ΥΠΟΙΚ: Η υποκρισία του πολιτικού μας συστήματος σε όλο της το μεγαλείο
Γραπτή δήλωση του Υπουργού Οικονομικών σε σχέση με τους ισχυρισμούς για απώλεια εσόδων από το ΦΠΑ λόγω Κυπριακού Επενδυτικού Προγράμματος
Η υποκρισία του πολιτικού μας συστήματος σε όλο της το μεγαλείο:
Σε σχέση με τη δημόσια συζήτηση που διεξάγεται τις τελευταίες μέρες, με αφορμή την έκθεση του Γενικού Ελεγκτή ξεκαθαρίζω τα πιο κάτω:
Το 2016, και ενώ το ΚΕΠ βρισκόταν σε πλήρη εφαρμογή με πολύ γνωστούς τους οικονομικούς όρους λειτουργίας του, η Βουλή των Αντιπροσώπων, με δική της πρόταση νόμου η οποία ισχύει μέχρι σήμερα, επικαλούμενη την Ευρωπαϊκή Οδηγία η οποία επιτρέπει μειωμένο συντελεστή ΦΠΑ για απόκτηση κατοικίας για «κοινωνικούς σκοπούς» και χωρίς καμία κυβερνητική πρωτοβουλία, αποφάσισε την επιβολή μειωμένου συντελεστή από 19% στο 5% στα πρώτα 200 τ.μ. κατοικίας η οποία χρησιμοποιείται ως μόνιμη κατοικία και χώρος διαμονής στη Δημοκρατία. Η Πρόταση Νόμου ψηφίστηκε ΟΜΟΦΩΝΑ (εκτός από τους Οικολόγους) χωρίς καμία αναφορά ή ακόμη σκέψη για εξαίρεση στο ΚΕΠ.
Η εν λόγω νομοθεσία καθιστούσε δικαιούχους ΟΛΟΥΣ όσοι δήλωναν την κατοικία ως κύρια και μόνιμη διαμονή στη Δημοκρατία ΧΩΡΙΣ ΚΑΜΙΑ ΕΞΑΙΡΕΣΗ. Ανεξαρτήτως κοινωνικοοικονομικών δεδομένων, εισοδήματος, μεγέθους ή αξίας κατοικίας, ή αν η αγορά γινόταν στο πλαίσιο του ΚΕΠ. Συγκεκριμένα, όταν ψηφίστηκε η πρόταση Νόμου από τη Βουλή των Αντιπροσώπων το 2016 υπήρξε ξεκάθαρη τοποθέτηση από βουλευτή του κόμματος της αντιπολίτευσης που είπε: «Έχουμε συνείδηση ότι ψηφίζοντας αυτό που θα ψηφίσουμε, θα απαλλάξουμε από φορολογία και παλάτια. Αυτό είναι που θα συμβεί. Και παλάτια των πεντακόσιων τετραγωνικών υπερπολυτελή. Αυτό θα συμβεί».
Από την εφαρμογή της εν λόγω νομοθεσίας ευνοήθηκαν τόσο Κύπριοι πολίτες (εύποροι και μεσαία τάξη) όσο και ευρωπαίοι πολίτες και πολίτες τρίτων χωρών (συμπεριλαμβανομένων των πολιτογραφηθέντων) καθώς, και επιχειρηματίες ανάπτυξης γης.
Ο ΦΠΑ για τις κατοικίες των πολιτογραφηθέντων εφόσον ήταν η μόνιμη κατοικία και χώρος διαμονής τους στη Δημοκρατία επιβλήθηκε, ορθά, με βάση τις διατάξεις της νομοθεσίας που ψήφισε η Βουλή των Αντιπροσώπων το 2016. Απώλεια εσόδων δεν υπήρξε από την εφαρμογή της νομοθεσίας. Απώλεια εσόδων, πολύ περισσότερων αυτών που ισχυρίζεται ο Γενικός Ελεγκτής, ενδεχομένως να υπήρξε από την αλλαγή της νομοθεσίας η οποία ήταν μια πολιτική απόφαση της Βουλής των Αντιπροσώπων, που δεν εμπίπτει στο πλαίσιο ελέγχου του Γενικού Ελεγκτή.
Αναφορικά με τη θέση του ΓΕ ότι δεν θα έπρεπε να παραχωρεί το Τμήμα Φορολογίας τον μειωμένο συντελεστή ΦΠΑ για αιτήσεις για κατ’ εξαίρεση πολιτογραφήσεις, το Τμήμα εφάρμοζε και εφαρμόζει τον Νόμο του 2016 για οποιοδήποτε πολίτη της Κύπρου ή άλλου κράτους που χρησιμοποιούσε την κατοικία ως μόνιμο χώρο διαμονής στη Δημοκρατία. Το ΚΕΠ έθετε ως όρο ο αιτών να είναι κάτοχος μόνιμης και ιδιοκτήτης κατοικίας στην Κυπριακή Δημοκρατία και διαχώριζε μεταξύ αγοράς μόνιμης κατοικίας και επένδυσης σε οικιστικές μονάδες. Ο μειωμένος συντελεστής ΦΠΑ 5%, παραχωρήθηκε στους πολιτογραφηθέντες όπως και σε κάθε Κύπριο πολίτη με βάση τη δήλωση ότι η κατοικία χρησιμοποιείται ως κύριος και μόνιμος χώρος διαμονής στη Δημοκρατία.
Αφού αποπερατωθεί η κατοικία και εγκατασταθεί ο αιτητής, τότε μόνο μπορεί να ελεγχθεί η αρχική δήλωση του αιτητή από το Τμήμα Φορολογίας. Αν κατά τον μετέλεγχο διαπιστώνεται ότι η κατοικία ενοικιαζόταν ή χρησιμοποιήθηκε για άλλους σκοπούς, πέραν της ιδιοκατοίκησης, όπως προνοεί η περί ΦΠΑ νομοθεσία, τότε όπως και για κάθε άλλο αιτητή, γίνεται ανάκτηση του ΦΠΑ.
