Ο Χρόνης Μίσσιος γεννήθηκε στην Καβάλα το 1930, από γονείς καπνεργάτες. Τα πρώτα χρόνια της ζωής του τα έζησε στα Ποταμούδια, μια γειτονιά με πρόσφυγες, εργάτες και παράνομους κομμουνιστές, κυνηγημένους από τη δικτατορία του Μεταξά. Εκείνη την περίοδο, η οικογένειά του έφυγε για τη Θεσσαλονίκη. Εκεί, ο Χρόνης Μίσσιος δούλεψε σαν μικροπωλητής και αναγκάστηκε να εγκαταλείψει το σχολείο στη δεύτερη τάξη του δημοτικού. Από τα Γιαννιτσά, όπου τον στέλνει ο Ερυθρός Σταυρός μαζί με άλλα παιδιά για να γλιτώσουν από την πείνα της Κατοχής, περνάει στους αντάρτες. Με την απελευθέρωση επιστρέφει στη Θεσσαλονίκη και οργανώνεται στον Δημοκρατικό Στρατό Πόλεων. Το 1947 συλλαμβάνεται, βασανίζεται και καταδικάζεται σε θάνατο. Έζησε εννιά μήνες περιμένοντας κάθε πρωί να τον εκτελέσουν και γλίτωσε τον θάνατο χάρη σ’ ένα τυχαίο γεγονός. Έκτοτε, μέχρι και τον Αύγουστο του 1973 (με ένα… διάλειμμα από το 1962 έως το 1967), όταν δόθηκε η αμνηστία του Παπαδόπουλου, περνάει το μεγαλύτερο μέρος της ζωής του σε φυλακές και εξορίες, ως πολιτικός κρατούμενος. Τον έστειλαν στο Μακρονήσι, στον Άι- Στράτη, στις φυλακές Αβέρωφ, στην Κέρκυρα, στον Κορυδαλλό. Εκεί μαθαίνει ανάγνωση και γραφή. Το 1985 γράφει το πρώτο του βιβλίο. «Καλά, εσύ σκοτώθηκες νωρίς» είναι ο τίτλος του και από τους πρώτους μήνες της κυκλοφορίας του, τον καθιερώνει.
Τρία χρόνια μετά, έρχεται η δεύτερη συγγραφική του προσπάθεια το «Χαμογέλα ρε, τι σου ζητάνε;» και ακολούθησαν τα έργα:
Τα κεραμίδια στάζουν (1991) Το κλειδί είναι κάτω από το γεράνι (1996) Ντομάτα με γεύση μπανάνας (2001) Ο Χρόνης Μίσσιος διαβάσει Χρόνη Μίσσιο (2009)
Πηγή: www.lifo.gr