Ένας συχνός ανεπιθύμητος επισκέπτης μετά τις καλοκαιρινές διακοπές
Της Δρος Αικατερίνης Ρακά*
Η αιδοιοκολπίτιδα από μύκητες του γένους Candida είναι μια φλεγμονή των βλεννογόνων του κόλπου, αλλά και του δέρματος της ουροποιογεννητικής περιοχής, η οποία προσβάλλει εκατομμύρια γυναίκες σε όλο τον κόσμο ανεξαρτήτως κοινωνικής τάξης και παρά την εξέλιξη των θεραπευτικών τεχνικών, ιδιαίτερα κατά τους θερινούς μήνες.
Τα είδη του γένους Candida είναι ευρέως συναπαντώμενα στη φύση και παρασιτούν, συμβιώνοντας με ανθρώπους κατοικίδια και άγρια ζώα, χωρίς να προκαλούν νόσο. Στο ανθρώπινο είδος η Candida μπορεί να ανιχνευτεί ως μέρος της φυσιολογικής χλωρίδας του εντέρου και του κόλπου, αποικίζοντας τους βλεννογόνους των συγκεκριμένων περιοχών και συνυπάρχει σε μικρές ποσότητες με τη χλωρίδα των περιοχών αυτών, χωρίς να δημιουργεί προβλήματα εφόσον το μικροβίωμα του παχέος εντέρου και ο γαλακτοβάκιλος του κόλπου διατηρούν την ακεραιότητα και λειτουργικότητά τους.
Στατιστικές μελέτες αναφέρουν ότι 70-75% των γυναικών θα νοσήσουν από κολπίτιδα με Candida τουλάχιστον μια φορά στην ζωή τους, και συνήθως αυτές οι γυναίκες βρίσκονται στην αναπαραγωγική ηλικία. Το 40-50% των γυναικών αυτών θα υποτροπιάσουν μέσα στο χρόνο τουλάχιστον μια φορά, ενώ 4-8% από αυτές θα δηλώσουν υποτροπή 4-5 φορές μέσα στο χρόνο.
Επίσης οι στατιστικές έδειξαν ότι το 20% υγιών ασυμπτωματικών γυναικών είναι αποικισμένες με Candida και γύρω στο 30% των γυναικών με συμπτώματα αιδοιοκολπίτιδας έχουν αιτιολογικό παράγοντα τον συγκεκριμένο μύκητα, ενώ στις πλείστες άλλες περιπτώσεις υπεύθυνες είναι βακτηριακές λοιμώξεις.
Η διάγνωση και η θεραπεία στις Η.Π.Α από μελέτες της δεκαετίας 1980-1990 εκτιμάται ότι κόστισε 1 δις δολάρια ετησίως, με τον αριθμό αυτό σήμερα να έχει διπλασιαστεί λόγω ανθεκτικών στελεχών που δημιουργήθηκαν από την ευρεία κατανάλωση αντιβιοτικών, από την υπολειπομένη αντιμυκητιασική θεραπεία, από υπερκατανάλωση αντιμυκητιασικών φαρμάκων και από την αύξηση των αυτοάνοσων νοσημάτων.
Μικροβιολογία
Το 85-95% των μυκήτων που απομονώνονται από τον κόλπο ανήκουν στο είδος Candida albicans, το υπόλοιπο 5-15% ανήκει κυρίως στα είδη Candida glabrata και λιγότερο σε άλλα είδη, όπως Candida parapsilosis, Candida tropicalis, Candida cruzei. Πιθανώς, αν και δεν υπάρχουν στατιστικές μελέτες προς το παρόν, να έχουμε και στο εγγύς μέλλον Candida auris προσφάτως εμφανισθείσας, με τα ίδια αυτά είδη να ευθύνονται για τις υποτροπιάζουσες αιδοιοκολπίτιδες και την ανθεκτικότητα στη θεραπεία, παρουσιάζοντας συνεχώς αυξανόμενα περιστατικά.
Το γένος Candida επιβιώνει σε περιβάλλον υγρό και με ph όξινο μικρότερο του 4, κατανοούμε λοιπόν την αναγκαιότητα διατήρησης του ph του κόλπου γύρω στο 6 και μίας ουροποιογεννητικής περιοχής κατά το δυνατό ξηρής και χωρίς εφιδρώσεις, οι οποίες μειώνουν δραματικά το ph του κόλπου, λόγω των οξέων που περιέχει ο ιδρώτας, κάνοντας τις λοιμώξεις αυτές σε περιοχές που οι θερμοκρασίες είναι υψηλές, να εμφανίζονται με μεγάλη συχνότητα, μιας και ο οργανισμός χρησιμοποιεί την εφίδρωση ως αντίδραση στις υψηλές θερμοκρασίες.
