Συν.Δημ. Δυνάμεων: Η Υπουργός Δικαιοσύνης δεν μπορεί να συνεχίσει να πολιτεύεται
Η Συνεργασία Δημοκρατικών Δυνάμεων καταδικάζει έντονα την υπέρμετρη βία που υπέδειξαν προχθές οι Αστυνομικές αρχές στην εκδήλωση διαμαρτυρίας στη Λευκωσία.
Τονίζουμε πως τα όσα βλέπουν το φως της δημοσιότητας δεν τιμούν ούτε την Υπουργό Δικαιοσύνης και Δημοσίας Τάξεως, ούτε την Αστυνομία, ούτε προσδίδουν τον αναγκαίο σεβασμό που οφείλει ένα Ευρωπαϊκό Κράτος να επιδεικνύει απέναντι στους πολίτες του.
Επαναλαμβάνουμε πως το δικαίωμα των πολιτών στη διαμαρτυρία, σε κόσμια πλαίσια και χωρίς προκλήσεις, είναι αναφαίρετο, αν και για να είμαστε σωστοί προς όλους, έγινε παραβίαση των διαταγμάτων κατά του Κορωνοϊού, σε μια δύσκολη περίοδο για την πατρίδα μας, όπου στέλνουμε μήνυμα για να μεταβούμε σε συγγενή μας πρώτου βαθμού.
Οι Αστυνομικοί που ήταν καθήκον πιστεύουμε ότι δεν έκαναν χρήση από μόνοι τους δακρυγόνων, ρίψη νερού μέσω ειδικού μηχανήματος, χρήση ροπάλου, χρήση βίας κτλ, χωρίς πλαίσιο οδηγιών και ενημέρωση των ανώτερων τους, γι’ αυτό μια φόρα σε αυτό τον τόπο ας αναλάβουν οι ανώτεροι τις ευθύνες τους, αντί να προβαίνουν σε στρουθοκαμηλισμό και πραγματοποίηση ερευνών. Δεν είναι δυνατό η ηγεσία της Αστυνομίας, ιδιαίτερα ο Αρχηγός και ο Υπαρχηγός της Αστυνομίας που διορίστηκαν από τον ΠτΔ σε αυτές τις θέσεις, όπου μεταξύ των άλλων αφορά και την ενδυνάμωση του αισθήματος ασφάλειας του κάθε πολίτη, να μην γνώριζαν.
Η Υπουργός Δικαιοσύνης και Δημοσίας Τάξεως, πρέπει να αντιληφθεί ότι είναι η πολιτική προϊστάμενη ενός σημαντικού Υπουργείου και έχει σοβαρές ευθύνες και υποχρεώσεις έναντι των πολιτών και δεν μπορεί να συνεχίσει με απανωτά λάθη, υπεκφυγές και δικαιολογίες να πολιτεύεται.
Άρα ας αποφασίσει πως θα συνεχίσει, αν μπορεί πλέον διότι στην κοινή γνώμη έχει χαθεί η εμπιστοσύνη των πολιτών στο πρόσωπο της και αυτό δύσκολα ξανά κερδίζεται.
Τέλος, αν και ως πολίτες έχουμε κουραστεί με τις διάφορες έρευνες, χαιρετίζουμε την αυτεπάγγελτη παρέμβαση της Ανεξάρτητης Αρχής Διερεύνησης Ισχυρισμών και Παραπόνων κατά της Αστυνομίας και την πραγματοποίηση σχετικής έρευνας με ποινικούς ανακριτές, οι οποίοι δεν πρέπει να είναι πρώην αξιωματικοί της Αστυνομίας.