Από το 2004 μέχρι σήμερα σημειώθηκαν 125 θάνατοι που οφείλονται στη χρήση ναρκωτικών, ενώ από αυτούς το 35% οφείλεται σε θανάτους από τη χρήση ναρκωτικών κατά τη διάρκεια της οδήγησης, δήλωσε σήμερα η Διευθύντρια του Γενικού Χημείου του Κράτους Πόπη Κανάρη μετά από συζήτηση του θέματος της νομοθετικής ρύθμισης για διενέργεια νάρκοτεστ στις οδικές αρτηρίες σε κοινή συνεδρία των Κοινοβουλευτικών Επιτροπών Νομικών και Συγκοινωνιών.
Η κ. Κανάρη είπε ότι “το Γενικό Χημείο του Κράτους, που εφαρμόζει τον επίσημο έλεγχο για λογαριασμό της Αστυνομίας για θανατηφόρα δυστυχήματα, διαπίστωσε ότι από το 2004 μέχρι σήμερα σημειώθηκαν 152 θάνατοι από ναρκωτικά και το 35% οφείλεται σε τροχαία (ατυχήματα) άρα είναι ένα πολύ μεγάλο ποσοστό και θα θέλαμε σήμερα την συγκατάθεση των Επιτροπών με τις οποίες συζητήσαμε το θέμα για νομοθεσία διενέργειας νάρκοτεστ “.
Πρόσθεσε πως προωθείται νομοθεσία για νάρκοτεστ με τη μέθοδο του σάλιου.
Όπως είπε η κ. Κανάρη, “δίνουμε την επιλογή του σάλιου γιατί είναι το δείγμα που δείχνει την πρόσφατη χρήση ναρκωτικών κατά την οδήγηση, άρα θέλουμε όντως αυτός ο οποίος θα κατηγορηθεί να είναι από την επήρεια ναρκωτικών εκείνη την ώρα που οδηγεί και όχι γιατί έκανε χρήση παλαιότερα και οποιαδήποτε ποσότητα βρεθεί στην επιβεβαιωτική ανάλυση του Γενικού Χημείου του Κράτους θα θεωρείται ότι είναι καταδίκη και θα εφαρμόζουμε μηδενική ανοχή”.
Αναμένεται, πρόσθεσε, “η αύξηση της χρήσης ναρκωτικών κατά την οδήγηση λόγω οικονομικής κρίσης” προσθέτοντας ότι “από το σύνολο των τεκμηρίων που αναλύει το Γενικό Χημείο του Κράτους για σκοπούς της Αστυνομίας παρατηρείται αύξηση και στη χρήση κάνναβης και κοκαΐνης και αμφεταμίνων και άρα σίγουρα θα στοχεύσουμε και σε αυτά τα τρία ναρκωτικά χωρίς να αποκλείονται και άλλα στην πορεία”.
Εξέφρασε την εκτίμηση ότι “αυτό το μοντέλο στην πορεία θα τύχει της έγκρισης των Κοινοβουλευτικών Επιτροπών”.
Η κ. Κανάρη είπε ότι “μας απομένει να κάνουμε κάποιες τροποποιήσεις στο Νομοσχέδιο, θα υποβληθεί σε 15 μέρες, και ευχόμαστε ότι με αυτή την νέα τροποποίηση θα προχωρήσουμε στην εφαρμογή γιατί θεωρούμε ότι τώρα το κράτος δεν έχει το νομικό όπλο να κατηγορήσει οποιονδήποτε που είναι υπό την επήρεια ναρκωτικών και μπορεί να είναι αίτιος σε ένα θανατηφόρο”.
“Αυτό είναι ένα μεγάλο κενό και η προώθηση αυτής της νομοθεσίας θα συμπληρώσει αυτό το κενό”, είπε η κ. Κανάρη.
Διευκρίνισε ότι “θα ελέγχουμε καθαρά ναρκωτικές ουσίες και θα αποκλειστούν φάρμακα”.
Απαντώντας σε ερώτηση, η κ. Κανάρη είπε ότι ο έλεγχος “θα γίνεται με ειδικές συσκευές τις οποίες θα προμηθευτεί η Αστυνομία και θα εγκρίνει το Γενικό Χημείο του Κράτους και εάν είναι θετικό το πρώτο δείγμα το άτομο θα προσέρχεται για την επιβεβαιωτική ανάλυση δίνοντας είτε σάλιο είτε αίμα”.
Ο Διευθυντής του Τμήματος Τροχαίας της Αστυνομίας Δημήτρης Δημητρίου δήλωσε ότι “εμείς ως Αστυνομία σε συνεργασία με το Γενικό Χημείο του Κράτους είχαμε εισηγηθεί ως δεύτερη επιβεβαίωση να είναι πέραν από την ανάλυση του αίματος και το σάλιο, πράγμα το οποίο φαίνεται έγινε αποδεκτό γιατί είναι μια μέθοδος με την οποία μπορεί να επιβεβαιωθεί η πρόσφατη χρήση ναρκωτικών ουσιών με το σάλιο και αυτή την μεθοδολογία και άλλες ευρωπαϊκές χώρες”.
