Διακαναλική συνέντευξη του Προέδρου της Δημοκρατίας για το Κυπριακό Ερωτήσεις – Απαντήσεις
Ερώτηση: Επειδή το κεφάλαιο που θα συζητηθεί στη συνάντηση της Ελβετίας είναι το εδαφικό, επιτρέψτε μου να ξεκινήσω από αυτό το θέμα. Στις 7 Οκτωβρίου, δηλώνατε από τον Αστρομερίτη ότι, μεταξύ των περιοχών που θα πρέπει να βρίσκονται υπό την ελληνοκυπριακή συνιστώσα πολιτεία, δεν μπορεί παρά να περιλαμβάνει και την Μόρφου. Και σας απάντησαν και ο κ. Ακιντζί και οι συν αυτού ότι δεν τίθεται θέμα επιστροφής της Μόρφου. Ακολούθησαν πολλά σενάρια, συζητήσεις, ακόμα και προτάσεις προχθές από τον κ. Ταλάτ για μια Μόρφου υπό ομοσπονδιακή ομπρέλα, μια ζώνη εδάφους ομοσπονδιακής διακυβέρνησης. Θα ήθελα να ρωτήσω, ποια είναι η γραμμή έναρξης της διαπραγμάτευσης για την Μόρφου ή, αν θέλετε, γενικότερα που θα τηρήσετε στην Ελβετία και ποιο είναι το ελάχιστο σημείο εδαφικών αναπροσαρμογών που θα δεχόταν η ελληνοκυπριακή πλευρά, ιδιαίτερα για την Μόρφου;
Απάντηση: Αυτό που είναι επιδίωξή μας είναι τέτοιες αναπροσαρμογές που να επιτρέπουν τον μέγιστο αριθμό Ελληνοκυπρίων να επιστρέψει στις πατρογονικές τους εστίες. Μεταξύ αυτών συγκαταλέγεται και η Μόρφου. Δεν πρόκειται βεβαίως να μπω σε μια λεπτομερή και από αέρος διαπραγμάτευση, είτε αναφέροντας ονόματα είτε αποκλείοντας ονόματα. Αυτό που έχει σημασία είναι να γίνει κατανοητό ότι χωρίς ουσιαστικές εδαφικές αναπροσαρμογές ούτε και το περιουσιακό είναι δυνατό να λυθεί κατά σχετικά δίκαιο τρόπο. Διότι συνδέονται άμεσα οι εδαφικές αναπροσαρμογές και με το περιουσιακό. Και αυτή είναι και η προσπάθεια που καταβάλλουμε, να γίνει κατανοητό και από τους συμπατριώτες μας, πως λογικές και μέσα στο πλαίσιο του δικαίου αναπροσαρμογές είναι απολύτως αναγκαίες προκειμένου να έχουμε μια αποδεκτή λύση και από τους Ελληνοκύπριους.
Ερώτηση: Να επιμείνω λίγο σε αυτό το σενάριο του κ. Ταλάτ περί ομοσπονδιακού καθεστώτος σε κάποιες περιοχές.
Απάντηση: Να σας βοηθήσω γιατί ήταν παράλειψη που δεν απάντησα. Μιλούμε για την επιστροφή περιοχών υπό ελληνοκυπριακή διοίκηση. Νομίζω είμαι σαφής.
Ένα ειδικό καθεστώς θα μπορούσε να διαλαμβάνει, παραδείγματος χάριν, την περιοχή Καρπασίας. Η πρόταση του κ. Ταλάτ είναι ευπρόσδεκτη, αν και εφόσον θα διασφαλίζεται το δικαίωμα επιστροφής, είναι κάτι που και οι ίδιοι μελετούμε. Για περιοχές όμως, όπως είναι η Καρπασία, που και με βάση τη Συμφωνία της Τρίτης Βιέννης διέβλεπε τη διασφάλιση παραμονής των τότε διατηρούντων 23 και τόσων χιλιάδων Καρπασιτών.
Ερώτηση: Είπατε στην ομιλία σας ότι ελπίζετε ότι στην Ελβετία θα υπάρχει τέτοια πρόοδος που θα δημιουργεί την προοπτική να προχωρήσουμε και στην ουσιαστική συζήτηση των κεφαλαίων της ασφάλειας και των εγγυήσεων. Και επειδή λέγονται πολλά, πώς ορίζουμε αυτή την πρόοδο που θα επιτρέψει τη συνέχιση των διαπραγματεύσεων επί της ασφάλειας και των εγγυήσεων;
Απάντηση: Πρόοδος σημαίνει πως θα υπάρξουν τέτοιες συγκλίσεις ως προς τα κριτήρια των εδαφικών αναπροσαρμογών, πως κάποια θέματα, επί των οποίων υπάρχει διαφωνία, θα υπάρξει σύγκλιση, έτσι ώστε να δημιουργείται βάσιμα η προοπτική ότι η εν συνεχεία νέα φάση του διαλόγου θα οδηγήσει και ενδεχόμενα στην τελική επιδιωκόμενη φάση, που να είναι εκείνη που θα δώσει και την ποθητή λύση.
Ερώτηση: Σήμερα ο Μουσταφά Ακιντζί ενημέρωσε τους ηγέτες των τουρκοκυπριακών κομμάτων, ήδη υπάρχουν δηλώσεις τους – και αναφέρω τη δήλωση του Μεχμέτ Αλί Ταλάτ, που είναι ένας από τους πιο μετριοπαθείς στην τουρκοκυπριακή κοινότητα – είπε ότι στόχος της τουρκοκυπριακής κοινότητας είναι η συζήτηση στο Mont Pelerin του Εδαφικού, χωρίς χάρτες και ο καθορισμός ημερομηνίας για μια πενταμερή. Αυτό που θέλω να ρωτήσω είναι: Εσείς δεσμεύεστε ενώπιον του κυπριακού λαού ότι δεν θα προχωρήσετε σε αποδοχή ημερομηνίας αν δεν γίνει επί της ουσίας διαπραγμάτευση επί χαρτών;
Απάντηση: Έχω ερωτηθεί προηγουμένως και έχω πει ξεκάθαρα, και θέλω να το επαναλάβω και τώρα, πρόοδος δεν είναι μόνο τα κριτήρια είναι και ο χάρτης που διατυπώνει αυτά που διασφαλίζονται μέσα από τα κριτήρια. Συνεπώς, για να υπάρξει επόμενο βήμα – είτε αυτό λέγεται πολυμερής ή άλλως πως – θα πρέπει να υπάρξει και μια σχετική πρόοδος και επειδή αναφέρονται στην πολυμερή, λέω ότι δεν υπάρχει περίπτωση να αποδεχθώ ημερομηνία πολυμερούς συναντήσεως, αν δεν υπάρξει πρόοδος ή συνέπεια σε αυτά που έχουν συμφωνηθεί. Πρόοδος στο εδαφικό, συγκλίσεις, τουλάχιστον στον μέγιστο βαθμό, όσον αφορά τις εδαφικές αναπροσαρμογές, κατάθεση αντιστοίχων χαρτών που θα αποτυπώνουν τα όσα διαλαμβάνονται στα κριτήρια που θα έχουν συμφωνηθεί.
Ερώτηση: Δηλαδή, για να το ξεκαθαρίσουμε αυτό, συμφωνία μόνο στα κριτήρια του εδαφικού χωρίς να βάζετε χάρτες μπορεί να θεωρηθεί ικανοποιητική πρόοδος για να πάμε στο επόμενο στάδιο;
Απάντηση: Όχι. Συμφωνία στα κριτήρια σημαίνει ταυτόχρονα και κατάθεση χαρτών. Αυτό είναι που έχει συμφωνηθεί, αν και εφόσον υπάρξει τέτοια πρόοδος στα κριτήρια, να κατατεθεί από τουρκοκυπριακής πλευράς και ο χάρτης που θα αποτυπώνει τα όσα θα αποτελούν τα συμφωνημένα κριτήρια που θα σήμαινε σημαντική πρόοδο – εφόσον θα είναι συμφωνημένα τα κριτήρια και θα αποτυπώνονται επί χάρτου – οπότε το ενδεχόμενο της επόμενης φάσης, μιας πολυμερούς, εφόσον θα σμικρύνονταν και οι διαφορές που υπάρχουν στα υπόλοιπα, δεν θα αποκλειόταν .
Ερώτηση: Γιατί διστάσατε να πείτε στο ερώτημα της κας Κοτζιαμάνη ότι η Μόρφου είναι κόκκινη γραμμή, όπως είπατε στους Μορφίτες μιλώντας στην εκδήλωση;
Απάντηση: Δεν νομίζω να υστέρησα στο να επαναλάβω τα όσα είπα για Μόρφου, όμως ευρισκόμεθα μια μέρα προ της μετάβασής μας εις το Mont Pelerin, εάν θα αρχίσουμε από αέρος να κάνουμε διάλογο, αντιλαμβάνεσθε ότι οι πλευρές παραμένουν αμετακίνητες σε θέσεις, εις ανταπάντηση των θέσεών μας, με αποτέλεσμα, ενδεχόμενα, να διακινδυνεύσω αυτό που επιδιώκω. Επαναλαμβάνω, και απάντησα και στον κ. Χατζηπαναγή, με καθαρότητα ότι μιλώ για αναπροσαρμογές ή επιστροφή υπό ελληνική διοίκηση και ήτο για τη Μόρφου η ερώτηση, σε σχέση με την πρόταση του κ. Ταλάτ.
