Τροποποιήσεις της νομοθεσίας που αφορούν την επιβολή ΦΠΑ, ψήφισε η Ολομέλεια της Βουλής των Αντιπροσώπων/
Νόμος που στοχεύει σε απλοποίηση και επίσπευση της διαδικασίας διαγραφής ή μείωσης επιβαρύνσεων και τόκων που επιβλήθηκαν με βάση της διατάξεις του καταργηθέντος νόμου. Περαιτέρω με το νόμο όπως αναφέρεται στην έκθεση της Κοινοβουλευτικής Επιτροπής Οικονομικών αναμένεται να βελτιωθεί η εισπραξιμότητα καθυστερημένων οφειλών του κράτους.
Ο νόμος παρέχει στον Υπουργό Οικονομικών μετά από σύσταση του Εφόρου Φόρου Προστιθέμενης Αξίας και χωρίς την έγκριση του Υπουργικού Συμβουλίου να αποδέχεται τη διαγραφή ή τη μείωση ποσού πρόσθετης επιβάρυνσης ή τόκου ή χρηματικής επιβάρυνσης το οποίο επιβλήθηκε με βάση τις διατάξεις του περί Φόρου Προστιθέμενης Αξίας Νόμου του 1990 μέχρι 2000, όταν το ποσό για το οποίο υποβάλλεται αίτηση για μείωση ή κατάργηση δεν υπερβαίνει τις 20.000 ευρώ.
Όπως είναι γνωστό, με βάση τις διατάξεις του περί Φόρου Προστιθέμενης Αξίας Νόμου του 1990 μέχρι 2000, ο οποίος ίσχυε μέχρι την 31η Ιανουαρίου 2002, κάθε υποκείμενο στο φόρο πρόσωπο που παρέλειπε, αρνούνταν ή καθυστερούσε να υποβάλει φορολογική δήλωση υπόκειτο σε χρηματική επιβάρυνση για κάθε μήνα ή μέρος αυτού που διαρκούσε η άρνηση ή παράλειψη ή καθυστέρηση.
Επιπρόσθετα, σε περίπτωση που το ίδιο πρόσωπο αμελούσε ή αρνούνταν να καταβάλει στον έφορο οποιοδήποτε ποσό φόρου ή άλλο ποσό, τότε είχε υποχρέωση να καταβάλει πρόσθετη επιβάρυνση ύψους 10% επί του ποσού που αμέλησε ή αρνήθηκε να καταβάλει. Σε περίπτωση που η αμέλεια ή άρνηση να καταβάλει οποιοδήποτε ποσό εξακολουθούσε πέραν των τριάντα ημερών από την ημερομηνία που το ποσό καθίστατο καταβλητέο, τότε επιβαλλόταν τόκος ύψους 8% επί του ποσού.