Ο Αρχηγός Αστυνομίας Ζαχαρίας Χρυσοστόμου δήλωσε ότι η διερεύνηση των υποθέσεων που αφορούν την οικονομία που συγκλόνισαν την κυπριακή κοινωνία «αποτελεί μια από τις κύριες και βασικές προτεραιότητες μας με στόχο την όσο το δυνατό πιο ενδελεχή και σε βάθος έρευνα για να εξακριβωθούν τα αίτια και να οδηγηθούν οι ένοχοι ενώπιον της Δικαιοσύνης».
Παρουσιάζοντας, σε δημοσιογραφική διάσκεψη, τις προτεραιότητες και τους στρατηγικούς του στόχους – τρεις μήνες μετά την ανάληψη των καθηκόντων του ως Αρχηγός του Σώματος –, και στην παρουσία του Υπαρχηγού Αστυνομίας Αντρέα Κυριάκου, ο κ. Χρυσοστόμου είπε ότι οι έρευνες τις ανακριτικής ομάδας βρίσκονται σε προχωρημένο στάδιο.
«Κατόπιν αιτήματος του Γενικού Εισαγγελέα η δύναμη της ανακριτικής ομάδας η οποία εργάζεται υπό την εποπτεία του Γενικού Εισαγγελέα, έχει διπλασιαστεί, δηλαδή απαριθμεί 30 μέλη μας. Τα μέλη αυτά έχουν διαχωριστεί σε ομάδες, η κάθε μια από τις οποίες ασχολείται με την εξέταση διαφορετικών θεματικών ενοτήτων. Το έργο που έχει να επιτελέσει η ανακριτική ομάδα είναι τεράστιο, πολύπλοκο και ιδιαίτερα δύσκολο ένεκα των εξειδικευμένων θεμάτων με τα οποία πραγματεύεται η ανακριτική ομάδα. Περαιτέρω για τις πλείστες από τις παλαιές υποθέσεις έχει προκύψει ανάγκη για λήψη μαρτυρίας από το εξωτερικό», πρόσθεσε.
Η Ανακριτική Ομάδα, συνέχισε, εργάζεται άοκνα και συνεργάζεται με κάθε αρμόδια αρχή και ιδιαίτερα με το Γενικό Εισαγγελέα της Δημοκρατίας για το καλύτερο δυνατό αποτέλεσμα.
Αναφορικά με την αντιμετώπιση του φαινομένου της βίας στους αθλητικούς χώρους, ο κ. Χρυσοστόμου είπε ότι η βία στα γήπεδα «και αυτό που αποκαλούμε χουλιγκανισμός είναι ένα φαινόμενο, το οποίο έχει πάρει ανησυχητικές διαστάσεις, ιδιαίτερα τα τελευταία χρόνια».
«Το φαινόμενο της βίας ωστόσο δεν αφορά ούτε περιορίζεται στους αθλητικούς χώρους. Δυστυχώς βλέπουμε μια αλματώδη αύξηση της βίαιης συμπεριφοράς, η οποία προφανώς δεν είναι άσχετη με την κρίση σε αρχές, αξίες αλλά και με την οικονομική κρίση που μαστίζει τη χώρα μας και τις επιπτώσεις που αυτή έχει επιφέρει. Έως ότου αποφασίσουμε ότι το φαινόμενο της βίας θα πρέπει να αντιμετωπιστεί με διάθεση αυτοκριτικής, αναγνώρισης των πραγματικών αιτιών του προβλήματος και μιας ώριμης κοινωνιολογικά, αντιμετώπισής του, το φαινόμενο της βίας θα ταλανίζει την κυπριακή κοινωνία. Οι όποιοι μηχανισμοί καταστολής ή / και αντιμετώπισής του από πλευράς Αστυνομίας και μόνο, στην καλύτερη των περιπτώσεων θα μετακυλήσουν το φαινόμενο της βίας σε άλλα επίπεδα της κοινωνικής μας ζωής», συμπλήρωσε.
Όπως είπε, αυτή είναι άποψη του ως προς την ανάγκη μιας ολιστικής και εκ βαθέων αντιμετώπισης της βίας στους αθλητικούς χώρους και όχι μόνο.