Ο κ. Δημητρίου είπε ότι “στο διάστημα των 15 ημερών θα συνέλθουμε όλα τα αρμόδια υπουργεία και υπηρεσίες να ξαναδούμε το Νομοσχέδιο θα γίνουν οι απαιτούμενες αλλαγές που είχαμε συζητήσει σήμερα και κάποιες άλλες αλλαγές που αφορούν την κατακράτηση του οχήματος και διάφορα άλλα θέματα”.
Απαντώντας σε ερώτηση, ο κ. Δημητρίου είπε ότι “ο οδηγός θα κατηγορείται και θα οδηγείται στο δικαστήριο με την κατηγορία ότι βρισκόταν υπό την επήρεια ναρκωτικών”.
Σημείωσε ότι “ευθύς εξ` αρχής είπαμε ότι ο νόμος αυτός αφορούσε μόνο την οδική ασφάλεια και την οδήγηση υπό την επήρεια ναρκωτικών μόνο”.
Καταλήγοντας, ο κ. Δημητρίου είπε ότι “υπάρχουν διάφορα είδη συσκευών για τη διενέργεια νάρκοτεστ και θα συνεννοηθούμε και με το Γενικό Χημείο του Κράτους για να μπορέσουμε να προχωρήσουμε στην αγορά τέτοιων συσκευών όταν και εφόσον ψηφιστεί το Νομοσχέδιο”.
Ο Πρόεδρος της Κοινοβουλευτικής Επιτροπής Συγκοινωνιών Αντώνης Αντωνίου δήλωσε ότι σύμφωνα με το Νομοσχέδιο, πρόσωπο το οποίο οδηγεί ή αποπειράται να οδηγήσει ενώ τελεί υπό την επήρεια ναρκωτικών διαπράττει αδίκημα και οι ποινές που προβλέπονται σε περίπτωση καταδίκης είναι φυλάκιση μέχρι και τρία χρόνια, χρηματική ποινή μέχρι και 3,500 χιλιάδες ευρώ και στέρηση της άδειας”.
Ο κ. Αντωνίου είπε ότι εάν ο οδηγός αμφισβητήσει το αποτέλεσμα του προκαταρκτικού ελέγχου μπορεί να ζητήσει να του γίνει έλεγχος στο αίμα που είναι και η πιο ασφαλής μέθοδος.
Πρόσθεσε ότι η άρνηση του να δώσει κάποιος δείγμα σάλιου ή αίματος θα αποτελεί ποινικό αδίκημα.
Ο βουλευτής του ΑΚΕΛ Ανδρέας Φακοντής δήλωσε από πλευράς του ότι βρισκόμαστε στο τελικό στάδιο ρύθμισης και υιοθέτησης από την Βουλή των Αντιπροσώπων της Νομοθεσίας για τη διενέργεια νάρκοτεστ.
Πρόσθεσε ότι έχει διευκρινιστεί ότι μπορεί να γίνεται και δεύτερος επαληθευτικός έλεγχος των αποτελεσμάτων, ενώ θα δίδεται η δυνατότητα στον οδηγό να δώσει για δειγματοληψία σάλιου ή αίματος.
Ο κ. Φακοντής είπε ότι το πριν από το τέλος του χρόνου θα πρέπει το Νομοσχέδιο να επανέλθει ενώπιον της Βουλής με βάση τις κατευθύνσεις που έχουν δοθεί για ολοκλήρωση της συζήτησης και ψήφιση του Νομοσχεδίου.
Επί του ιδίου θέματος ο βουλευτής του ΔΗΣΥ Ζαχαρίας Ζαχαρίου είπε ότι πρέπει να δοθεί προσοχή γιατί όπως προκύπτει από το Νομοσχέδιο, όπως έχει κατατεθεί, υπάρχει κίνδυνος ανίχνευσης φαρμακευτικών ουσιών τις οποίες παίρνουμε για συγκεκριμένες ασθένειες και να καταλήξουμε στα κρατητήρια γιατί απλώς είμαστε άρρωστοι.
Ο κ. Ζαχαρίου είπε ότι με εισήγηση της Επιτροπής Συγκοινωνιών θα αφαιρεθούν τα φάρμακα από το νάρκοτεστ αν και υπάρχουν φάρμακα τα οποία προκαλούν προβλήματα στην οδήγηση για αυτό και καλούμε τους ασθενείς να ενημερώνονται από το ενημερωτικό φυλλάδιο που υπάρχει εντός της φαρμακευτικής συσκευασίας για τους κινδύνους που ενέχει.
Πρόσθεσε ότι “υπάρχει συγκεκριμένη εισήγηση να τοποθετήσουμε στα φάρμακα τα οποία προκαλούν αυτά τα προβλήματα μια εμφανή σήμανση ώστε ο πολίτης να ξέρει ότι δεν πρέπει να οδηγεί εάν χρησιμοποιεί αυτά τα φάρμακα”.