Ζούμε μια περίοδο πρωτοφανούς ενεργειακής κατάντιας, αποτέλεσμα των εσφαλμένων και πρόχειρων ενεργειακών σχεδιασμών της προηγούμενης δεκαετίας. Είναι πλέον καιρός να αναλάβουν τις ευθύνες τους όσοι συνέβαλαν σε αυτή την κατάσταση και έχουν όνομα και επίθετο και μην κρύβονται.
Στα αρχικά σχέδια του Υπουργείου Ενέργειας (2017-2018) για μεγάλα συστήματα ΑΠΕ, υπήρχε ρήτρα υποχρεωτικής αποθήκευσης για έργα άνω των 8MW. Ωστόσο, το 2021, οι ίδιοι που σήμερα διαμαρτύρονται, ζήτησαν την αφαίρεση αυτής της ρήτρας λόγω κόστους ή με την αποδοχή τους να υπόκεινται σε περικοπές. Σήμερα, που το κόστος αποθήκευσης έχει μειωθεί σχεδόν επτά φορές, επιδιώκουν κρατικές επιδοτήσεις για την εγκατάστασή της, αν είναι δυνατόν. Το πιο τραγικό για εμένα είναι που χάθηκε κάθε ηθικός φραγμός και αυτά τα λένε και πρώην πολιτειακοί αξιωματούχοι που κατά τα άλλα υπηρέτησαν την Κυπριακή Δημοκρατία.
Που υπήρχε η ρήτρα υποχρεωτικής αποθήκευσης για τα μεγάλα έργα των ΑΠΕ και τι έγινε στην πορεία και αφαιρέθηκε
· Υπήρχε στους Κανόνες Μεταφοράς & Διανομής (των Διαχειριστών, ΔΣΔ και ΔΣΜΚ) αρχικά στην έκδοση 4.0.2 (Νοέμβριο 2017) μέχρι την έκδοση 5.2.0 (Νοέμβριο 2019) και αφαιρέθηκε στην έκδοση 5.3.0 (Δεκέμβριο 2021) με οδηγία της ΡΑΕΚ.
· T2.4.4 (θ) Για σκοπούς εύρυθμης λειτουργίας του Συστήματος ως αποτέλεσμα της διασποράς της παραγωγής και λαμβάνοντας υπόψη ότι το ηλεκτρικό δίκτυο της Κύπρου είναι μικρό και απομονωμένο και συνεπώς ευάλωτο, καθορίζεται ότι για τη σύνδεση Αιολικών Πάρκων, Φωτοβολταϊκών Πάρκων και Ηλιοθερμικών Σταθμών άνω των 8 MW, απαιτείται να διασφαλίζονται οι πρόνοιες του Τ3.4.6.5 μέσω κατάλληλου συστήματος αποθήκευσης.
· Η Ενοποιημένη Έκδοση 5.3.0 εγκρίθηκε από τη ΡΑΕΚ στις 30 Δεκεμβρίου 2021. Σύμφωνα με την υπ’ αριθμό 72/2022 Απόφαση της ΡΑΕΚ τέθηκε σε ισχύ με τη δημοσίευση της στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας στις 8 Απριλίου 2022 και εφαρμογή στις 30 Σεπτεμβρίου 2024.
Αν, από την αρχή, είχαν τηρηθεί οι τότε απαιτήσεις για αποθήκευση στα περίπου 350-400MW μεγάλων φωτοβολταϊκών, δεν θα υπήρχαν σήμερα περικοπές στην παραγωγή τους, αν είχαμε εγκαταστήσει μεγάλο κεντρικό σύστημα αποθήκευσης δεν θα είχαμε τις αυξημένες αποκοπές/διακοπές σε οικιακά φωτοβολταϊκά που εξυπηρετούν την αυτοκατανάλωση των πολιτών (ιδιαίτερα τους μήνες Μάρτιο, Απρίλιο και Μάϊο που η παραγωγή το μεσημέρι είναι περισσότερη από τη ζήτηση της ενέργειας που χρειαζόμαστε). Αυτή η στρέβλωση της αγοράς οφείλεται σε πρόχειρους σχεδιασμούς και όχι σε τεχνικούς ή οικονομικούς περιορισμούς.
Μεγάλο κεντρικό vs μικρότερα συστήματα αποθήκευσης
Τονίζω ξανά, άλλο το μεγάλο (κρατικό) κεντρικό σύστημα αποθήκευσης που αφορά τους πολλούς και το δημόσιο συμφέρον ως βασικό έργο υποδομής του κράτους και άλλο τα μικρότερα συστήματα αποθήκευσης προς όφελος του οποιουδήποτε έργου από ΑΠΕ – που αφορά ουσιαστικά τη διαχείριση των περικοπών για το κάθε έργο ξεχωριστά.