«Από πλευράς Αστυνομίας, με τη λήξη των πρωταθλημάτων αρχίσαμε να εργαζόμαστε προς την κατεύθυνση της σε βάθος αναθεώρησης των πρακτικών μας τόσο πριν, κατά, όσο και μετά τη διάρκεια μιας αθλητικής δραστηριότητας. Επιπρόσθετα διοργανώσαμε προγράμματα εκπαίδευσης τόσο των Αξιωματικών που είναι Υπεύθυνοι αστυνόμευσης των αθλητικών αγώνων όσο και των αντιοχλαγωγικών ομάδων. Το μήνυμα που θέλω να δώσω, είναι ότι θα τηρείται αυστηρά η σχετική νομοθεσία από πλευράς Αστυνομίας, επιδεικνύοντας μηδενική ανοχή. Παράλληλα θα ζητηθεί από όλους τους εμπλεκόμενους φορείς να λάβουν τα δικά τους μέτρα ως οφείλουν σύμφωνα με τη σχετική νομοθεσία. Όλοι ανεξαιρέτως οι εμπλεκόμενοι, έχουν σημαντικό ρόλο να διαδραματίσουν στην προσπάθεια καταπολέμησης της βίας στα γήπεδα», τόνισε.
Σε αυτό το πλαίσιο, συνέχισε ο κ. Χρυσοστόμου, η νομοθετική εξουσία θα πρέπει μεταξύ άλλων, να θέσει ως ύψιστη προτεραιότητα, την προώθηση και ψήφιση του νομοσχεδίου για την τροποποίηση του Νόμου για τη Βία στα Γήπεδα, το οποίο θα προνοεί μεταξύ άλλων την καταχώρηση των υποθέσεων ενώπιον Δικαστηρίου, εντός 24 ωρών από τη σύλληψη των παραβατών, θα καθιερώνει την κάρτα φιλάθλου, θα επιβάλλει ποινές απαγόρευσης εισόδου στα γήπεδα σε παραβάτες του Νόμου, ταξιθέτηση των φιλάθλων στις κερκίδες κ.α .
«Είμαι βέβαιος ότι οι πολίτες, όχι μόνο θέλουν αλλά απαιτούν από τους αρμόδιους όπως αρθούμε όλοι στο ύψος των περιστάσεων, για να τεθεί ένας φραγμός στο απαράδεκτο αυτό φαινόμενο και να μη φτάσουμε στο σημείο να θρηνήσουμε θύματα», σημείωσε.
Ο Αρχηγός Αστυνομίας ανέφερε, παράλληλα, ότι η τρέχουσα περίοδος είναι δύσκολη και αποτελεί πρόκληση όχι μόνο για την Αστυνομία αλλά για όλους τους θεσμούς να εισάξουν ριζοσπαστικές καινοτομίες και αλλαγές, «οι οποίες θα βοηθήσουν στον εξορθολογισμό, εκσυγχρονισμό και αναδιάρθρωση τους με απώτερο στόχο τα καλύτερα δυνατά επίπεδα παροχής υπηρεσιών προς όφελος της χώρας μας και του κάθε πολίτη ξεχωριστά».
Ανέφερε πως οι ενέργειες στις οποίες θα προβεί η Αστυνομία για αύξηση του αισθήματος ασφάλειας, αλλά και της ίδιας της ασφάλειας του πολίτη, συνοψίζονται ως ακολούθως: Συστηματική καταπολέμηση του οργανωμένου εγκλήματος, Καταγραφή του εγκλήματος στις πραγματικές του διαστάσεις σε ότι αφορά τα ποιοτικά και ποσοτικά δεδομένα, Χαρτογράφηση του εγκλήματος για την υιοθέτηση ορθολογικής αντεγκληματικής πολιτικής, αλλά και τη στοχευμένη πρόληψη και αντιμετώπιση του, Αναβάθμιση και συστηματοποίηση των πεζών περιπολιών για αύξηση της ασφάλειας και του αισθήματος ασφάλειας του πολίτη, Υιοθέτηση για πρώτη φορά, ενός συγκεκριμένου μοντέλου Αστυνόμευσης, το οποίο θα καταστήσει την Αστυνομία ένα σύγχρονο, αποδοτικό και αποτελεσματικό αστυνομικό οργανισμό, Αξιοποίηση των δυνατοτήτων της τεχνολογίας για πιο αποτελεσματική αστυνόμευση, Πρόληψη και καταστολή της βίας στα γήπεδα, Πάταξη της διαφθοράς, Ενίσχυση επιχειρησιακής δυνατότητας της Αστυνομίας και Εφαρμογή μέτρων χρηστής διοίκησης, διαφάνειας και αξιοκρατίας.
Ο Αρχηγός Αστυνομίας ανέφερε, επίσης, ότι προσδίδουν μεγάλη σημασία στις αποφάσεις του Ανωτάτου Δικαστηρίου και έχουν θέσει ως προτεραιότητα, την πλήρη συμμόρφωση της Αστυνομίας, στις αποφάσεις και στις υποδείξεις του και σημείωσε ότι έχουν ήδη συμμορφωθεί με δύο αποφάσεις του Ανωτάτου Δικαστηρίου που αφορούσαν πειθαρχικές διώξεις μελών της Αστυνομίας.
