Ο ισραηλινός στρατός επιχειρεί σήμερα στο κέντρο της πόλης της Γάζας, στο βόρειο τμήμα του παλαιστινιακού εδάφους, όπου η κατάσταση εκατοντάδων χιλιάδων αμάχων, οι οποίοι εξακολουθούν να βρίσκονται εκεί, γίνεται όλο και πιο καταστροφική έπειτα από ένα μήνα φονικού πολέμου.
Τα στρατεύματα βρίσκονται πλέον «στην καρδιά» της πόλης της Γάζας, στο βόρειο τμήμα της λωρίδας, όπου οι χερσαίες μάχες και η εκστρατεία βομβαρδισμού εντάθηκαν τις τελευταίες ημέρες για «να καταστραφεί η Χαμάς», δήλωσε χθες, Τρίτη, το βράδυ ο υπουργός Άμυνας Γιοάβ Γκάλαντ.
«Δεν θα υπάρξει ανθρωπιστική εκεχειρία χωρίς την επιστροφή των ομήρων», πρόσθεσε ο ισραηλινός υπουργός. Περισσότεροι από 240 άνθρωποι απήχθησαν, σύμφωνα με το Ισραήλ, την ημέρα της επίθεσης της Χαμάς στο ισραηλινό έδαφος στις 7 Οκτωβρίου, που προκάλεσε το ξέσπασμα του πολέμου.
Τουλάχιστον 1.400 άνθρωποι σκοτώθηκαν κατά την επίθεση αυτή, στην πλειονότητά τους άμαχοι που έχασαν τη ζωή τους την ίδια ημέρα της επίθεσης της Χαμάς, η οποία ήταν η πιο αιματηρή στην ιστορία του Ισραήλ.
Από την παλαιστινιακή πλευρά, περισσότεροι από 10.300 άνθρωποι, στην πλειονότητά τους άμαχοι και ανάμεσα στους οποίους 4.237 παιδιά, έχουν χάσει τη ζωή τους από τις 7 Οκτωβρίου στη Γάζα, σύμφωνα με το χθεσινό απολογισμό του υπουργείου Υγείας της Χαμάς.
- «Υπερπλήρη κοιμητήρια» –
Η υπηρεσία επικοινωνίας της Χαμάς στη Γάζα υποστήριξε χθες, Τρίτη, το βράδυ μέσω της πλατφόρμας Telegram πως τα κοιμητήρια στο έδαφος «είναι υπερπλήρη και δεν υπάρχει πια χώρος για τις ταφές».
Μπροστά στην καταστροφική ανθρωπιστική κατάσταση που επικρατεί σ’ αυτό το μικρό πολιορκημένο έδαφος, οι εκκλήσεις για κατάπαυση του πυρός πολλαπλασιάστηκαν από την πλευρά του ΟΗΕ, μη κυβερνητικών οργανώσεων, ηγετών του αραβικού κόσμου και άλλων χωρών.
«Τα αδιάκοπα αιτήματά μας για άμεση εφαρμογή μιας κατάπαυσης του πυρός έμειναν αναπάντητα», δήλωσε χθες το βράδυ η οργάνωση Γιατροί Χωρίς Σύνορα, η οποία ανακοίνωσε το θάνατο ενός εργαζομένου της σε βομβαρδισμό εναντίον του προσφυγικού καταυλισμού του Σάτι, στην περιφέρεια της Πόλης της Γάζας.
Η Διεθνής Επιτροπή του Ερυθρού Σταυρού (ΔΕΕΣ) κάλεσε τα μέρη να βάλουν τέλος στα βάσανα των αμάχων και εξέφρασε τη λύπη της για μια «ηθική αποτυχία». Ο οργανισμός αυτός ανακοίνωσε χθες πως μία από τις οχηματοπομπές της με ανθρωπιστική βοήθεια προς το νοσοκομείο αλ-Κουντς της παλαιστινιακής Ερυθράς Ημισελήνου έγινε στόχος πυρών, την προέλευση των οποίων δεν διευκρίνισε.
«Δεν είναι οι συνθήκες στις οποίες μπορεί να δουλέψει το ανθρωπιστικό προσωπικό», δήλωσε ο Ουίλιαμ Σόμπουργκ, τοπικός αξιωματούχος της ΔΕΕΣ.
Σύμφωνα με το Γραφείο του ΟΗΕ για το συντονισμό των ανθρωπιστικών υποθέσεων (OCHA), το οποίο επικαλείται τους αριθμούς του υπουργείου Υγείας της Χαμάς, 192 μέλη του υγειονομικού προσωπικού έχουν σκοτωθεί από την αρχή του πολέμου.
Η ιδέα μιας κατάπαυσης του πυρός απορρίφθηκε επίσης από τις ΗΠΑ, στενούς συμμάχους του Ισραήλ, οι οποίες προτείνουν μάλλον «ανθρωπιστικές παύσεις» και επιμένουν «στο δικαίωμα του Ισραήλ να αμυνθεί».