Ερώτηση: Θέλω να μείνω λίγο στις συνομιλίες στην Ελβετία: Ένα σημείο είναι εάν έχει συμφωνηθεί η διαδικασία, εάν τη ξέρουμε και τη έχουμε αποδεχθεί. Ένα δεύτερο, επειδή θα συζητηθεί το Εδαφικό, είναι το θέμα των κριτηρίων, δηλαδή πόσο μικρό ή μεγάλο είναι το χάσμα στο θέμα των κριτηρίων;
Απάντηση: Δεν είμαι σε θέση αυτήν τη στιγμή να γνωρίζω, εκείνο που γνωρίζω είναι ότι μέσα από τις δημόσιες δηλώσεις ή με μια ανταλλαγή απόψεων, όχι σε βάθος, αλλά όπως απλά αποκαλείται brainstorming στα αγγλικά η ανταλλαγή απόψεων, διαφαίνεται να υπάρχουν, αλλά ας αφήσουμε να διαμορφωθούν και τα γεγονότα και η τυχόν πρόοδος ή η τυχόν οπισθοδρόμηση στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων. Νομίζω ότι σοφό είναι, προ μιας διαπραγμάτευσης, όχι από αέρος να γίνονται τέτοιες τοποθετήσεις που να υποχρεώνουν την άλλη πλευρά να τοποθετείται κατά τρόπο που ενδεχόμενα να μην της επιτρέψει να προβεί στις αναγκαίες ευέλικτες προσαρμογές.
Ερώτηση: Κύριε Πρόεδρε να κατανοήσω ότι το θέμα των κριτήριων δεν έχει συζητηθεί καθόλου;
Απάντηση: Όχι. Είναι καλά γνωστό, οι θέσεις μας είναι καλά γνωστές προς την τουρκοκυπριακή πλευρά. Όχι, στο τραπέζι δεν έχει συζητηθεί. Έχουν δοθεί όμως οι θέσεις μας. Δηλαδή το τι επιδιώκουμε π.χ. ότι πρέπει να επιστραφούν περιοχές με τέτοια πληθυσμιακή πυκνότητα, έτσι ώστε γίνει κατορθωτό ένας αριθμός τουλάχιστον 100 χιλιάδων να επιστρέψει υπό ελληνοκυπριακή διοίκηση. Περιοχές που έχουν σχέση είτε με τις ιστορικές μας καταβολές, είτε ανάλογα με τη γονιμότητα του εδάφους, ανάλογα με τη χρήση, οι ακτογραμμές παραδείγματος χάριν κ.ο.κ., η έκταση δηλαδή των ακτογραμμών της καθεμίας των δυο πολιτειών.
Ερώτηση: Έχει καταθέσει και η τουρκοκυπριακή πλευρά;
Απάντηση: Βεβαίως έχει καταθέσει.
Ερώτηση: Ο Τουρκοκύπριος ηγέτης Μουσταφά Ακιντζί αναφέρει συνεχώς ότι μηδέν εγγυήσεις και μηδέν στρατεύματα σημαίνει δεν υπάρχει λύση. Το ίδιο τόνισε και σήμερα ο Υπουργός Ευρωπαϊκών Υποθέσεων της Τουρκίας ότι το θέμα των εγγυήσεων είναι εκτός συζήτησης για την Άγκυρα, άρα αν η τουρκοκυπριακή πλευρά επιμένει σε αυτήν τη θέση τότε πώς προχωρεί η διαδικασία και πώς το σχολιάζει η ελληνοκυπριακή πλευρά;
Απάντηση: Εμείς προχωρούμε με καλή θέληση και αποφασιστικότητα επιδιώκοντας να επιτύχουμε μια λύση που θα επιτρέπει τη σύσταση ή αν θέλετε τη μετεξέλιξη της Κυπριακής Δημοκρατίας σε ένα σύγχρονο ευρωπαϊκό κράτος, και ένα σύγχρονο ευρωπαϊκό κράτος δεν έχει ούτε ανάγκη από εγγυητές, ούτε ανάγκη από στρατεύματα κατοχής. Συνεπώς, δηλώσεις ανάλογες με αυτές που ακούω δεν συμβάλλουν στο να επιτύχουμε την αποκατάσταση της εμπιστοσύνης μεταξύ των δυο κοινοτήτων, μεταξύ του κυπριακού λαού. Θα πρέπει πάντα να έχουμε κατά νουν, και νομίζω ότι είναι σημαντικό αυτό που κάποια στιγμή ελέχθη από τον ίδιο τον Ακιντζί, ότι η ασφάλεια του ενός να μην αποτελεί απειλή για τον άλλο. Γίνεται κατανοητό ότι τα τουρκικά στρατεύματα μπορεί να είναι ασφάλεια για τη μια κοινότητα, αλλά σίγουρα προκαλούν ανασφάλεια για την άλλη κοινότητα. Συνεπώς, δεν θεωρώ, και με βάση τη δομή του υπό μετεξέλιξη κράτους, ότι απαιτούνται οι όποιες εγγυήσεις. Παρά ταύτα, στις δικές μας προτάσεις, έχουμε εισηγηθεί μηχανισμούς, ώστε εκεί και όπου παρατηρούνται πιθανά επεισόδια αν και εφόσον παρατηρηθούν, πώς μπορεί να αντιμετωπιστούν κατά αποτελεσματικό τρόπο, φτάνοντας ακόμα, αν και εφόσον είναι τέτοιας έκτασης, και στο Συμβούλιο Ασφαλείας το οποίο να μπορεί να αποφασίσει περαιτέρω μέτρα. Εκείνο που θα αποτελέσει πραγματική εγγύηση και αίσθημα ασφάλειας μεταξύ των κατοίκων, είτε Ελληνοκυπρίων είτε Τουρκοκυπρίων, είναι οι μηχανισμοί, και εκείνοι που θα δράσουν τη δοσμένη στιγμή για να αποτρέψουν τα οποιαδήποτε. Υπάρχει όμως ακόμα ένα θέμα ασφάλειας και αναφέρεται στο κεφάλαιο της υλοποίησης των όσων θα συμφωνηθούν. Επιμένουμε – και είναι θέση μας – πως θα πρέπει να υπάρξει επαρκής ασφάλεια για την επομένη της λύσης. Επαρκής ασφάλεια δηλαδή ότι όσοι εμπλέκονται θα υλοποιήσουν τις δεσμεύσεις τους.
Ερώτηση: Ακούγεται κατά κόρον ότι το κλειδί της λύσης του Κυπριακού βρίσκεται στην Τουρκία. Είχατε πει σε μια πρόσφατη ομιλία σας ότι το 2004 τολμήσατε να πάτε κόντρα στο ρεύμα με την πρόταση των ΗΕ για το σχέδιο Ανάν. Τι είναι αυτό που σας κάνει σήμερα αισιόδοξο να πιστεύετε ότι η σημερινή Τουρκία, με τον σημερινό Πρόεδρό της, και τα όσα διαδραματίζονται σήμερα στην Τουρκία, αυτή η χώρα που έχει το κλειδί για τη λύση του Κυπριακού – και να μην ξεχνάμε ότι ο κ. Ακιντζί ενεργεί κατ’ εντολή της Άγκυρας – θα συνηγορήσει στο να βρεθεί μια όσο τον δυνατόν, δίκαιη δεν μπορούμε να την πούμε, βιώσιμη λύση στο Κυπριακό.
