου στις 8 Νοεμβρίου, καθώς και η συμπερίληψη του Ισραήλ στον δημιουργούμενο άξονα ισχύος με μια νέα τριμερή που θα πραγματοποιηθεί πριν από το τέλος του χρόνου, αποτελεί προσπάθεια εξισορρόπησης της τουρκική απειλής. Aπειλή η οποία εσχάτως ενισχύεται επικίνδυνα, αφού τουρκικά πλοία έχουν εισβάλει στην Κυπριακή ΑΟΖ και διά της άσκησης της τακτικής του εκφοβισμού και της καταναγκαστικής διπλωματίας επιχειρούν να εξαναγκάσουν την Κυπριακή Δημοκρατία και τις εταιρίες που έχουν συνομολογήσει συμφωνίες με αυτήν, να τερματίσουν τις έρευνες στην Κυπριακή ΑΟΖ.

Με άλλα λόγια η Άγκυρα επιχειρεί να εξαναγκάσει τη Λευκωσία να την αποδεχτεί ως συμμέτοχο στην όλη διαδικασία, όπως επίσης και να συναινέσει σε μια διαδικασία διαμοιρασμού των ενεργειακών πόρων στη λογική του 50-50. Η διπλωματική προσέγγιση της Αθήνας και της Λευκωσίας με το Κάιρο και το Τελ Αβίβ ενισχύουν σημαντικά της αποτρεπτικές δυνατότητες της Κυπριακής Δημοκρατίας αφού στέλνουν το ανάλογο μήνυμα στην Τουρκία, ότι δηλαδή δεν μπορεί να συνεχίσει ανενόχλητη της προκλήσεις και δυνητικά μπορεί να αντιμετωπίσει ανάλογο κόστος.

Η προσπάθεια της Ελλάδας να κηρύξει ΑΟΖ με την Αίγυπτο και ακολούθως με την Λευκωσία είναι μια πολύ σημαντική παράμετρος στην όλη διαδικασία. Ως γνωστό η Ελλάδα δεν έχει μέχρι σήμερα κηρύξει ΑΟΖ λόγω των αντιδράσεων της Τουρκίας, η οποία δεν είναι συμβαλλόμενη στη σύμβαση για το Δίκαιο της Θάλασσας (Μοντέγκο Μπέι) του 1982 και δεν αναγνωρίζει το διεθνώς κατοχυρωμένο δικαίωμα των νησιών να έχουν υφαλοκρηπίδα και συνεπώς Αποκλειστική Οικονομική Ζώνη.

Η προσφιλής τακτική της Τουρκίας στο Αιγαίο, όσον αφορά την υφαλοκρηπίδα, την αιγιαλίτιδα ζώνη, αλλά και την ΑΟΖ, είναι η προσπάθεια πολιτικοποίησης μιας καθ’ όλα νομικής διαφοράς. Συνεπώς αρνείται τη μέθοδο του διαδικαστικού διακανονισμού της διαφοράς.

Η Άγκυρα προβάλλει γεωλογικού τύπου επιχειρήματα υποστηρίζοντας ότι τα ελληνικά νησιά συνιστούν ειδικές περιστάσεις (εξάρσεις του βυθού) και επειδή είναι πιο κοντά στα τουρκικά παράλια δεν δικαιούνται υφαλοκρηπίδας και ΑΟΖ. Επίσης θεωρεί από το 1995 casus belli την επέκταση της ελληνικής αιγιαλίτιδας ζώνης στα 12 ν.μ.

Πρέπει να σημειωθεί ότι η Τουρκία ακολουθεί πολιτική δύο μέτρων και δύο σταθμών στο όλο ζήτημα, αφού το 1973 συμφώνησε με την πρώην Σοβιετική Ένωση την οριοθέτηση της αιγιαλίτιδας ζώνης των δύο χωρών στη Μαύρη Θάλασσα στα 12 ν.μ. Επίσης όσον αφορά το θέμα της ΑΟΖ, που μας ενδιαφέρει περισσότερο, η Άγκυρα παρά το γεγονός ότι δεν είναι συμβαλλόμενο μέρος στη σύμβαση του 1982, το 1986 κήρυξε ΑΟΖ στη Μαύρη Θάλασσα αρχικά με την ΕΣΣΔ και στη συνέχεια με τη Βουλγαρία και τη Ρουμανία.

Το Καστελόριζο αποτελεί (με βάση της αρχή της μέσης γραμμής – ίσης απόστασης) το σημείο επαφής της κυπριακής με την ελληνική ΑΟΖ. Με τη σύμπραξη της νέας κυβέρνησης στην Αίγυπτο, που είναι πολύ πιο φιλική στα ελληνικά συμφέροντα απ’ ό,τι ήταν η προηγούμενη κυβέρνηση του έκπτωτου Ισλαμιστή ηγέτη Μοχάμεντ Μόρσι, ανοίγει ο δρόμος για την οριοθέτηση της ελληνικής με την αιγυπτιακή ΑΟΖ. Δοθέντος ότι το Κάιρο θα αναγνωρίσει το Καστελόριζο ως το σημείο που θα τέμνονται οι ΑΟΖ Κύπρου-Ελλάδας-Αιγύπτου, αυτόματα οι τρεις χώρες κερδίζουν ένα τακτικό πλεονέκτημα έναντι της Άγκυρας, της οποίας η ΑΟΖ περιορίζεται σημαντικά μετά από αυτή την εξέλιξη.

Ποια θα είναι η αντίδρασή της σε μια τέτοια εξέλιξη, ουδείς γνωρίζει. Όμως το σίγουρο είναι ότι οι ενέργειες της Αθήνας, της Λευκωσίας και του Καΐρου γίνονται στο πλαίσιο της διεθνούς νομιμότητας, ενώ της Τουρκίας όχι.