Σύμφωνα με διπλωματικές πηγές, οι υπουργοί Εξωτερικών της Ομάδας των Επτά (G7) περισσότερο ανεπτυγμένων βιομηχανικών χωρών, οι οποίοι συνεδριάζουν στο Τόκιο, επιδιώκουν σήμερα να απευθύνουν κοινή έκκληση για «ανθρωπιστικές παύσεις».
Για τους 2,4 εκατομμύρια κατοίκους της Γάζας, η απελπισία είναι έντονη έπειτα από ένα μήνα αδιάκοπων βομβαρδισμών.
«Σταματήστε αυτή τη μηχανή της καταστροφής. Σώστε μας», ζήτησε χθες ο Χισάμ Κούλαμπ, ένας εκτοπισμένος Παλαιστίνιος που οι βομβαρδισμοί τον βρήκαν και στη Ράφα, στο νότιο τμήμα του εδάφους.
Στο Ισραήλ, ο πληθυσμός απέτισε χθες φόρο τιμής στα θύματα της επίθεσης της 7ης Οκτωβρίου που προκάλεσε τραύμα στη χώρα.
«Οι ωμότητες άφησαν μια τρομερή ουλή, τραύματα σε προσωπικό, αλλά και σε εθνικό επίπεδο», δήλωσε ο Άσερ Κοέν, ο πρόεδρος του εβραϊκού πανεπιστημίου της Ιερουσαλήμ, πτυχιούχοι του οποίου σκοτώθηκαν κατά την επίθεση της Χαμάς.
Μπλίνκεν: Είναι σαφές ότι το Ισραήλ δεν μπορεί να επιβάλει κατοχή στη Γάζα
Ο υπουργός Εξωτερικών των Ηνωμένων Πολιτειών Αντονι Μπλίνκεν δήλωσε σήμερα ότι το Ισραήλ δεν μπορεί να διοικήσει την Γάζα, αλλά μπορεί να υπάρξει ανάγκη για μία μεταβατική περίοδο μετά το τέλος του πολέμου.
«Η Γάζα δεν μπορεί να συνεχίσει να διοικείται από την Χαμάς. Αυτό καλεί σε επανάληψη της 7ης Οκτωβρίου…Είναι επίσης σαφές ότι το Ισραήλ δεν μπορεί να επιβάλει κατοχή στην Γάζα», δήλωσε ο Μπλίνκεν στους δημοσιογράφους στο περιθώριο της υπουργικής συνόδου της G7 στο Τόκιο.
«Τώρα, η πραγματικότητα είναι ότι μπορεί να υπάρξει ανάγκη για μία μεταβατική περίοδο μετά το τέλος του πολέμου … Δεν βλέπουμε ανακατάληψη και από ό,τι άκουσα από την ισραηλινή ηγεσία δεν έχουν την πρόθεση να επιβάλουν εκ νέου κατοχή στην Γάζα», είπε.
Σύμμαχος κλειδί του Ισραήλ, οι Ηνωμένες Πολιτείες εξέφρασαν και χθες την αντίθεσή τους σε ενδεχόμενη εκ νέου επιβολή ισραηλινής κατοχής στην Λωρίδα της Γάζας απαντώντας στην δήλωση του ισραηλινού πρωθυπουργού Μπενιαμίν Νετανιάχου σύμφωνα με την οποία η χώρα του θα αναλάβει «την γενική ευθύνη της ασφάλειας» στην Γάζα «επ’ αόριστον».
Για την επίτευξη «μίας βιώσιμης ειρήνης και της ασφάλειας» στην περιοχή, οι Ηνωμένες Πολιτείες θεωρούν ότι πρέπει να απαγορευθούν «οι εκτοπισμοί Παλαιστινίων της Γάζας», να εμποδισθεί η χρησιμοποίηση της Λωρίδας της Γάζας ως πλατφόρμας τρομοκρατίας και να αποφευχθεί η εκ νέου επιβολή ισραηλινής κατοχής στον παλαιστινιακό θύλακα. Πρέπει επίσης να ληφθεί μέριμνα ώστε να αποφευχθεί στο μέλλον «κάθε απόπειρα επιβολής αποκλεισμού ή πολιορκίας στην Γάζα και οποιαδήποτε περικοπή του εδάφους της”, διευκρίνισε ο αμερικανός υπουργός Εξωτερικών.
Πρέπει «να τεθούν οι φωνές και οι προσδοκίες του παλαιστινιακού λαού στο επίκεντρο της διακυβέρνησης στην Γάζα» μετά τον πόλεμο και να υπάρξει «ενοποίηση» του θύλακα με την Δυτική Οχθη υπό τον έλεγχο της Παλαιστινιακής Αρχής, σύμφωνα με τον Αντονι Μπλίνκεν.
Ενας «βιώσιμος μηχανισμός ανοικοδόμησης της Γάζας» θα πρέπει επίσης να εφαρμοσθεί και θα πρέπει επίσης να βρεθεί «ένας τρόπος που θα επιτρέπει στους Ισραηλινούς και τους Παλαιστίνιους να ζήσουν ο ένας δίπλα στον άλλο, ο καθένας στα εδάφη του, υπό τις ίδιες συνθήκες ασφαλείας, ελευθερίας, ευκαιριών και αξιοπρέπειας», κατέληξε.
Πηγή: ΑΠΕ-ΜΠΕ