Απάντηση: Αξιοπρεπής λύση στο Κυπριακό, ένας δημιουργικός συμβιβασμός θα μπορούσε να πει κανένας. Αυτό που θα ήθελα να πω είναι ότι η δική μας πλευρά εδώ και 42 χρόνια καταβάλλει προσπάθεια να εξευρεθεί μια λύση, γιατί όλοι μέχρι σήμερα οι ηγέτες της Κυπριακής Δημοκρατίας αντιλαμβάνονταν τους κινδύνους όχι μόνο για τους Ε/Κ αλλά και για τους Τ/Κ από τη συνέχιση της απαράδεκτης κατάστασης που επικρατεί στο νησί. Έχουμε υποχρέωση να αγωνιστούμε, να καταβάλουμε κάθε δυνατή προσπάθεια, μέχρι στιγμής έχει παρατηρηθεί πρόοδος, παραμένουν διαφορές, θέλω να ελπίζω ότι δεν θα παραμείνουμε στην ρητορική περί επιθυμίας λύσης, εις την ρητορική περί αντιμετώπισης των ανησυχιών των Ελληνοκυπρίων. Αυτό το οποίο πράττουμε είναι με καλή πίστη, με αποφασιστικότητα, με δημιουργικό πνεύμα προκειμένου να δώσουμε ένα ισχυρό μήνυμα όχι μόνο προς τους Τουρκοκύπριους συμπατριώτες μας, που το επιθυμούμε και το επιδιώκουμε, αλλά και προς την Τουρκία αλλά και τη διεθνή κοινότητα: Τυχόν αποτυχία εις τις προσπάθειες που καταβάλλουμε δεν θα βαρύνει την ελληνοκυπριακή πλευρά – αλλά και δεν θέλω να μπω σε ανάλογη λογική να αρχίσουμε τώρα ποιος ευθύνεται και ποιος όχι ή να σχολιάσω εάν εις την Άγκυρα ευρίσκεται ο Α ή ο Β. Αυτά είναι καλά γνωστά, οι ανησυχίες είναι δεδομένες, δεν επιτρέπεται όμως επειδή διατηρούμε τις ανησυχίες και να παραλύσουμε, θα συνεχίσουμε την προσπάθεια επίλυσης του κυπριακού προβλήματος, επειδή αυτό πιστεύουμε θα είναι προς όφελος ολόκληρου του κυπριακού λαού. Κάποια στιγμή πρέπει η αβεβαιότητα να τερματιστεί, κάποια στιγμή η σταθερότητα πρέπει να παγιωθεί, κάποια στιγμή πρέπει να αξιοποιήσουμε τον φυσικό μας πλούτο, να δούμε ότι δημιουργούμε συνθήκες συνέργειας, συμβίωσης, αλλά και συνδημιουργίας. Μόνο έτσι μπορούμε να έχουμε πραγματική προοπτική για το μέλλον. Αν άλλοι θέτουν εμπόδια, βεβαίως κάποιοι θα πρέπει να αναλάβουν και ένα βάρος ευθυνών γιατί να αποτύχει μια τόσο κοπιώδης προσπάθεια που μας φέρνει τόσο κοντά στο να επιτύχουμε, αν υπάρχει πραγματικά καλή βούληση και από την Τουρκία και από την τουρκοκυπριακή ηγεσία, σε μια οριστική ρύθμιση του θέματος.
Ερώτηση: Αναφέρατε και πριν από το διάλειμμα την ανάγκη επαρκούς ασφάλειας την επομένη της λύσης, την πρώτη μέρα έναρξης εφαρμογής της λύσης. Ποιοι είναι οι μηχανισμοί που θα φροντίσουν για να υπάρξει αυτή η ασφάλεια από την πρώτη ώρα; Ποιος θα έχει την εποπτεία στις μεταβατικές περιόδους και την εγγύηση εφαρμογής των συμφωνηθέντων, ειδικότερα σε σχέση με την αποχώρηση των τουρκικών στρατευμάτων, που είναι ένα θέμα που επηρεάζει πολύ τους Ελληνοκυπρίους;
Απάντηση: Είπα επαρκής ασφάλεια ως προς την υλοποίηση των όσων θα συμφωνηθούν και είναι κάτι που ο καθένας το αντιλαμβάνεται με την πικρή πείρα του παρελθόντος. Αυτό που επεξεργάζονται και τα Ηνωμένα Έθνη είναι μια ανανεωμένη, ενισχυμένη εντολή προς την Ειρηνευτική Δύναμη, έτσι ώστε να φέρει την ευθύνη ομαλής εξέλιξης στην υλοποίηση της λύσης. Είτε αυτό αναφέρεται στην αποχώρηση των κατοχικών στρατευμάτων είτε στην επανεγκατάσταση προσφύγων. Γενικότερα, θα υπάρχει μια ενισχυμένη εντολή όσον αφορά την υλοποίηση επί του εδάφους. Όσον αφορά την υλοποίηση των συμφωνηθέντων όμως, ταυτόχρονα αυτό που λέμε ότι είναι το ορθότερο, είναι ότι είτε το Συμβούλιο Ασφαλείας, κάτω από το Κεφάλαιο 7, είτε οπωσδήποτε μόνο διεθνής οργανισμός θα μπορούσε να αναλάβει ένα ανάλογο έργο. Και πιστεύω ότι το Συμβούλιο Ασφαλείας είναι το κατεξοχήν σώμα του διεθνούς οργανισμού, οπωσδήποτε η Ειρηνευτική Δύναμη είναι κάτω από τις εντολές των Ηνωμένων Εθνών, και συνεπώς δεν μπορεί παρά να είναι τα Ηνωμένα Έθνη εκείνα, τα οποία θα παρακολουθούν και θα φροντίσουν, έτσι ώστε να υπάρξει η ομαλή προσαρμογή στα νέα δεδομένα, όπως θα συμφωνηθούν. Ταυτόχρονα, για το θέμα δημόσιας τάξης και λοιπά, πέραν των τοπικών αστυνομικών δυνάμεων που θα υπάρχουν –όπως σε όλες τις ομόσπονδες πολιτείες υπάρχουν τα σώματα ασφαλείας-, θα είναι και η ομοσπονδιακή αστυνομία, η οποία θα καλείται και θα παρεμβαίνει σε περίπτωση που δεν είναι αρκετή η τοπική αστυνομία. Πέραν όμως τούτου, υπάρχει και άλλος μηχανισμός –αυτό που εισηγηθήκαμε-, δηλαδή μια πολυεθνική δύναμη, που μπορεί να είναι με ενισχυμένη εντολή η Ειρηνευτική Δύναμη των Ηνωμένων Εθνών, η οποία να παρεμβαίνει εξίσου. Και αν και σε εκείνο το στάδιο υπάρξει αποτυχία τότε υπάρχει η προσφυγή στο Συμβούλιο Ασφαλείας προκειμένου να ληφθούν τέτοια μέτρα, που να αποτρέψουν τους όποιους κινδύνους είτε για τη μια είτε για την άλλη κοινότητα. Για αυτό και λέμε ότι δεν απαιτούνται τουρκικά στρατεύματα και, ιδιαίτερα, δεν μπορεί η Τουρκία να εγγυηθεί το στάτους κβο, δηλαδή τη νέα κατάσταση πραγμάτων, το υπό μετεξέλιξη κράτος, και τούτο γιατί δυστυχώς, και λυπούμαι που το λέω, αλλά το 1974 η εισβολή έγινε με το πρόσχημα της αποκατάστασης της συνταγματικής τάξης και τελικά όχι μόνο δεν αποκαταστάθηκε η συνταγματική τάξη, αλλά βρισκόμαστε σε θέση να διαπραγματευόμαστε για μετεξέλιξη εκείνου του κράτους, της συνταγματικής τάξης, από ενιαίο σε ένα ομόσπονδο καθεστώς.
Ερώτηση: Έχω την υποψία ότι αν είχατε μπροστά σας τον επικεφαλής κάποιου αντιπολιτευόμενου κόμματος θα σας έλεγε ότι στην απάντησή σας πριν το διάλειμμα υποβαθμίσατε λίγο τη δυναμική και την πολιτική που αναπτύσσει, ειδικά τους τελευταίους μήνες, ο κ. Ερντογάν. Και υποψιάζομαι ότι θα σας έλεγε, επίσης, ότι στο πλαίσιο αυτής της πολιτικής που αναπτύσσει είναι και η δήλωση που βγήκε νωρίς το απόγευμα του διευθυντή της εταιρείας πετρελαίων της Τουρκίας, ότι βγαίνει το Μπαρμπαρός για έρευνες και πολύ πιθανόν, στην επόμενη περίοδο, για γεωτρήσεις στα ανοικτά της Κύπρου.
Απάντηση: Ακριβώς συνεκτιμώντας ορθά τα όσα καταγράφονται και τις όλες συμπεριφορές, θεωρώ πως καθίσταται ακόμα πιο αναγκαίο να λυθεί το κυπριακό πρόβλημα γιατί με τα όσα έχετε αφήσει να νοηθούν οι κίνδυνοι αυξάνονται. Όπως βεβαίως και ενδεχόμενα από μια κακή λύση να υπάρχουν κίνδυνοι, το ίδιο και από μια μη λύση. Όσον αφορά τις όποιες κινήσεις ή τις όποιες ανακοινώσεις, ένα θέλω να καταστήσω σαφές, πάω με καλή διάθεση, με καλή θέληση να διαπραγματευτώ μια αξιοπρεπή λύση. Κάτω από απειλές δεν πρόκειται ούτε να διαπραγματευτώ ούτε και να υποχωρήσω. Δεν θα ήθελα όμως να μπω σε μια ανάλογη λογική. Παραμένουμε σε αυτό που έχουμε κατ’ επανάληψη εκφράσει και αποδείξει: Είμαστε αποφασισμένοι να προχωρήσουμε στην επανένωση αυτής της χώρας, την απαλλαγή της από τα κατοχικά στρατεύματα, τη δημιουργία ενός σύγχρονου ευρωπαϊκού κράτους που θα σέβεται τα δικαιώματα όλων ανεξαίρετα. Θα περιοριστώ μέχρι εδώ.
