Έστω ότι έχει εκδοθεί απόφαση εν τη απουσία του Εναγομένου (αυτού εναντίον του οποίου ζητείται η καταβολή ποσού λόγω π.χ. ατυχήματος, παράβασης συμφωνίας, κοκ). Έστω επίσης ότι, η απόφαση η οποία έχει εκδοθεί (έχει επιτύχει δηλαδή ο Ενάγων – αυτός ο οποίος ζητά) δεν μπορεί να ικανοποιηθεί, να εκτελεσθεί, για διάφορους λόγους οι οποίοι είναι/χρήζουν ποικίλης ανάλυσης και συζήτησης.
Παρά τούτου όμως, υπάρχει η δυνατότητα στο Νόμο και δη στον περί Πολιτικής Δικονομίας Νόμο, ως αυτός χει τροποποιηθεί μέχρι και σήμερα, πρόνοια, για την έκδοση από το Δικαστήριο διατάγματος πληρωμής του εξ αποφάσεως χρέους με μηνιαίες δόσεις. Δηλαδή, για το ποσό, βάσει του οποίου έχει εκδοθεί απόφαση, ο Εναγόμενος να δίδει ένα ποσό, το οποίο ποσό θα είναι στην βάση των οικονομικών του δεδομένων/δυνατοτήτων.
Πλούσια η νομολογία που ερμηνεύει τις αρχές με βάση τις οποίες το Δικαστήριο δύναται να διατάξει τον εξ αποφάσεως οφειλέτη/Εναγόμενο να εξοφλήσει το χρέος του με περιοδικές πληρωμές.
Η νομολογία αποτελείται από παλιότερες και πρόσφατες αποφάσεις , στις οποίες παραπέμπεστε και οι οποίες παρατίθενται πιο κάτω, υπό μορφή υποσημειώσεων.
Στις περιπτώσεις όπου ο Καθ’ ου η Αίτηση/Εναγόμενος δεν εργάζεται, το Δικαστήριο καλείται να διαπιστώσει κατά πόσο η ανεργία υπήρξε επιλογή του οφειλέτη. Σχετική είναι η υπόθεση Χριστάκη ή άλλως Παναγιώτου ν. Μιχαήλ όπου επίσης η Καθ’ ης η Αίτηση δεν εργαζόταν. Λέχθηκαν, λοιπόν, τα εξής: “Εκείνο που εν προκειμένω ελλείπει στην περίπτωση της εφεσείουσας είναι απλώς η αναγκαία βούληση. Η κατάληξη του πρωτόδικου Δικαστηρίου ότι η εφεσείουσα δύναται να εργοδοτηθεί δεν ήταν εν προκειμένω μόνο εύλογη αλλά, θα λέγαμε, και επιβεβλημένη. Ο καθορισμός των μηνιαίων δόσεων στο οπωσδήποτε μικρό ποσό των £20 αποτελεί εξ άλλου ένδειξη ότι το Δικαστήριο δεν απαιτούσε να ανάγεται η εργοδότηση της σε ψηλό επίπεδο αλλά και ένδειξη ανησυχίας του Δικαστηρίου για αυστηρή προσήλωση στη γενική αρχή ότι η πληρωμή εξ αποφάσεως οφειλών πρέπει να εντάσσεται μέσα σε όρια που να επιτρέπουν ταυτόχρονα και την αξιοπρεπή διαβίωση του οφειλέτη: βλ. Φλαγκοφάς ν. Αταλέζα Λτδ (1989) 1(Ε) Α.Α.Δ. 686 στη σελ. 689.”
Παρατίθεται επίσης χαρακτηριστικό απόσπασμα από την απόφαση Εθνική Τράπεζα της Ελλάδος Α.Ε. ν. Μαρίας Κωνσταντίνου όπου στη σελίδα 1038 αναφέρονται τα εξής από τον έντιμο Νικήτα Δ.: « Η εκτέλεση των δικαστικών αποφάσεων είναι στοιχείο που συνάπτεται άμεσα με το κύρος της δικαστικής διαδικασίας. Η αξιοπιστία της δικαιοσύνης εξαρτάται από την αποτελεσματικότητα της. Διαφορετικά δημιουργείται δυσπιστία για την αποστολή της με ανάλογες διαβρωτικές επιπτώσεις. Με αυτά θέλουμε να τονίσουμε ότι τα προβλεπόμενα από το νόμο μέσα αναγκαστικής εκτέλεσης δεν πρέπει να καταντούν ατελέσφορα, εκτός στις απόλυτα δικαιολογημένες περιπτώσεις.
Πρέπει να εξισορροπείται η ανάγκη εκτέλεσης με την προοπτική αξιοπρεπούς διαβίωσης του ανθρώπου στο πλαίσιο του κράτους δικαίου.. . .Μια συνοπτική παρουσίαση των ευρύτερων κριτηρίων με βάση τα οποία προσδιορίζεται η περιοδική (συνήθως μηνιαία) δόση για την αποπληρωμή δικαστικού χρέους επιχειρεί η απόφαση Φλαγκοφάς ν. Αταλέζα Λτδ. (1989) 1(Ε) Α.Α.Δ. 686:”Ο περί Πολιτικής Δικονομίας Νόμος, Κεφ. 6, Μέρος ΙΧ – Η διαδικασία έρευνας σχετικά με τα μέσα του εξ αποφάσεως οφειλέτη είναι ανακριτικού χαρακτήρα – Η οικονομική ευχέρεια του οφειλέτη συναρτάται άμεσα με τις ανάγκες του ίδιου και της οικογένειας του για αξιοπρεπή διαβίωση, (στέγαση, διατροφή, ιατρική περίθαλψη, μόρφωση παιδιών, και ευχέρεια για οικονομική διακίνηση του οφειλέτη) – Μετά τη διαπίστωση της οικονομικής ευχέρειας ο επακριβής καθορισμός του ποσού της δόσεως επαφίεται στη διακριτική ευχέρεια του πρωτόδικου Δικαστηρίου.”»
Θεοχαρίδου Κ. Καλυψώ
Δικηγόρος – Νομική Σύμβουλος