Ήδη το Υπουργείο Οικονομικών έχει ζητήσει και λάβει από τον προηγούμενο Αύγουστο (2021) από τους παρόχους ένα σημαντικό αριθμό αιτήσεων που έχουν επωφεληθεί του μειωμένου συντελεστή ΦΠΑ και έχει διαβιβάσει τα στοιχεία στο Τμήμα Φορολογίας για μετέλεγχο. Το Τμήμα Φορολογίας ήδη προβαίνει στους σχετικούς ελέγχους και όπου διαπιστώνεται ότι ο αιτητής δεν είναι δικαιούχος, ανακτάται το ποσό του ΦΠΑ και η υπόθεση θα διαβιβάζεται στο Υπουργείο Εσωτερικών για τις δικές του ενέργειες, όπως ήδη έχει συμβεί σε κάποιες περιπτώσεις.
Το 2021, μετά από παρέμβαση Ευρωβουλευτή της αντιπολίτευσης, (και κόμματος που ψήφισε τη νομοθεσία του 2016), για την εφαρμογή της Ευρωπαϊκής Οδηγίας για το ΦΠΑ που αφορά την επιβολή του μειωμένου συντελεστή 5% στην Κύπρο, προέβη για πολιτικές σκοπιμότητες σε αναφορά στο ΚΕΠ. Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή, κάνοντας ρητή αναφορά στην καταγγελία και στο Νόμο του 2016, ξεκίνησε διαδικασία παράβασης εναντίον της Κύπρου η οποία και συνεχίζεται. Η αναφορά του Γενικού Ελεγκτή αλλά και πολιτικών κομμάτων σε «εύπορους πολίτες» αφορά την πολιτική τους απόφαση να ψηφίσουν την εν λόγω νομοθεσία και όχι τις πρόνοιες του ΚΕΠ.
Μετά από διαβούλευση με το ΕΤΕΚ και άλλους εμπλεκόμενους φορείς, το Υπουργείο Οικονομικών κατέθεσε Νομοσχέδιο στη Βουλή των Αντιπροσώπων, το οποίο συνάδει με το κοινοτικό κεκτημένο για το ΦΠΑ και αποσκοπεί στη συμμόρφωση της Κυπριακής Δημοκρατίας με επιστολή παράβασης που αποστάληκε από την ΕΕ. Το εν λόγω νομοσχέδιο καθορίζει, με βάση στατιστικά στοιχεία, συγκεκριμένο εμβαδόν κατοικιών που μπορούν να επωφεληθούν, και υιοθετεί ευνοϊκές πρόνοιες για ΑΜΕΑ. Στο νομοσχέδιο που κατατέθηκε εισάγονται δηλαδή κριτήρια που προσδίδουν κοινωνικό χαρακτήρα στο μέτρο. Αναμφίβολα από αυτό το νέο νομοσχέδιο θα επηρεαστούν και Κύπριοι της μεσαίας τάξεως, τους οποίους η Επιτροπή δεν θεωρεί ότι καλύπτονται από τις αυστηρές πρόνοιες της ευρωπαϊκής οδηγίας του ΦΠΑ για «κοινωνικούς σκοπούς».
Δυστυχώς, από την κατάθεση του νομοσχεδίου τον περασμένο Ιανουάριο, η Βουλή των Αντιπροσώπων, με ποικίλες προφάσεις, όπως δήθεν η στέρηση του δικαιώματος σε νεαρά ζευγάρια και το πλείγμα που θα υποστεί η οικοδομική βιομηχανία, δεν προβαίνει στην προώθηση και ψήφιση του εν λόγω νομοσχεδίου.
Το νομοσχέδιο, που καταργεί το προηγούμενο καθεστώς, το οποίο έχει τύχει κατάχρησης όπως καταγράφει ο ΓΕ στην Έκθεση του, δεν έχει ακόμη ψηφιστεί από τη Βουλή των Αντιπροσώπων σε αντίθεση με τη Νομοθεσία του 2016 που δημιούργησε την κατάχρηση και ψηφίστηκε με ιδιαίτερη ευκολία.
Τόσο η Κυβέρνηση όσο και εγώ προσωπικά, έχουμε παραδεχθεί αδυναμίες, κενά και ελλείψεις του ΚΕΠ, ενός Προγράμματος που εφαρμόστηκε και βοήθησε σε μια ιδιαίτερα κρίσιμη περίοδο που η οικονομία και το τραπεζικό σύστημα κινδύνευαν με κατάρρευση. Αυτά τα κενά τα αντιμετωπίζαμε με τη λήψη συνεχών διορθωτικών μέτρων, όπως η ενδυνάμωση των ελέγχων δέουσας επιμέλειας, κάτι που επισημαίνεται και στο πόρισμα της Επιτροπής Νικολάτου.
Η προσπάθεια όμως πολιτικής εκμετάλλευσης προνοιών του Προγράμματος, δυο χρόνια μετά την κατάργησή του, πρόνοιες που ήταν καθόλα γνωστές και αποδεκτές σε όλα τα χρόνια εφαρμογής του, όπως η επιβολή μειωμένου συντελεστή ΦΠΑ και η πολιτογράφηση συγγενών ή διευθυντικών στελεχών σημαντικών έργων εκατοντάδων εκατομμυρίων ευρώ (παρότι ενδεχομένως να μην έχουν γίνει στη σωστή νομική βάση) δεν αποτελεί τίποτα άλλο από πολιτική υποκρισία.