Ερώτηση: Κύριε Πρόεδρε, και πάλιν θα συνεχίσω την ερώτηση του συναδέλφου. Κανείς δεν μπορεί να προβλέψει τον κ. Ερντογάν. Αν, κατά τη διάρκεια που θα βρίσκεστε στο Mont Pelerin, αποστείλει το Μπαρμπαρός όπως λένε στις επόμενες μέρες, θα αποχωρήσετε; Και ακόμα κάτι που θέλω να ρωτήσω. Επειδή λέγεται στα κατεχόμενα ότι η λεγόμενη κυβέρνηση δεν επιτρέπει στον κ. Ακιντζί να συνοδευτεί από τεχνοκράτες – κάτι που κάνει κάποιον να σκεφτεί ότι δεν θα εμφανιστούν χάρτες- και πάλι θα θεωρήσετε ότι θα πρέπει να αποχωρήσετε ή να τερματίσετε τη διαπραγμάτευση σε αυτό το σημείο;
Απάντηση: Να μου επιτρέψετε να αντιμετωπίσω τις καταστάσεις όπως θα διαμορφώνονται και να μην προκαταλαμβάνω τοποθετήσεις. Εν πάση περιπτώσει, θέλω να ελπίζω και το έχω πει και προηγουμένως, αν δεν υπάρξει πρόοδος δεν θα υπάρξει βεβαίως ούτε ημερομηνία για την τελική φάση. Την επόμενη φάση δεν την αποκλείω, γιατί μπορεί να συνεχίσει ο διάλογος. Αν θα διακοπεί ο διάλογος μέσα από ενέργειες, αυτή η απόφαση θα ληφθεί την ώρα και όταν πρέπει.
Ερώτηση: Όσον αφορά την εμφάνιση του Μπαρμπαρός;
Απάντηση: Μιλώ και για αυτό.
Ερώτηση: Κύριε Πρόεδρε, εφόσον είπατε πως δεν δέχεστε ή δεν διαπραγματεύεστε κάτω από απειλές, επιτρέψτε μου ένα ερώτημα: Δέχεστε πιέσεις για καθορισμό ασφυκτικών χρονοδιαγραμμάτων; Ρωτώ, γιατί το τελευταίο διάστημα, δύο-τρεις φορές ο κ. Lavrov, ύστερα από συναντήσεις και με τον κ. Κασουλίδη και με τον κ. Κοτζιά, κατήγγειλε τα Ηνωμένα Έθνη και τον κ. Eide ότι επιχειρούν να θέσουν χρονοδιαγράμματα, πιέζοντας για ορισμό διεθνούς διάσκεψης για την ασφάλεια. Αυτό θέλουν στην ουσία τα Ηνωμένα Έθνη, ανεξαρτήτως οποιασδήποτε προόδου να μας οδηγήσουν σε μια διάσκεψη για την ασφάλεια;
Απάντηση: Δεν θα απαντήσω βεβαίως στον κ. Lavrov. Ενδεχομένως ο κ. Lavrov να το κάνει για να προλάβει. Αλλά θέλω να πω ότι μέχρι στιγμής δεν αισθάνθηκα την όποια πίεση. Και στα Ηνωμένα Έθνη ήταν η επιμονή –όχι των Ηνωμένων Εθνών- να καθοριζόταν μια πολυμερής, ενώ βρισκόμασταν στην Νέα Υόρκη, η οποία να περιλαμβάνει περιουσιακό, ασφάλεια, κλπ. Δεν νομίζω στο τέλος να έγινε αυτό το οποίο ζητείτο, αλλά δεν ασκήθηκε καμία απολύτως πίεση. Το έχουμε κάνει ξεκάθαρο. Διαλαμβάνεται και στο κοινό ανακοινωθέν της 11ης Φεβρουαρίου 2014, ότι πρώτον, οι συνομιλίες θα διεξαχθούν από τους δύο ηγέτες των κοινοτήτων, χωρίς ασφυκτικά χρονοδιαγράμματα, χωρίς επιδιαιτησία, ελευθέρα βούληση, και τότε και μόνο, και εφόσον καταλήξουν, θα τη θέσουν ενώπιον του λαού. Και εκείνος που έχει τον τελευταίο λόγο δεν είναι ούτε οι ηγέτες, είναι ο λαός.
Ερώτηση: Σίγουρα η διαπραγμάτευση στην Ελβετία είναι μια κρίσιμη καμπή στις διαπραγματεύσεις. Το ερώτημά μου έχει να κάνει με το εξής: Επειδή γίνεται λόγος για σύγκλιση πολυμερούς διάσκεψης –το είπε και ο κ. Ταλάτ, το ανέφερε και ο συνάδελφος προηγουμένως-, ποια πρόοδο θα θεωρήσετε επαρκή; Διότι το είπατε και εσείς πριν από λίγο, ότι αν πάνε καλά δηλαδή οι διαπραγματεύσεις στην Ελβετία θα πάμε σε πολυμερή;
Απάντηση: Έχω απαντήσει στο ερώτημα, αλλά θα το επαναλάβω και δεν είναι κακό το ότι επαναλαμβάνω και κάτι για να υπάρχει καθησυχασμός. Πρόοδος σημαίνει να υπάρξει τέτοια σύγκλιση στο εδαφικό που να επιτρέπει την κατάθεση χαρτών, αλλά και να δημιουργεί προοπτική ότι είμαστε κοντά σε συμφωνία ή τουλάχιστον να προδιαγράφεται η συμφωνία. Πέραν όμως του εδαφικού που είναι σημαντικό, θα πρέπει να δούμε και το περιουσιακό που είναι εξίσου, και συνδεδεμένο, με το εδαφικό. Να δούμε πώς μειώνονται ή εξαλείφονται οι υπάρχουσες διαφορές, έτσι ώστε να υπάρχει η προοπτική και το αίσθημα, γενικότερα, ότι είμαστε κοντά σε λύση, οπότε δεν αποκλείεται ούτε η πολυμερής. Αυτό δεν εξαρτάται, θέλω να το επαναλάβω, από εμάς, αλλά από τη στάση που θα τηρήσει η Τουρκία και η τουρκοκυπριακή ηγεσία.
Ερώτηση: Απαντώντας στην ερώτηση του Μιχάλη (Παυλίδη) για τα χρονοδιαγράμματα, είπατε ότι μετά την Ελβετία θα συνεχιστούν κανονικά οι συνομιλίες, δεν είναι το τέλος του δρόμου.
Απάντηση: Αν δεν υπάρξει πρόοδος δεν θα έλεγα ότι διακόπτω τον διάλογο. Ενδεχόμενα να συνεχίσει ο διάλογος. Αυτό που δεν θα επιτύχουμε, είναι αυτό που επιθυμούμε όλοι. Να βλέπαμε μια λύση εντός του 2016.
Ερώτηση: Το ερώτημα μου είναι το εξής: Ποιο χρονικό ορίζοντα βλέπετε για να τελεσφορήσει ή να μην τελεσφορήσει αυτή η διαδικασία;
Απάντηση: Δεν μπορώ να καθορίσω ορίζοντα, διότι είναι όπως που να έθετα ο ίδιος χρονοδιαγράμματα, εντός των οποίων θα πρέπει να εξαντλήσουμε τον διάλογο. Όμως, βεβαίως και δεν μπορεί να συνεχίσει επ’ άπειρον ένας διάλογος χωρίς αποτελέσματα, διότι δεν θα οδηγήσει στο επιθυμητό αποτέλεσμα. Αυτό, το οποίο είναι ευχή και πραγματική επιθυμία όλων είναι το συντομότερο, το καλύτερο. Αυτό ήταν πάντα η δική μας επιθυμία, δηλαδή της ελληνοκυπριακής πλευράς. Από το 1974 και μετά, εμείς είμαστε εκείνοι που επιδιώκαμε τη λύση. Αν δεν επετεύχθη η λύση είναι δυστυχώς γιατί υπήρξε η τουρκική αδιαλλαξία. Αλλά περιορίζομαι εδώ. Επαναλαμβάνω, δεν θα ήθελα από δική μου υπαιτιότητα να μολύνω ένα καλό κλίμα που πρέπει να υπάρξει στο Mont Pelerin. Είναι σημαντικό να διατηρήσουμε χαμηλούς τόνους. Αυτό που έχει σημασία είναι να υπάρξει αποφασιστικότητα και βούληση. Και τα δύο τα διαθέτω, χωρίς να παραγνωρίζω ότι αυτή τη διάθεση που εγώ έχω θα πρέπει να τη διαθέτει και η άλλη πλευρά.