Η ορθή πολιτική θα έπρεπε να είχε επιβάλει υποχρεωτική αποθήκευση σε όλα τα έργα άνω του 1MW, συνδεδεμένα με ξεχωριστό υποσταθμό της ΑΗΚ. Επιπλέον, οι όροι που αφαιρέθηκαν για να εξυπηρετηθούν συγκεκριμένα συμφέροντα, έπρεπε να διατηρηθούν:
1. Proof of Funds: Για κάθε έργο ξεχωριστά, ώστε να αποτραπεί η δημιουργία φαινομένων κερδοσκοπίας μέσω μεταπώλησης αδειών σε υπεραξία.
2. Deadline Υλοποίησης: Χωρίς αδικαιολόγητες παρατάσεις που επέτρεπαν τη μεταπώληση αδειών σε υψηλές τιμές (overvalue).
3. Κατάργηση της Μεταβατικής Ρύθμισης (30/06/2019): Αντί να τερματιστεί, διαιωνίστηκε, επιτρέποντας σε μεσάζοντες Προμηθευτές να αποκομίσουν τεράστια κέρδη εις βάρος των καταναλωτών.
4. Αντισταθμιστικά οφέλη: Έφυγαν τα αντισταθμιστικά οφέλη (2% στον κύκλο εργασιών ανά εταιρείας) στις γειτνιάζουσες Κοινότητες (σημείο που υπήρχε με απόφαση Υπουργικού ημερ. 30/12/08 στα πρώτα μεγάλα ΑΠΕ – αιολικά 2008-2013).
Αξίζει να σημειωθεί ότι όταν προκηρύχθηκαν τα πρώτα σχέδια, το κόστος αποφυγής ήταν 8-11 σεντ/kWh. Η μεταβατική αγορά θα έπρεπε να λειτουργεί για 1-2 χρόνια, μέχρι να τεθεί σε πλήρη λειτουργία η ανταγωνιστική αγορά ηλεκτρισμού. Σε όλες τις ώριμες αγορές ενέργειας, όταν υπάρχει υπερπροσφορά, οι τιμές μειώνονται – σε κάποιες περιπτώσεις, γίνονται ακόμη και αρνητικές. Στην Κύπρο, όμως, όχι μόνο δεν έχει λειτουργήσει σωστά η αγορά, αλλά οι εταιρείες που επωφελήθηκαν από τη στρέβλωση ζητούν και επιδότηση για να τοποθετήσουν αποθήκευση, την οποία θα έπρεπε να είχαν ήδη εφαρμόσει.
Το αίτημα των Προμηθευτών ενέργειας της μεταβατικής αγοράς είναι εξευτελιστικά παράλογο. Επωφελούνται από τη στρέβλωση χωρίς να προσφέρουν πραγματικό όφελος στους καταναλωτές – πέρα από 100-200 μεγάλους/εμπορικούς καταναλωτές, που συχνά είναι οι ίδιοι. Αυτή η κατάσταση δεν μπορεί να συνεχιστεί. Οι αρχές οφείλουν να βάλουν τέλος σε αυτή την αδικία, διασφαλίζοντας ένα δίκαιο, ανταγωνιστικό και βιώσιμο ενεργειακό σύστημα για όλους.
Οι λεγόμενες ως αναπόφευκτες περικοπές παραγωγής στα μεγάλα συστήματα των ΑΠΕ από τους Διαχειριστές, με τα σημερινά δεδομένα όπως αναλύονται πιο πάνω, δυστυχώς θα αυξάνονται και αυτοί που πρέπει το γνωρίζουν πολύ καλά. Με τη σημερινή μείωση του κόστους αποθήκευσης, οι ιδιώτες Παραγωγοί δεν έχουν άλλη επιλογή θεωρώ στο να προχωρήσουν άμεσα σε μετατροπή των παραγωγικών μονάδων τους σε υβριδικές. Η επένδυση θα αποσβεστεί σχετικά πολύ νωρίτερα των αρχικών υπολογισμών τους.
Εμπιστεύομαι τον Υπουργό Ενέργειας κ. Παπαναστασίου και πιστεύω ότι ξεκίνησε επιτέλους και βάζει τάξη, διορθώνει στρεβλώσεις και λάθη σε ένα ενεργειακό μπάχαλο που μάλλον όπως φαίνεται ήταν ριζωμένο γερά. Πιστεύω σύντομα θα αναδείξουμε ορθότερα και δικαιότερα τις ενεργειακές μας προοπτικές ως χώρα σε πιο ανθρωποκεντρικές, γερές και στέρεες βάσεις.
Χρίστος Τσίγκης
Σύμβουλος Επιχειρήσεων (τομέα ΑΠΕ)