Από την Πέμπτη τίθεται σε ισχύ η νέα δέσμη μέτρων που αποφασίστηκε από το Συμβούλιο και την Ευρωβουλή για τη λειτουργία των οίκων αξιολόγησης.
Η νέα νομοθεσία που συμφωνήθηκε τον περασμένο Ιανουάριο καθορίζει τον τρόπο με τον οποίο οι οίκοι θα αξιολογούν το δημόσιο χρέος, αλλά και την οικονομική κατάσταση ιδιωτικών επιχειρήσεων. Είναι σαφώς αυστηρότερη, ενώ στους παραβάτες πέραν των οικονομικών κυρώσεων, μπορεί να τους αφαιρείται και η άδεια λειτουργίας.
Ειδικότερα, οι οίκοι θα μπορούν να εκδίδουν «μη ζητηθείσες», δηλαδή με δική τους πρωτοβουλία αξιολογήσεις δημοσίου χρέους μόνο σε συγκεκριμένες χρονικές στιγμές, ενώ ιδιώτες επενδυτές θα μπορούν να τους μηνύσουν σε περιπτώσεις αμέλειας.
Οι οίκοι θα πρέπει να εξηγούν τους βασικούς παράγοντες στους οποίους βασίζονται οι αξιολογήσεις τους. Οι αξιολογήσεις δεν θα πρέπει να επιδιώκουν να επηρεάσουν τις κρατικές πολιτικές και οι οίκοι δεν θα μπορούν να κάνουν οποιαδήποτε άμεση ή ρητή σύσταση που αφορά τις οικονομικές πολιτικές κυβερνήσεων.
Οι μη ζητηθείσες αξιολογήσεις δημόσιου χρέους θα μπορούν να εκδίδονται μέχρι τρεις φορές το χρόνο, σε συγκεκριμένες ημερομηνίες που θα δημοσιεύει ο εν λόγω οίκος αξιολόγησης στο τέλος του προηγούμενου έτους. Επιπλέον, οι αξιολογήσεις αυτές θα μπορούν να δημοσιεύονται μόνο μετά το κλείσιμο των ευρωπαϊκών αγορών ή τουλάχιστον μία ώρα προτού αυτές ανοίξουν εκ νέου.
Οι επενδυτές οι οποίοι έχουν βασιστεί σε μία αξιολόγηση κατά την αγορά ή πώληση ενός αξιολογούμενου μέσου, θα μπορούν να ασκήσουν προσφυγή κατά του εν λόγω οίκου αξιολόγησης για οποιαδήποτε ζημία προκληθεί σε αυτούς, εφόσον ο οίκος παραβιάσει τους κανόνες που ορίζει η νομοθεσία, είτε εκ προθέσεως ή από βαριά αμέλεια, ανεξάρτητα από το αν υπάρχει οποιαδήποτε συμβατική σχέση μεταξύ των δύο μερών.
Όπως δήλωσε ο Επίτροπος για την εσωτερική αγορά και τις υπηρεσίες Μισέλ Μπαρνιέ, η νέα νομοθεσία θα υποχρεώσει τους οίκους να είναι πιο διαφανείς όταν αξιολογούν κράτη μέλη, ενώ θα ενισχύσει τον ανταγωνισμό στον τομέα της αξιολόγησης, που σήμερα κυριαρχείται από λίγους παίκτες, και θα μειώσει την υπερβολική εξάρτηση των συμμετεχόντων στις χρηματοπιστωτικές αγορές σε σχέση με αυτές τις αξιολογήσεις.