Ερώτηση: Επιτρέψτε μου να παραμείνω στις εγγυήσεις και στρατεύματα, τα οποία αναφέρονται από την τουρκοκυπριακή πλευρά. Βλέπουμε ότι παραμένουν σε αυτή τη θέση. Τι γίνεται αν στο Mont Pelerin δεν υπάρξει κάποια εξέλιξη; Υπάρχει το ενδεχόμενο διακοπής των συνομιλιών ή ακόμη και η περίπτωση κάποιας ενδιάμεσης συμφωνίας;
Απάντηση: Να ξεκινήσω από το τελευταίο γιατί τα άλλα τα έχω απαντήσει. Αλλά θα σας απαντήσω και πάλι. Έχει δηλώσει ο κ. Ακιντζί ότι μου ζητήθηκε από τον ίδιο να δώσουμε από κοινού μια συνέντευξη Τύπου. Δεν παραγνωρίζω το πόσο σημαντική θα ήταν. Αλλά την ίδια ώρα απέκλεισα το ενδεχόμενο διότι ενδεχόμενα να εθεωρείτο ότι βρισκόμαστε σε μια ενδιάμεση λύση, ότι εξαγγέλλουμε μια ενδιάμεση λύση, και αυτό δεν θα ήταν ορθό γιατί, με βάση τις αρχές που έχουμε καθορίσει, τίποτα δεν συμφωνείται αν δεν συμφωνηθούν όλα. Συνεπώς, απέρριψα όχι γιατί δεν επιθυμούσα, αλλά γιατί θα ήταν ενάντια στα όσα έχουμε συμφωνήσει σε ό,τι αφορά τη διαδικασία. Τώρα όσον αφορά τη συνέχιση ή μη του διαλόγου, εμάς η πρόθεσή μας είναι – επαναλαμβάνω και πάλι – η συνέχιση και η κατάληξη το συντομότερο δυνατό, αρκεί να υπάρξει η ανταπόκριση και στις ανησυχίες των Ελληνοκυπρίων. Εμείς έχουμε αντιμετωπίσει δημιουργικά τις ανησυχίες των Τουρκοκυπρίων. Προσπαθούμε με κάθε τρόπο να μεταδώσουμε αυτό το μήνυμα, μέσα από συγκεκριμένες πολιτικές. Θα πρέπει και η άλλη πλευρά να κατανοήσει ότι δεν είναι μόνο η μια κοινότητα που ανησυχεί, αλλά εύλογα έχει και η άλλη κοινότητα και ανησυχίες και προσδοκίες. Το θύμα, δηλαδή, από την όλη κατάσταση όπως δημιουργήθηκε μετά το 1974, ανεξαρτήτως του ποιος έφερε την ευθύνη για τα γεγονότα του 1974.
Ερώτηση: Κανένας δεν πιστεύει ότι οποιοσδήποτε πολιτικός αρχηγός οποιουδήποτε κόμματος, και από τα αντιπολιτευόμενα και από τα συμπολιτευόμενα, δεν θέλει τη λύση του κυπριακού προβλήματος. Παρατηρείται, όμως, ένα φαινόμενο από τώρα, χωρίς να γνωρίζει κανείς την τελική μορφή της λύσης να γίνονται ολόκληρες μάχες σε τηλεοπτικά πάνελ, με τους μεν να απειλούν τους δε ότι αν δεν βρούμε τη λύση τώρα έρχεται η καταστροφή του πλανήτη και τους δε να λένε ότι η λύση που προσπαθείτε να μας επιβάλετε είναι επίσημη διχοτόμηση της Κύπρου. Τι τους απαντάτε;
Απάντηση: Εγώ δεν συμμετέχω στις μάχες που λέτε. Παρά το γεγονός ότι δέχομαι καθημερινά κριτική, κατά το πλείστον αβάσιμη, παρακολουθώ γιατί ο καθένας έχει δικαίωμα, και το παίρνω από τη θετική πλευρά θεωρώντας ότι οι αρνήσεις ενισχύουν τη θέση μου ή τη θέση της ελληνοκυπριακής πλευράς. Αυτό, όμως, που θέλω να συμβουλεύσω είναι απλά όταν αναπτύσσουμε επιχειρήματα, αυτά να εδράζονται κάπου ώστε να μην καλλιεργούμε αβάσιμα φόβους στον λαό. Αυτό είναι ενάντια σε αυτό που λέμε την κοινή επιθυμία για λύση. Βεβαίως, να επισημαίνονται οι ανησυχίες και οι κίνδυνοι, αυτό είναι ένα. Αλλά αβάσιμη επιχειρηματολογία, είτε από τους μεν είτε από τους δε, που περνά μέσα από την κινδυνολογία και τον φόβο δεν θεωρώ ότι είναι η σοφότερη συνταγή για το καλό του τόπου. Θα πρέπει όλοι να συνυπολογίσουμε με ψυχραιμία τις συνέπειες του χρόνου, την υπάρχουσα διεθνή κατάσταση, τα όσα έχουν επισημανθεί και από συναδέλφους προηγουμένως που συμβαίνουν στην περιοχή μας, χωρίς αυτό και πάλι, όμως, να μας οδηγεί στο να αποδεχθούμε μια κακή λύση, γιατί – επαναλαμβάνω – η κακή λύση είναι ακριβώς όπως και η μη λύση του κυπριακού προβλήματος.
Ερώτηση: Έρχομαι λίγο σε αυτά που μας είπατε στην αρχική σας τοποθέτηση, και συγκεκριμένα στο κεφάλαιο για το σύμφωνο δημοσιονομικής σταθερότητας. Είπατε ότι προνοεί ότι δεν θα καλείται να αποπληρώνει καμία από τις συνιστώσες πολιτείες τις οικονομικές υποχρεώσεις που δημιουργεί η άλλη. Να ρωτήσω αν σε αυτές τις οικονομικές υποχρεώσεις σε ό,τι αφορά την τουρκοκυπριακή συνιστώσα πολιτεία περιλαμβάνεται το χρέος των Τουρκοκυπρίων προς την Τουρκία, αν έχετε ζητήσει κατά τη συζήτηση της οικονομικής πτυχής να σας δώσουν στοιχεία για αυτό το χρέος και αν εσείς θεωρείτε ότι όντως δεν θα έρθει η στιγμή που αυτό το χρέος θα επιβαρύνει το ομόσπονδο πλέον κράτος και να βρεθεί μπροστά σε μια τροχιά παρόμοια με αυτή που ζήσαμε τα προηγούμενα χρόνια ως Κυπριακή Δημοκρατία.
Απάντηση: Το σύμφωνο δημοσιονομικής σταθερότητας, βεβαίως, είναι, όπως είχα πει στην αρχή, μια εξουσία της κεντρικής κυβέρνησης για να υπάρχει έλεγχος στην όλη οικονομική κατάσταση του κεντρικού κράτους αλλά και των πολιτειών. Αυτό που είναι ξεκάθαρο – και είναι συμφωνημένο οπωσδήποτε – είναι ότι δεν μπορεί καμιά εκ των κοινοτήτων να αναμένει ότι η άλλη πλευρά θα αποπληρώσει υποχρεώσεις δικές της. Δεν θέλω να μπω σε περισσότερες λεπτομέρειες ως προς τις υποχρεώσεις των Τουρκοκυπρίων που είναι προς την Τουρκία. Η δική μας θέση είναι ότι θέμα αποκλειστικά των Τουρκοκυπρίων και της Τουρκίας και θεωρώ ότι αυτό θα είναι το ολιγότερο δύσκολο να διευθετηθεί, μάνα και παιδί κάπου θα τα βρουν, αλλά δεν θα υποχρεώσουν κανένα άλλο να τους αποπληρώσει τις υποχρεώσεις τους. Όπως και το κόστος της λύσης – γιατί το ακούω και αυτό και είναι καθόλα αβάσιμο και απαράδεκτο – ότι θα το πληρώσουν τάχα οι Ελληνοκύπριοι ή ότι οι Ελληνοκύπριοι θα συντηρούν τους Τουρκοκύπριους. Αυτά είναι που λέω αβάσιμη κινδυνολογία που δημιουργεί ακριβώς ή καλλιεργεί τον φόβο προκειμένου να δημιουργηθεί ένα αρνητικό κλίμα στις προσπάθειες που καταβάλλονται και αυτό δεν είναι εκ των θετικών στοιχείων που καταγράφονται στην πολιτική μας ζωή.
