Οι δύο έρευνες της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς για την Τράπεζα Κύπρου και τις επενδύσεις της σε ομόλογα του ελλαδικού Δημοσίου καθώς και για χειραγώγηση της αγοράς έχουν ολοκληρωθεί, δηλώνει η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς, διευκρινίζοντας ότι οι καθυστερήσεις οφείλονται αποκλειστικά και μόνον σε νομικά σημεία διαδικαστικής φύσεως, τα οποία δεν ήσαν εντός της δικαιοδοσίας ή σφαίρας ελέγχου της Επιτροπής.
Μετά και τη χθεσινή συνεδρία της Κοινοβουλευτικής Επιτροπής Θεσμών και τα σημερινά δημοσιεύματα στα μέσα μαζικής ενημέρωσης, αναφορικά με θέματα που αφορούν την έρευνα της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς στην Τράπεζα Κύπρου, η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς προχώρησε στην έκδοση ανακοίνωσής της, όπου δηλώνει πως “είναι στη διάθεση της Νομικής Υπηρεσίας και της Επιτροπής Θεσμών για την προσκόμιση οποιωνδήποτε πληροφοριών ζητηθούν”.
“Η Επιτροπή αναφέρει, για σκοπούς διαφάνειας και ενημέρωσης”, συνεχίζει η ανακοίνωση, ότι “είχε εκδώσει στις 5 Φεβρουαρίου 2013, στις 7 Φεβρουαρίου 2013, στις 28 Ιουνίου 2013, στις 12 Ιουλίου 2013 και στις 2 Αυγούστου 2013 σχετικές ανακοινώσεις, με τις οποίες ενημέρωνε το επενδυτικό κοινό για κάθε εξέλιξη επί της ανάκλησης και έκβασης των ερευνών στην Εταιρεία”, δηλαδή στην Τράπεζα Κύπρου.
Όλες οι σχετικές ανακοινώσεις είναι αναρτημένες στην ιστοσελίδα της Επιτροπής, η οποία διευκρινίζει πως οι δύο έρευνές της αφορούν την επένδυση της Εταιρείας σε ομόλογα του ελλαδικού Δημοσίου και “ενδεχόμενη παράβαση από την Εταιρεία (Τράπεζα Κύπρου) του νόμου περί των πράξεων προσώπων που κατέχουν εμπιστευτικές πληροφορίες και των πράξεων χειραγώγησης της αγοράς (κατάχρησης της αγοράς), αναφορικά με την ανακοίνωση της Εταιρείας ημερομηνίας 27 Ιουνίου 2012 με θέμα την κεφαλαιακή άσκηση Ευρωπαϊκής Αρχής Τραπεζών, εν όψει του ότι δεν προέβη σε δημοσιοποίηση το ταχύτερο δυνατό, `εμπιστευτικής πληροφορίας` που την αφορούσε άμεσα και συγκεκριμένα ότι οι κεφαλαιακές ανάγκες της Εταιρείας, για κάλυψη των απαιτήσεων της Ευρωπαϊκής Αρχής Τραπεζών (ΕΑΤ), έχουν αυξηθεί από 200 περίπου εκατομμύρια ευρώ (μετά την αναμενόμενη κερδοφορία μέχρι 30 Ιουνίου 2012 – ανακοίνωση 10 Μαΐου 2012), σε 400 περίπου εκατομμύρια ευρώ με το ενδεχόμενο περαιτέρω αύξησης λόγω ενδεχόμενων επιπρόσθετων προβλέψεων”.
Οι έρευνες αυτές, σύμφωνα με την ανακοίνωση, “είχαν ανακληθεί με απόφαση του Συμβουλίου της Επιτροπής, λόγω των αποφάσεων του Ανωτάτου Δικαστηρίου στις Προσφυγές Αρ. 570/2009 Μιχάλης Ανδρέου εναντίον Κυπριακής Δημοκρατίας μέσω Υπουργικού Συμβουλίου και Αρ.1581/2010 Κωνσταντίνος Μιχαηλίδης εναντίον Αρχής Τηλεπικοινωνιών Κύπρου”.
“Οι εν λόγω αποφάσεις του Ανωτάτου Δικαστηρίου”, προσθέτει η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς, “έθεταν υπό σοβαρή αμφισβήτηση τη σύσταση της Επιτροπής κατά τον ουσιώδη χρόνο, με σοβαρό ενδεχόμενο την ακύρωσή τους από το Ανώτατο Δικαστήριο”.
Η Επιτροπή αναφέρει, επίσης, στην ανακοίνωσή της, ότι και οι δύο έρευνες είχαν αρχικά ξεκινήσει τον Ιούλιο του 2012 και η ανάκληση τους, για τους λόγους που αναφέρονται πιο πάνω, έγινε στις 4 Φεβρουαρίου 2013 και την ίδια ημέρα αποφασίσθηκε ο εκ νέου διορισμός ερευνώντων λειτουργών για την επανεξέταση των υποθέσεων.
Η μία έρευνα έχει ολοκληρωθεί και ένα μέρος της έρευνας αφορά ενδεχόμενες παραβάσεις του νόμου περί των πράξεων προσώπων που κατέχουν εμπιστευτικές πληροφορίες και των πράξεων χειραγώγησης της αγοράς (κατάχρησης της αγοράς) με σχετική ανακοίνωση της Επιτροπής στις 12 Ιουλίου 2013. “Για το δεύτερο μέρος της έρευνας, η Επιτροπή θα προβεί σε αποστολή κλήσεων σε παραστάσεις εντός των επόμενων δύο εβδομάδων” ενώ “κατά τον ίδιο τρόπο η Επιτροπή ενήργησε και σε σχέση με τις έρευνες στη Λαϊκή Τράπεζα”, όπως γράφει η σημερινή ανακοίνωση της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς.
Συνεπεία της άμεσης επανεξέτασης της Επιτροπής, η άλλη έρευνα έχει επίσης ολοκληρωθεί και αναμένεται η υποβολή των γραπτών παραστάσεων των Διοικητικών Συμβούλων της Τράπεζας, όπως αναφέρεται στη σημερινή ανακοίνωση, ενώ σχετική είναι και η ανακοίνωση της Επιτροπής ημερομηνίας 2 Αυγούστου 2013, με την οποία ενημερώνεται λεπτομερώς το επενδυτικό κοινό.