Αναφορικά με την καταπολέμηση των ναρκωτικών και των Ψυχοτρόπων Ουσιών, ο Αρχηγός Αστυνομίας είπε ότι οι κύριες προκλήσεις που έχουμε να αντιμετωπίσουμε ως Αστυνομία, είναι η μείωση της διακίνησης των παράνομων ουσιών εξάρτησης και ανακοίνωσε ότι βρίσκεται σε εξέλιξη διαδικασία για να υπογραφεί μνημόνιο συνεργασίας με το Αντιναρκωτικό Συμβούλιο.
Ερωτηθείς αν αποκαταστάθηκαν οι σχέσεις Αστυνομίας και Γενικού Εισαγγελέα, ο κ. Χρυσοστόμου είπε ότι οι σχέσεις τους με τον Γενικό Εισαγγελέα είναι πολύ καλές και δεν υπάρχει οποιαδήποτε αντιπαράθεση και η επικοινωνία είναι συνεχής και αδιάλειπτη και πρόσθεσε ότι οι σχέσεις τους ήταν, είναι και θα είναι άριστες.
Σε ερώτηση αν υπάρχουν χρονοδιαγράμματα σε ότι αφορά τις υποθέσεις για την οικονομία, είπε ότι «πρέπει να είμαστε πολύ προσεχτικοί σε ότι αφορά στα χρονοδιαγράμματα» και πρόσθεσε ότι ως ηγεσία της Αστυνομίας είναι σύμφωνοι σε ότι αφορά την προμήθεια λογισμικού, καθώς και την εξασφάλιση των υπηρεσιών εμπειρογνωμόνων.
Απαντώντας σε ερώτηση, ο κ. Χρυσοστόμου είπε ότι η όποια καθυστέρηση με ή χωρίς εισαγωγικά δεν οφείλεται σε σκοπιμότητες.
«Δεν έχουμε κανένα με κανένα λόγο να καθυστερούμε την διερεύνηση των υποθέσεων. Πρόκειται για ένα τεράστιο όγκο υλικού, πολύπλοκες υποθέσεις, υπάρχει πολυπλοκότητα και νομοτεχνικές δυσκολίες. Εξάλλου είναι γι` αυτό το λόγο που έχει αποφασισθεί και η αγορά ειδικού λογισμικού στο οποίο θα καταχωρείται ο τεράστιος όγκος εγγράφων με σκοπό να γίνει η άμεση αξιοποίηση τους και ποιο γρήγορη διερεύνηση των υποθέσεων. Η διερεύνηση πρέπει να γίνει με άρτιο επαγγελματισμό, όχι βεβιασμένα, για να αποφευχθούν τυχών λάθη τα οποία πιθανόν να επηρεάσουν αρνητικά την έκβαση των υποθέσεων μετέπειτα στο δικαστήριο», συμπλήρωσε.
Σε ερώτηση για το νομοσχέδιο για τη βία στους αθλητικούς χώρους και σε περίπτωση που δεν περάσει το νομοσχέδιο ή περάσει με αλλαγές αν θα δυσκολεύει το έργο της Αστυνομίας , ο κ. Χρυσοστόμου είπε ότι το πόσο θα δυσκολέψει το έργο της Αστυνομίας είναι ανάλογο με το τι θα περάσει τελικά.
«Εμείς υποστηρίζουμε το προσχέδιο του νομοσχεδίου και τις διάφορες πτυχές του, διότι πιστεύουμε ότι αποτελεί ένα σημαντικό νομικό πλαίσιο το οποίο θα μας βοηθήσει στην επίλυση του σοβαρού αυτού προβλήματος. Μακάρι να μην χρειαζόταν. Έχουμε δει σε άλλες μεσογειακές χώρες, με πολύ περισσότερους φιλάθλους, συμπεριφορές κόσμιες και σωστές. Δυστυχώς θα πρέπει να συμβιβαστούμε με τα δεδομένα που έχουμε και να εξοπλίσουμε την πολιτεία και την Αστυνομία με τα κατάλληλα νομικά εργαλεία για την πρόληψη και πάταξη του φαινομένου της βίας μέσα και έξω από τους αθλητικούς χώρους. Εμείς ως Αστυνομία θεωρούμε ότι έχουμε ένα λειτούργημα. Σίγουρα το να φτάσουμε σε καταστάσεις μη αστυνόμευσης αθλητικών αγώνων δεν είναι μέσα στις προτεραιότητες μας. Εξάλλου, είναι κάτι το οποίο θα συζητήσουμε αν και εφόσον προκύψει μια τέτοια ανάγκη», κατέληξε.