Ο Εθνικός μας ποιητής, ο Διονύσιος Σολωμός, έμελλε να συνδέσει το όνομά του, με τη συγγραφή του ποιήματος «Υμνος εις την Ελευθερίαν», οι πρώτες δύο στροφές του οποίου, έγιναν ο Εθνικός Ύμνος της Ελλάδας.
Λάτρης της ποιητικής παράδοσης, ο γεννημένος στη Ζάκυνθο ποιητής, πρωτοπόρησε καλλιεργώντας τη δημοτική γλώσσα και συνδυάζοντάς τη με την Κρητική Λογοτεχνία και το δημοτικό τραγούδι.
Πολυγραφότατος, αποτελεί και ως ο Εθνικός μας ποιητής τεράστιο κεφάλαιο για τον πολιτισμό του τόπου, ωστόσο, ήταν ο ίδιος που έλεγε, πως η αναγνώριση του Ύμνου εις την Ελευθερία, λειτούργησε σε βάρος των άλλων σπουδαίων έργων του, μεταξύ των οποίων ξεχωρίζουν οι «Ελεύθεροι Πολιορκημένοι, ο Πόρφυρας, Η Γυναίκα της Ζάκυθος, Λάμπρος».
Φαίνεται εξάλλου πως τόσο τον επηρέασε η συγγραφή του ποιήματος που έμελλε να γίνει ο Εθνικός μας ύμνος, που σχεδόν κανένα από τα έργα που έγραψε μετά δεν ολοκληρώθηκε και δεν δημοσιεύθηκε από τον ίδιο.
Ο Διονύσιος Σολωμός γεννήθηκε στις 8 Απριλίου του 1798 στη Ζάκυνθο, ως εξώγαμο τέκνο του κόντε Νικόλαου Σολωμού και της υπηρέτριάς του Αγγελικής Νίκλη.
Σε πολύ μικρή ηλικία έμεινε ορφανός και το 1808 έφυγε για σπουδές στην Ιταλία, με τη συνοδεία του ιταλού δασκάλου του Ρώσση. Επτά χρόνια αργότερα πήρε το απολυτήριο από το Λύκειο της Κρεμόνας και γράφτηκε στο πανεπιστήμιο της Πάβιας, απ’ όπου πήρε το πτυχίο της Νομικής.
Ας δούμε μερικά από τα σπουδαιότερα αποφθέγματα του:
Το έθνος πρέπει να θεωρεί εθνικόν ό,τι είναι αληθές.
Μήγαρις έχω άλλο στο νου μου, πάρεξ ελευθερία και γλώσσα;
Είδες να μαδάνε την κότα και ο αέρας να συνεπαίρνει τα πούπουλα; Έτσι πάει το έθνος.
Χαρές και πλούτη να χαθούν, και τα βασίλεια, κι όλα,τίποτε δεν είναι, αν στητή, μέν’ η ψυχή κι ολόρθη
Δυστυχισμένε μου λαέ καλέ και αγαπημένε. Πάντα ευκολόπιστε και πάντα προδομένε.
Όμορφος κόσμος, ηθικός, αγγελικά πλασμένος.
Η δύναμή σου πέλαγο κι η θέλησή μου βράχος.
Πάντ’ ανοιχτά, πάντ’ άγρυπνα τα μάτια της ψυχής μου.
Νύχτα γεμάτη θάματα, νύχτα σπαρμένη μάγια.
Άκρα του τάφου σιωπή στον κάμπο βασιλεύει. Λαλεί πουλί, παίρνει σπυρί κι η μάνα το ζηλεύει.
Με χίλιες βρύσες χύνεται, με χίλιες γλώσσες κρένει, όποιος πεθαίνει σήμερα χίλιες φορές πεθαίνει.
Γλυκιά η ζωή κι ο θάνατος μαυρίλα.
Δεν είναι άξιοι να αγαπηθούν εκείνοι οι οποίοι δεν διακινδυνεύουν τίποτε. Αγάπα για να ζήσεις, ζήσε για να αγαπάς.
Μη σκύβεις ποτέ το κεφάλι… ψηλά να το κρατάς για να θεωρείς τον ήλιο της ζωής.
Το έθνος πρέπει να θεωρεί εθνικόν ό,τι είναι αληθές.
Έστησε ο Έρωτας χορό με τον ξανθόν Απρίλη, κι η φύσις ηύρε την καλή και τη γλυκειά της ώρα.
Άστραψε φως κι γνώρισαν ο νιος τον εαυτό του.
Μήγαρις έχω άλλο στο νού μου, πάρεξ ελευθερία και γλώσσα;
Από το βασίλειο της Αλήθειας και της Αγάπης όπου βρίσκεται, θα εξακολουθεί να μας κάνει καλό σε ό,τι έχουμε πιο ευγενικό.
Μάγεμα η φύσις κι όνειρο στην ομορφιά και χάρη· η μαύρη πέτρα ολόχρυση και το ξερό χορτάρι. Με χίλιες βρύσες χύνεται, με χίλιες γλώσσες κρένει: «Όποιος πεθάνει σήμερα χίλιες φορές πεθαίνει».