*Του Λάμπρου Στεφάνου
Κάθε παιδί είναι μοναδικό. Σταδιακά ο/η εκπαιδευτικός συνθέτει το προφίλ των παιδιών της τάξης του. Κάθε προφίλ αποτελεί έναν χάρτη, που περιλαμβάνει όσα κατέκτησε το παιδί και όσα το δυσκολεύουν. Κάποιες φορές οι δυσκολίες είναι τέτοιες που απαιτούν θεραπευτική – ενισχυτική διδασκαλία. Όταν λοιπόν η ενισχυτική διδασκαλία αντί να προσφέρεται από τον εκπαιδευτικό της τάξης (υπεύθυνο τμήματος), προσφέρεται από άλλον/άλλη εκπαιδευτικό, η αγαστή συνεργασία μεταξύ των δύο είναι καθόλα απαραίτητη. Με άλλα λόγια, ο υπεύθυνος τμήματος καλείται να καθοδηγήσει τον εκπαιδευτικό που θα προσφέρει ενισχυτική διδασκαλία σε παιδιά της τάξης του. Καλείται να του εξηγήσει με λεπτομέρεια τους χάρτες, να του δώσει πυξίδα και να είναι στο πλευρό του κατά τη διάρκεια της διαδρομής. Αν ο «επισκέπτης» εκπαιδευτικός ξεκινήσει χωρίς πυξίδα – χωρίς συγκεκριμένη και συνεχή καθοδήγηση – θα πετύχει λιγότερα.
Η συνεργασία μεταξύ των εκπαιδευτικών (υπευθύνου τμήματος και εκπαιδευτικού που προσφέρει την ενισχυτική διδασκαλία) συνιστά πάγια και διαχρονική αρχή για την επιτυχία του όποιου παρεμβατικού προγράμματος ενισχυτικής διδασκαλίας (π.χ., Baenen κ.ά., 2006˙ Westwood, 1993). H εν λόγω αρχή δεν αναγνωρίζεται μονάχα στον χώρο της εκπαιδευτικής έρευνας. Είναι κάτι το οποίο υπερτονίζεται διαχρονικά στις εγκυκλίους του Υπουργείου Παιδείας, τόσο για την αντιμετώπιση του λειτουργικού αλφαβητισμού όσο και για την παροχή ενισχυτικής διδασκαλίας σε παιδιά με μεταναστευτική βιογραφία. Για παράδειγμα, σε εγκύκλιο του Υπουργείου Παιδείας (Αρ. φακ.: 7.1.19.1/16, 3 Σεπτεμβρίου 2013) σημειώνονται τα εξής: «Νοείται, βέβαια, ότι, στο πλαίσιο της καλύτερης δυνατής αξιοποίησης των ενισχυτικών γλωσσικών προγραμμάτων που προσφέρονται στα αλλόγλωσσα παιδιά, η ανάπτυξη στενής συνεργασίας μεταξύ των εκπαιδευτικών οι οποίοι έχουν στην τάξη τους αλλόγλωσσα παιδιά και των εκπαιδευτικών οι οποίοι παρέχουν ενισχυτική διδασκαλία στα παιδιά αυτά (σε περίπτωση που πρόκειται για δύο διαφορετικούς εκπαιδευτικούς) είναι απαραίτητη, ώστε να υπάρχει συνέπεια και συνέχεια στο έργο που αμφότεροι επιτελούν».
Ωστόσο, το ΥΠΠΑΝ αποφάσισε κατά τη φετινή χρονιά να μεταφέρει το μεγαλύτερο μέρος της πολιτικής της ενισχυτικής διδασκαλίας των παιδιών με μεταναστευτική βιογραφία, καθώς και της αντιμετώπισης του λειτουργικού αλφαβητισμού στα προγράμματα ΔΡΑ.ΣΕ.+. Στα εν λόγω προγράμματα οι εκπαιδευτικοί εργοδοτούνται υπό το καθεστώς της αγοράς υπηρεσιών, γεγονός το οποίο – μεταξύ πολλών άλλων προβλημάτων διοικητικής και εργασιακής φύσης – προκαλεί σημαντικές παιδαγωγικές παρενέργειες περιορίζοντας τη δυνατότητα συνεργασίας μεταξύ των υπευθύνων τμήματος και των εκπαιδευτικών που θα προσφέρουν ενισχυτική διδασκαλία.
Συγκεκριμένα, οι εκπαιδευτικοί που εργάζονται υπό το καθεστώς της αγοράς υπηρεσιών προσέρχονται στο σχολείο μονάχα κάποιες περιόδους (2-3 περιόδους) εντός της σχολικής μέρας, διδάσκουν συγκεκριμένους μαθητές/ριες και ακολούθως αποχωρούν. Η παραμονή τους στο σχολείο αφορά αποκλειστικά σε χρόνο διδασκαλίας. Δεν υπάρχει θεσμοθετημένος χρόνος συντονισμού – συνεργασίας μεταξύ των εκπαιδευτικών αυτών και των υπευθύνων τμήματος. Ως εκ τούτου, η φύση της εργασίας τους (η οποία απορρέει από το συγκεκριμένο καθεστώς εργοδότησης) δεν επιτρέπει τη συνεχή και σε βάθος συνεργασία με τους υπευθύνους τμήματος. Παρά τις φιλότιμες προσπάθειες τόσο του μόνιμου προσωπικού όσο και των εκπαιδευτικών που εργάζονται υπό το καθεστώς της αγοράς υπηρεσιών, η συνεργασία πολλές φορές είναι αποσπασματική και ως εκ τούτου, μη αποτελεσματική. Ποιος την πληρώνει στην τελική; Τα παιδιά μας!
Συνειδητά επέλεξα να αναδείξω συγκεκριμένη παιδαγωγική πτυχή, που σχετίζεται με το πολυσυζητημένο καθεστώς εργοδότησης της αγοράς υπηρεσιών. Όπως έχει αναφερθεί και προηγουμένως, οι αρνητικές επιπτώσεις της εργοδότησης εκπαιδευτικών υπό το συγκεκριμένο καθεστώς, δεν αφορούν μονάχα στην παιδαγωγική/εκπαιδευτική διάσταση. Η αγορά υπηρεσιών, ως καθεστώς απασχόλησης, προκαλεί πολλαπλά διοικητικά/οργανωτικά προβλήματα και ταυτόχρονα πλήττει κατάφορα τα εργασιακά δικαιώματα των εκπαιδευτικών. Στόχος μου είναι να προβληματίσω εκτός από τους εκπαιδευτικούς, τους γονείς, αλλά και τον κάθε πολίτη που νοιάζεται για τη διαφύλαξη του χαρακτήρα και της ποιότητας του δημόσιου σχολείου. Μονάχα ανησυχία προκαλεί το γεγονός πως κυβέρνηση και ΥΠΠΑΝ περιφρονούν την απόφαση του Διοικητικού Δικαστηρίου, με την οποία κρίθηκε παράνομη η εργοδότηση εκπαιδευτικών υπό το καθεστώς της αγοράς υπηρεσιών (8/10/20). Αν σήμερα το Υπουργείο επεκτείνει την εφαρμογή ενός παράνομου καθεστώτος εργοδότησης, ποιες είναι οι προθέσεις του για το αύριο; Όποιος ανησυχεί για το αύριο ήρθε η ώρα να αντισταθεί…
*Εκπαιδευτικός,
Μέλος Προοδευτικής Κίνησης Δασκάλων και Νηπιαγωγών,
Μέλος Διοικητικού Συμβουλίου ΠΟΕΔ