Ερώτηση: Αυτό που λέγεται, όμως, είναι ότι μέχρι αυτή τη στιγμή δεν υπάρχει από οποιονδήποτε εξωτερικό παρατηρητή ή ανθρώπους ή κράτη που ενδιαφέρονται για τη λύση, δέσμευση για οικονομική συνεισφορά σε περίπτωση λύσης, και μάλιστα υπάρχει ανησυχία – άκουσα για παράδειγμα τον κ. Κυπριανού πρόσφατα να το λέει – ακόμη και για πιθανό νέο μνημόνιο σε περίπτωση λύσης, αν δεν διευθετηθεί το θέμα του οικονομικού κόστους της λύσης. Εσείς είστε αισιόδοξος ότι υπάρχουν κάποιοι έτοιμοι να καλύψουν αυτό το οικονομικό κόστος και υπάρχει σαφής μελέτη για το ποιο θα είναι αυτό το κόστος;
Απάντηση: Είναι η πρώτη φορά στην ιστορία των διαπραγματεύσεων που, ως αποτέλεσμα ακριβώς αυτής της έγνοιας, έχουμε καλέσει και εμπλέκονται το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο (ΔΝΤ) και η Παγκόσμια Τράπεζα. Το ΔΝΤ για να κάνει μελέτη του κόστους λειτουργίας του κράτους, γενικότερα των οικονομικών δεδομένων που υπάρχουν στη μια και στην άλλη κοινότητα – της Κυπριακής Δημοκρατίας ούτως ή άλλως καταγράφονται οι επιδόσεις της, αλλά πρέπει να δούμε τι γίνεται στην τουρκοκυπριακή κοινότητα – και να γίνει ταυτόχρονα και μια εκτίμηση του όλου τραπεζικού συστήματος. Το δεύτερο στοιχείο που αφορά την Παγκόσμια Τράπεζα είναι η καταγραφή των περιουσιακών στοιχείων, ο τρόπος υπολογισμού και το κόστος της ενδεχόμενης λύσης. Μέσα από αυτές τις μελέτες είναι η επιδίωξη που ανέφερα – ήδη εργάζονται συστηματικά τα Ηνωμένα Έθνη και όχι μόνον και η Ευρωπαϊκή Ένωση. Άκουσα τελευταία να γίνεται σχόλιο ότι επειδή ο Διευθυντής του Μηχανισμού Σταθερότητας είπε ότι δεν διαθέτουν τη δυνατότητα χρηματοδότησης εκρίθη ότι δεν θα συνεισφέρει η ΕΕ. Άλλο τα ταμεία της ΕΕ και άλλο ο Μηχανισμός Σταθερότητας – που δεν έχει καμία σχέση. Και η ΕΕ είναι έτοιμη να συνεισφέρει και πολλά άλλα των κρατών. Αλλά μελετούνται και τρόποι έτσι ώστε χωρίς επιβάρυνση – και θέλω να το ξεκαθαρίσω – των πολιτών της Κυπριακής Δημοκρατίας να υπάρξει τέτοιο εύρωστο ταμείο ώστε μαζί με την παρουσίαση της λύσης να είναι έτοιμο και το ταμείο αποζημιώσεων για όσους θα επιλέξουν ως θεραπεία αντί της διεκδίκησης της περιουσίας τους αυτής καθεαυτής, δηλ. της πλήρους αποκατάστασης, την αποζημίωση. Συνεπώς, αυτό που λέω, και είναι ένα γεγονός, είναι ότι γίνονται μελέτες όχι μόνο από εμάς. Αλλά να ξεκαθαρίσω ακόμα κάτι, επειδή έγινε λόγος για δεύτερο μνημόνιο κ.λπ. Δεν πρόκειται να οδηγηθούμε ούτε σε δεύτερο ούτε σε τρίτο μνημόνιο ακριβώς γιατί προσπαθούμε με κάθε τρόπο να είμαστε καλά μελετημένοι και να φροντίσουμε με κάθε τρόπο να δούμε πώς μπορεί να εξασφαλίσουμε τα οικονομικά της λύσης.
Ερώτηση: Είστε αισιόδοξος για αυτό;
Απάντηση: Νομίζω, από όσα καταγράφονται, δεν μιλάμε για διεθνή διάσκεψη δωρητών όπου η απόδοση είναι γνωστή, αρνητική δηλαδή. Υπάρχουν διμερείς επαφές, υπάρχουν κράτη με τα οποία διατηρούμε άριστες σχέσεις, κράτη που είναι έτοιμα να χρηματοδοτήσουν. Επαναλαμβάνω, προτιμητέα είναι η επιλογή των διμερών επαφών, και μακάρι να ευρεθεί λύση και είμαι βέβαιος πως προς αυτό θα συμβάλει βεβαίως και η Τουρκία και όχι μόνον.
Ερώτηση: Κύριε Πρόεδρε, επειδή όντως το οικονομικό κόστος είναι ίσως ένα από τα θέματα που φοβίζει πιο πολύ τους πολίτες, το Εδαφικό θεωρείται ότι είναι το προτελευταίο στάδιο της διαδικασίας, όπως το ονομάζουμε. Βρισκόμαστε στο προτελευταίο στάδιο. Έχει υπολογιστεί –έστω και κατά προσέγγιση από τις μέχρι τώρα μελέτες– πόσο θα είναι αυτό το κόστος; Και διερωτάται κανείς, οι πολίτες δεν θα επωμιστούν κανένα μέρος του κόστους της λύσης; Γιατί δεν νομίζω ότι κάποιοι θα πληρώσουν για εμάς όλο το μέρος του κόστους.
Απάντηση: Να μου επιτρέψετε να επαναλάβω ότι γίνονται μελέτες για να έχουμε ακριβή στοιχεία για το τι θα στοιχήσει η λύση τόσο σε ό,τι αφορά επανεγκατάσταση, αποζημιώσεις κ.τλ. αλλά και ως προς τα λειτουργικά έξοδα. Τα λειτουργικά έξοδα είναι ένα θέμα δικό μας. Οπωσδήποτε και θα έχει έξωθεν βοήθεια. Όσον αφορά στο κόστος της λύσης όπως αποκαλείται, θα φροντίσουμε με κάθε τρόπο να διασφαλίσουμε – επαναλαμβάνω και το θέτω κατ’ επανάληψη και το έθεσα και εις τον Γ.Γ. και εις τους συνομιλητές μου– ότι είναι εκ των ων ουκ άνευ το Ταμείο, και όχι τα όποια ομόλογα κ.τλ., να είναι έτοιμο κατά την πρόταση ή κατά την ημέρα που θα κατατίθεται η πρόταση λύσης του κυπριακού προβλήματος.
Ερώτηση: Επομένως κ. Πρόεδρε, για να το ξεκαθαρίσουμε, δεν υπάρχει ούτε κατά προσέγγιση ένας υπολογισμός του κόστους μέχρι στιγμής;
Απάντηση: Έγιναν κατά καιρούς διάφοροι υπολογισμοί, είναι ανακριβείς. Αυτή την ώρα θέλουμε, με βάση την επιστημοσύνη, την εμπειρογνωμοσύνη, να έχουμε ακριβή στοιχεία για να μπορούμε να ξέρουμε τί ζητούμε από την Α’, από την Β’, από την τρίτη χώρα, από την Ευρωπαϊκή Ένωση ή άλλους οργανισμούς, οι οποίοι μπορούν να συνεισφέρουν, έτσι ώστε να αντιμετωπίσουμε το κόστος της λύσης κατά τρόπο αποτελεσματικό.
Ερώτηση: Συμμερίζομαι κι εγώ την αγωνία των συναδέλφων διότι μία λύση, κ. Πρόεδρε, για να είναι πολιτικά βιώσιμη, πρέπει να είναι και οικονομικά βιώσιμη. Και χαρακτηρίσατε προχθές τη λύση ως τη μεγαλύτερη μεταρρύθμιση που μπορεί να γίνει στον τόπο. Δεν φοβάστε, πως θα συντηρείτε τρεις κυβερνήσεις, τρεις βουλές, όλα αυτά τα λεφτά από πού θα τα εξοικονομήσετε προκειμένου να αποζημιωθούν ενδεχομένως και όσοι θα χάσουν τη δουλειά τους; Τί θα γίνει με την ενοποίηση της οικονομίας των ελεύθερων περιοχών και των κατεχομένων, διότι μία θα είναι η οικονομία, εάν λάβουμε υπόψη και το χάος που επικρατεί στα κατεχόμενα και οι τράπεζες δεν δίδουν στοιχεία στο Ταμείο και στην Παγκόσμια Τράπεζα.