Συμπτώματα
- Πόνος
- αίσθημα καύσους
- οίδημα γεννητικών οργάνων
- θερμότητα τοπικά και ερυθρότητα
- απώλεια της λειτουργικότητας της περιοχής με δυσπαρεύνια (πόνος κατά την σεξουαλική επαφή)
- δυσκολία στην ούρηση
- Έκκριμα λευκωπό ή κιτρινωπό, τυρώδες σαν μικρά τεμάχια μαλακού τυριού
- κνησμός και εκδορές του δέρματος του αιδοίου
Η συμπτωματολογία είναι πολλές φορές κοινή και με άλλες βακτηριακές λοιμώξεις, με μικρές διαφορές, γι’ αυτό και η αυτοδιάγνωση και η χρήση θεραπευτικών αλοιφών ή χαπιών από την ίδια την ασθενή βάσει της συμπτωματολογίας πρέπει να αποφεύγεται. Η επίσκεψη στον γυναικολόγο, ουρολόγο ή δερματολόγο είναι η ενδεδειγμένη κίνηση με την εμφάνιση των συμπτωμάτων αυτών που πολλές φορές αφορούν όχι μόνο τη γυναίκα, αλλά και το σύντροφό της, με την ίδια μάλιστα συμπτωματολογία.
Μελέτες πιστοποιούν την πρόσφατη ανάπτυξη ανθεκτικών στα αντιμυκητιασικά φάρμακα και με τάση υποτροπών ειδών μυκήτων που προαναφέρθηκαν, σε ατελώς θεραπευθείσες μυκητιάσεις μετά από χρήση μονοδοσικών υπόθετων και αλοιφών ή σε αλόγιστη χρήση αντιμυκητισιακών ουσιών – ό,τι δηλαδή συμβαίνει με τα βακτήρια και την κατάχρηση ή ατελή θεραπεία με αντιβιοτικά.
Κάθε γυναίκα με αιδοιοκολπίτιδα οφείλει να επισκεφτεί τον γυναικολόγο της, να γίνει λήψη εκκρίματος, να προσκομισθεί το έκκριμα στο μικροβιολογικό εργαστήριο άμεσα για μικροσκοπική εξέταση αυτού ή μικροσκοπική εξέταση κεχρωσμένου υλικού (χρώση Gram) και καλλιέργεια στα ειδικά για βακτήρια και μύκητες θρεπτικά υλικά, αντιβιόγραμμα εφόσον είναι βακτήριο και αναλόγως του αποτελέσματος να δοθεί η κατάλληλη θεραπεία.
Παράγοντες κινδύνου (προδιάθεση)
Η εμφάνιση αιδοιοκολπίτιδας από μύκητες Candida είναι πιθανότερη σε γυναίκες με ανεπαρκές ανοσοποιητικό σύστημα (πχ ανοσοκατεσταλμένες από ιούς AIDS, ηπατίτιδας κ.ά., άτομα με γενετικά προκαθορισμένες ανοσοανεπάρκειες, καρκινοπαθείς που υποβάλλονται σε ακτινοθεραπεία ή χημειοθεραπεία, μεταμοσχευμένες, υπερήλικες κ.ά.). Με την αποκρυπτογράφηση του DNA φάνηκε ότι κάποιες γυναίκες της με ομάδα αίματος ABO LEWIS είχαν αυξημένη πιθανότητα αποικισμού με CANDIDA, κολπίτιδων και επαναμολύνσεων από αυτό το είδος μυκήτων, λόγω συνάφειας του μύκητα με τον κολπικό βλεννογόνο. Ακόμη, η χρήση αντιβιοτικών προδιαθέτει για εμφάνιση αιδοιοκολπίτιδας λόγω καταστροφής και της φυσιολογικής χλωρίδας του κόλπου, παράλληλα με την καταστροφή των παθογόνων βακτηρίων για τα οποία χορηγούνται. Παράγοντες προδιάθεσης είναι επίσης ο σακχαρώδης Διαβήτης τύπου ΙΙ, η εγκυμοσύνη και η χρήση αντισυλληπτικών χαπιών.
Πρόληψη
Στην πρόληψη της νόσου μπορούν να βοηθήσουν η ένδυση με βαμβακερά εσώρουχα που απορροφούν την υγρασία και γενικότερα με καλά αεριζόμενα ρούχα ώστε να αποφεύγεται η εφίδρωση, το πλύσιμο της γεννητικής περιοχής με ειδικά προϊόντα που προστατεύουν τη χλωρίδα του κόλπου, η αποφυγή επαφής με υγρή άμμο το καλοκαίρι και η λήψη προφύλαξης κατά τη σεξουαλική επαφή. Στις λοιμώξεις του ουροποιογεννητικού συστήματος πρέπει πάντα οι μυκητιάσεις να είναι η πρώτη σκέψη στο διαφοροδιαγνωστικό συλλογισμό. Η συνεργασία των ειδικών Ιατρών με τον Βιοπαθολόγο Ιατρό και το Μικροβιολογικό εργαστήριο είναι οι απαραίτητες συνιστώσες στην τελική διάγνωση και θεραπεία της λοίμωξης.
*Ιατρός Βιοπαθολόγος, Μέλος Ιατρικής Ομάδας Κλινικού Εργαστηρίου – Χημείου Γιαννουκά του Ομίλου ΒΙΟΙΑΤΡΙΚΗ στην Κύπρο
Πηγές
Achkar JM, Fries BC.. Candida infections of the genitourinary tract. Clin Microbiol Rev. 2010 Apr;23(2):253-73.
Sobel JD. Vulvovaginal candidosis. Lancet 2007; 369: 1961–71
Goncalves et al. Vulvovaginal candidiasis: Epidemiology, microbiology and risk factors. Crit. Rev. Microbiol. 2015 ; 905-927.