Ενοχος κρίθηκε ο πρώην πρόεδρος της Γαλλίας Νικολά Σαρκοζί για τις κατηγορίες διαφθοράς και δωροδοκίας που αντιμετώπιζε.
Στον Νικολά Σαρκοζί το δικαστήριο επέβαλε ποινή φυλάκισης τριών ετών: Αναστολή έκτισης λαμβάνει για τα δύο χρόνια. Ο Σαρκοζί διατηρεί το δικαίωμα της έφεσης, που πρέπει να το ασκήσει εντός δεκαημέρου.
Η δικαστής Κριστίν Μι, η οποία προήδρευσε της υπόθεσης, δήλωσε ότι ο 66χρονος πρώην πολιτικός ηγέτης της Γαλλίας «χρησιμοποίησε το στάτους του ως πρώην Γάλλος πρόεδρος» σε μια «ιδιαίτερα σοβαρή» αδικοπραξία, καθώς ανακοίνωνε την ποινή.
Η πρόταση των δικαστών ήταν καταδίκη τεσσάρων ετών
για τον 66χρονο Σαρκοζί, εκ των οποίων εκτιτέα έπρεπε να είναι τουλάχιστον δύο. Ο ίδιος ο Σαρκοζί, που είναι ο δεύτερος πρόεδρος της Γαλλίας που καταδικάζεται για διαφθορά μετά τον Ζακ Σιράκ δήλωσε στο δικαστήριο ότι «ποτέ. Ποτέ δεν έκανα κατάχρηση της επιρροής μου, φερόμενης ή πραγματικής».
Ο Σαρκοζί, ο οποίος διετέλεσε πρόεδρος της Γαλλίας από το 2007 έως το 2012, και παρόλο που έχει αποσυρθεί από την πολιτική εξακολουθεί να έχει επιρροή στους Συντηρητικούς, έχει προσθεσμία δέκα ημερών για να ασκήσει έφεση κατά της απόφασης.
Γιατί δικάστηκε ο Σαρκοζί
Η υπόθεση του Νικολά Σαρκοζί χρονολογείται από την προεκλογική περίοδο του 2007. Ο πρώην πρόεδρος της Γαλλίας κατηγορήθηκε ότι χρησιμοποίησε την επιρροή του προς τον δικαστή Ζιλμπέρ Αζιμπέρτ ώστε να λάβει πληροφορίες που αφορούσαν στην εις βάρος έρευνα για τη χρηματοδότηση της προεκλογικής του καμπάνιας, από την κληρονόμο της L’ Oreal, Λιλιάν Μπετανκούρ.
Ο Νικολά Σαρκοζί φαίνεται ότι υποσχέθηκε ως αντάλλαγμα στον Δικαστή μια θέση στο πριγκιπάτο του Μονακό. Η Εθνική Οικονομική Εισαγγελία της χώρας η οποία συνεστήθη το 2013, εκτίμησε ότι υπήρξε όντως περίπτωση διαφθοράς και κατάχρησης εξουσίας, καθώς είχε συναφθεί μια άτυπη συμφωνία ανάμεσα στον Σαρκοζί, τον δικηγόρου του Τιερί Χερτσόγκ και τον δικαστή Ζιλμπέρ Αζιμπέρτ, και ζήτησε την καταδίκη του σε τέσσερα έτη φυλάκισης, εκ των οποίων θα εξέτιε τα δύο.
Αξίζει να σημειωθεί ότι ο πρώην πρόεδρος της Γαλλίας μπορεί να ασκήσει έφεση κατά της απόφασης.