Απάντηση: Κοιτάξτε να δείτε. Δημιουργούμε καμιά φορά την εικόνα ότι θα έχουμε ένα κράτος, το οποίο… – όντως το σύστημα των ομοσπονδιών στοιχίζει περισσότερα από ό,τι ένα ενιαίο κράτος. Προ του κόστους, δηλαδή των 100 εκ., των 200 εκ., του προϋπολογισμού της κεντρικής κυβέρνησης η οποία θα έχει 1500, 2000, 2500 υπαλλήλους, να αφήσουμε το Κυπριακό άλυτο γιατί υπάρχει ο κίνδυνος; Να φέρω ένα παράδειγμα που συμβαίνει σήμερα εις την Κυπριακή Δημοκρατία: εάν καταργηθούν ελάχιστοι εκ των δημοτικών συμβούλων και των δήμων, οι εξοικονομήσεις θα είναι αρκετές πάντως για να συντηρήσουν το νέο σύστημα. Αλλά θα πω ακόμη κάτι: δεν είναι ανάγκη να προσληφθούν υπάλληλοι. Θα υπάρξουν απολύσεις πρώτα-πρώτα δημοσίων υπαλλήλων. Θα υπάρξει ενδεχομένως για ένα διάστημα, απόσπαση υπαλλήλων από τις πολιτείες προς την ομοσπονδιακή κυβέρνηση, θα διασφαλιστούν τα δικαιώματα των εν λόγω υπαλλήλων. Μέχρι σήμερα δεν δώσαμε δείγματα γραφής ακόμη και σε ώρες κινδύνου για την κυπριακή οικονομία ότι θα ήταν ποτέ δυνατόν να δεχθούμε να υπάρξουν άνθρωποι που θα πληρώσουν το κόστος και είμαι βέβαιος ότι σταδιακά – και ακριβώς γι’ αυτό γίνεται και η μελέτη του ΔΝΤ – για να έχουμε το μέτρο, αλλά δεν είναι απαγορευτικό για να πει κανένας ότι δεν είναι βιώσιμο το σύστημα. Εάν δείτε ποιες είναι ομοσπονδίες, θα δείτε ότι είναι και από τις πλέον εύρωστες: η Γερμανία, οι Ηνωμένες Πολιτείες, για να μην κάνω αναφορά σε πόσες των χωρών είναι από τα πλουσιότερα κράτη. Είναι οπωσδήποτε ορθό αυτό που λέτε ότι θα έχει κάποιο κόστος, αλλά δεν νομίζω αυτό το κόστος να μπορεί να αποτρέψει την προσπάθειά μας για επανένωση τούτου του τόπου και φανταστείτε πόσο πολύ περισσότερο θα είναι το όφελος από τη λύση. Θα έχεις μία χώρα η οποία αποτελεί τη γέφυρα μεταξύ Ευρώπης – Ασίας – Μέσης Ανατολής – Αφρικής – Αραβικού Κόλπου με μια σταθερότητα, ένα μοντέλο ειρηνικής συμβίωσης, το οποίο θα αποτελεί έδαφος της Ευρωπαϊκής Ένωσης, φανταστείτε τις επενδύσεις, τους ρυθμούς ανάπτυξης, την προκοπή και συνεπώς τα πολύ περισσότερα έσοδα.
Ερώτηση: Ένα παράλληλο ερώτημα να μου επιτρέψετε: γίνεται μεγάλη συζήτηση, κ. Πρόεδρε, σε υψηλούς τόνους, για το θέμα της δημογραφικής σύνθεσης και της ιθαγένειας. Θεωρείται σύγκληση το 4:1. Σύμφωνα με τις μετρήσεις, έχετε υιοθετήσει την αρχή ότι ο πληθυσμός της Κυπριακής Δημοκρατίας 820 χιλιάδες και ο πληθυσμός του Τ/κ συνιστώντος κρατιδίου 220 χιλιάδες. Θα ρωτήσω κάτι διαφορετικό: πόσοι έποικοι, κ. Πρόεδρε, περισσεύουν και με ποιο τρόπο θα αποχωρήσουν μετά από τη λύση και τι θα γίνει με τους παράνομους φοιτητές, εργάτες, εποχικούς εργάτες, όσους έχουν άδεια παραμονής κ.ο.κ. Θα αποχωρήσουν ή θα απολαμβάνουν και αυτοί τις βασικές ελευθερίες της Ευρωπαϊκής Ένωσης;
Απάντηση: Έχει συμφωνηθεί ότι η κεντρική κυβέρνηση θα έχει την αποκλειστική αρμοδιότητα, πρώτον, εις την παραχώρηση ιθαγένειας της Κυπριακής Δημοκρατίας, υπηκοότητας της Κυπριακής Δημοκρατίας, όπως βεβαίως και θα αδειοδοτεί τους οποιουσδήποτε εργάζονται ή επισκέπτονται την ομόσπονδη Δημοκρατία, το νέο καθεστώς πραγμάτων. Συνεπώς, θα υπάρχει πλήρης έλεγχος ποιοι είναι, ποιοι εισέρχονται, ποιοι θα πρέπει να εξέλθουν όταν θα λήξει η άδεια κ.ο.κ.
Η δημογραφική σύνθεση νομίζω έχει αναλυθεί, έχει δοθεί και συνεπώς δεν θα το επαναλάβω. Αυτό που λέω, είναι ότι διασφαλίζεται οριστικά και το παρόν και το μέλλον, με αριθμούς που πλησιάζουν – όσον αφορά στη δημογραφική σύνθεση – εκείνους του 1960, με ελάχιστη απόκλιση.
Τώρα, όσον αφορά κάποιους εκ των Τούρκων εργατών κ.τλ., θα πρέπει να ανανεωθεί η άδεια παραμονής τους. Και αυτό που εμείς επιμένουμε –γιατί εδώ υπάρχει μια διαφορά– είναι ότι θα πρέπει να γίνει από την κεντρική κυβέρνηση και όχι βεβαίως από τη συνιστώσα πολιτεία, για όσους εργάτες υπάρχουν είτε στη μια είτε στην άλλη. Βεβαίως, μας ενδιαφέρει πολύ περισσότερο εκείνοι οι οποίοι βρίσκονται εις την Τ/κ κοινότητα και αποτελούν έναν αριθμό εποίκων που θα πρέπει να παραμείνουν μόνο με άδεια παραμονής, εάν και εφόσον πληρούν τις προϋποθέσεις.
Ερώτηση: Είπατε στην εισαγωγή σας ότι είμαστε στη διαπραγμάτευση σε προχωρημένο στάδιο. Στα τέσσερα κεφάλαια υπάρχουν σημαντικές συγκλίσεις, απομένουν ασφάλεια, εδαφικό και εγγυήσεις. Δεν θα σας ζητήσω να μου πείτε αν θα καταλήξουμε ή όχι , αλλά επειδή το 2004 ένας παράγοντας που οδήγησε στο «ΟΧΙ», ήταν- το ξέρετε καλά- ο φόβος της επόμενης ημέρας, θα ήθελα να μου πείτε πώς αυτό το αντιμετωπίζετε σε μια διαπραγμάτευση.
Απάντηση: Έχετε απόλυτο δίκιο και είναι γι’ αυτό που είπα ότι πρώτα χρειάζεται εγγύηση όσον αφορά την υλοποίηση της λύσης. Δεύτερο, έχουμε συμφωνήσει ότι τα χρονοδιαγράμματα, είτε αποχώρησης των κατοχικών στρατευμάτων- με βάση συμφωνίας- είτε επανεγκατάστασης, δηλαδή υλοποίηση της λύσης, θα πρέπει να είναι τα ταχύτερα δυνατά για να ξεπεραστεί πλέον και η αβεβαιότητα που υπάρχει και στους Τουρκοκύπριους. Θα πρέπει να ληφθεί υπόψη και αυτό από τους Τουρκοκύπριους , ότι κάποια στιγμή, επιτέλους, θα πρέπει να τερματιστεί το καθεστώς που διαβιούν, που θεωρείται και διεθνώς παράνομο και δεν δίνει τη βεβαιότητα και την προοπτική για το μέλλον. Συνεπώς, όλα αυτά λαμβάνονται υπόψη, ακριβώς και μέσα από τα τρία στοιχεία που έχω δώσει. Νομίζω θα ξεπεραστούν γιατί τότε, αν θυμάστε, με το Σχέδιο Ανάν υπήρχε περίοδος αποκατάστασης που έφτανε τα 19 χρόνια. Είπαμε ότι αυτά όλα αποτελούν σημαντικούς παράγοντες που πρέπει να ληφθούν υπόψη και οφείλω να πω ότι είναι και η συναντίληψη της άλλης πλευράς ότι εφόσον συμφωνήσαμε θα πρέπει τα χρονοδιαγράμματα να είναι τέτοιας λογικής φύσεως- δηλαδή σύντομα – που να δώσουν επιτέλους το αίσθημα ασφάλειας μεταξύ και των Τουρκοκυπρίων και των Ελληνοκυπρίων.
Ερώτηση: Θα ήθελα να προσθέσω κάτι σε σχέση με τους εργάτες και τους φοιτητές. Δηλαδή, αν λυθεί το Κυπριακό, θα υπάρχει κάποια ρήτρα που να προνοεί όριο στον αριθμό των εργατών από τρίτες χώρες περιλαμβανομένης και της Τουρκίας;
Απάντηση: Τα όρια καθορίζονται ανάλογα με τις ανάγκες που έχει η κάθε χώρα. Παραδείγματος χάριν, σήμερα στο κυπριακό κράτος υπάρχουν περίπου 100 χιλιάδες ξένοι εργάτες, που είναι είτε αραβικής καταγωγής, είτε ασιατικής καταγωγής. Επομένως, ανάλογα με τις ανάγκες, θα είναι ανάλογος και ο αριθμός των εργατών ή των φοιτητών κτλ., αλλά για τους φοιτητές και τον τουρισμό δεν νομίζω ότι θα πρέπει να θέσεις στον φοιτητή όριο , πέρα της άδειας βεβαίως. Αυτό είναι καθαρά κάτι που θα διαμορφώσουν οι ανάγκες εκείνων που θέλουν και μακάρι να καταστούμε εκπαιδευτικό κέντρο, να καταστούμε ιατρικό κέντρο, να καταστούμε ό,τι θέλετε. Αυτά είναι εντελώς διαφορετικά διότι, η φοίτηση σε ένα πανεπιστήμιο είναι προσωρινή. Με τον τερματισμό της φοίτησης βεβαίως θα αποχωρήσει. Είναι γι’ αυτό που λέμε ότι η διασφάλιση είναι ότι υπάρχει αυτή η εξουσία μόνο στην κεντρική κυβέρνηση. Είναι η διαφωνία που έχω πει όσον αφορά την ανανέωση αδειών εργαζομένων σήμερα στην τουρκοκυπριακή κοινότητα.
Ερώτηση: Η τουρκοκυπριακή πλευρά επιμένει σε εκ περιτροπής προεδρία. Υπάρχει το ενδεχόμενο να αποδεχθεί η ελληνοκυπριακή πλευρά την εκ περιτροπής προεδρία με αντάλλαγμα σε εδαφικό ή εγγυήσεις;
Απάντηση: Εμάς η θέση μας είναι ξεκάθαρη. Δεν αποδεχόμαστε την εκ περιτροπής προεδρία. Ο διάλογος βρίσκεται σε εξέλιξη. Εάν είναι δυνατόν, ποτέ να σας έλεγα ότι θα αποδεχθώ την εκ περιτροπής προεδρία με αντάλλαγμα κάτι άλλο. Θα δούμε πώς εξελίσσεται (η διαπραγμάτευση). Η θέση μας παραμένει πάντως. Δεν είναι δημοκρατικό, αλλά οι απόλυτες θέσεις, πολλές φορές, σε θέματα – και δεν μιλώ για αυτά που με ρωτήσατε αλλά γενικότερα – δεν επιτρέπουν τη διαπραγμάτευση. Όπως π.χ. ερωτήθηκα προηγουμένως για το θέμα της Μόρφου. Η θέση μας είναι καθαρή. Να το ξεκαθαρίσω. Επαναλαμβάνω: το να κηρύττεις δημοσίως, υποχρεώνεις τον άλλον να αντιδράσει και να τοποθετηθεί και εν συνεχεία δεν θα υπάρξει μετακίνηση. Και είναι από εκείνους που θέλουμε τη μετακίνηση.
Ερώτηση: Κύριε Πρόεδρε, να το ονομάσω στοίχημα για τον εαυτό σας που αγωνίζεστε να λύσετε το Κυπριακό, φυσικά με τη βοήθεια των συνεργατών σας. Το στοίχημα είναι κατά πόσον, το είπατε σε αρκετές ομιλίες σας, δεν θα παρουσιάσετε στον ελληνοκυπριακό λαό σχέδιο το οποίο θα είναι χειρότερο ή μάλλον θα παρουσιάσετε ένα σχέδιο πολύ καλύτερο από το Σχέδιο Ανάν που θα εφησυχάζει όσες ανησυχίες προκάλεσε το Σχέδιο Ανάν στο 76% του Κυπριακού Ελληνισμού. Εξακολουθείτε να θεωρείτε αυτό το οποιοδήποτε σχέδιο παρουσιαστεί, σαν δέσμευσή σας προς τον Κυπριακό λαό;
Απάντηση: Αυτό που θέλω να επαναλάβω είναι ένα. Τον απόλυτο σεβασμό μου στη βούληση του 76% του Κυπριακού λαού. Έχω πει κατ’ επανάληψη ότι δεν θα παρουσιάσω σχέδιο που θεωρώ ότι δεν ανταποκρίνεται στις ανησυχίες των Ελληνοκυπρίων. Πάντα με πραγματισμό και ρεαλισμό. Διότι ακούω και πολλά τα οποία λέγονται, που μακάρι να ήταν δυνατόν να τα επιτύχουμε δηλ. το ιδεατό και αυτό θα ήταν η πιο ευχάριστη εξέλιξη. Μιλούμε για έναν συμβιβασμό, μια αξιοπρεπή λύση οπωσδήποτε μέσα στα πλαίσια όπως έχουν καθοριστεί από το Εθνικό Συμβούλιο. Συνεπώς, αυτό που επαναλαμβάνω είναι ότι δεν θα φορτώσω στον λαό τις ευθύνες για να αποφασίσει για ένα σχέδιο το οποίο δεν θα προκρίνω ότι μπορεί να γίνει αποδεκτό. Αυτή είναι η σαφέστατη τοποθέτησή μου.
Ερώτηση: Η πρόβλεψή σας για αυτό το σχέδιο, θα είναι καλύτερο από το Σχέδιο Ανάν;
Απάντηση: Εάν λαμβάνεις υπόψη το 76%, σίγουρα. Υπάρχουν θέματα στα οποία πιθανότατα ο χρόνος να άφησε σημάδια. Οι αναπτύξεις της γης, παραδείγματος χάρη, θα αποστερούν τον ιδιοκτήτη από το να πάρει το κτήμα του πίσω διότι ενδεχόμενα να υπάρχει ένα πανεπιστήμιο ή ένα νοσοκομείο μέσα. Αυτά είναι δυσμενέστερες βεβαίως συνέπειες απ’ ότι εκείνες του Ανάν. Αλλά η διασφάλιση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων κατά τρόπον που να δημιουργεί τη βεβαιότητα, η μείωση των χρονοδιαγραμμάτων, η λειτουργικότητα του κράτους, η βιωσιμότητα του κράτους, η αποχώρηση των στρατευμάτων, για πρώτη φορά συζητείται θέμα εγγυήσεων – πότε ηγέρθη στο παρελθόν κατά τη διάρκεια των διαπραγματεύσεων θέμα εγγυήσεων. Προσπαθούμε να επιτύχουμε ό,τι δυνατόν καλύτερο για τη δημιουργία ενός σύγχρονου κράτους. Το έχω πει κατ’ επανάληψη και θα επιμένω σε τούτο. Δεν θέλω να συγκρίνω με άλλα σχέδια. Το Σχέδιο Ανάν απερρίφθη. Υπάρχουν πρόνοιες όμως. Η διζωνική δικοινοτική δεν είναι μόνο στο Σχέδιο Ανάν που υπήρχε, είναι από το 1977 που συμφωνήθηκε. Συνεπώς, εκείνο δεν θα αλλοιωθεί. Ήταν και πρόνοια του Σχεδίου Ανάν. Αυτό που προσπαθούμε είναι να βελτιώσουμε οπωσδήποτε όρους ή προτάσεις που έγιναν κατά καιρούς, έτσι ώστε να πετύχουμε κατά το δυνατόν ένα κράτος το οποίο θα δίνει τη σιγουριά, σε όλους ανεξαίρετα, και της ασφάλειας και της προοπτικής.
Τελική τοποθέτηση του Προέδρου της Δημοκρατίας
Απευθυνόμενος στον κυπριακό λαό, Ελληνοκύπριους και Τουρκοκύπριους, θέλω να επαναλάβω πως μεταβαίνω στην Ελβετία και με την αποφασιστικότητα και με την πολιτική βούληση να εργαστώ, όπως μέχρι σήμερα, δημιουργικά προκειμένου να αντιμετωπιστούν οι ανησυχίες όλου του λαού, και Ελληνοκυπρίων και Τουρκοκυπρίων. Να δημιουργήσουμε συνθήκες έτσι ώστε, επιτέλους, να ξεπεράσουμε τα σημερινά προβλήματα που αντιμετωπίζουν και οι δύο κοινότητες. Ταυτόχρονα, θέλω να διαβεβαιώσω την κοινότητα για την οποία διαπραγματεύομαι ότι δεν παραγνωρίζω τις ανησυχίες που υπάρχουν μέσα στον λαό και θα δώσω το άπαν των δυνάμεών μου προκειμένου να επιτύχουμε μια λύση, και αυτό απευθύνεται και προς τους Τουρκοκύπριους, που δεν θα δημιουργεί νικητές ή θα αφήνει ηττημένους. Θα πρέπει να είναι μια αξιοπρεπής, για όλους μας, λύση που θα δημιουργεί ένα κράτος με προοπτική. Θέλω να το επαναλάβω: Επιθυμία μας είναι να λυθεί το συντομότερο δυνατό και, αν υπάρχει η καλή θέληση και η καλή βούληση και η ίδια πολιτική διάθεση και από την Τουρκία και την τουρκοκυπριακή ηγεσία, γιατί όχι και πριν το τέλος του 2016.
Ευχαριστώ θερμά!