Με εξοντωτικές κυρώσεις απειλεί πλέον ευθέως η Δύση τη Ρωσία σε περίπτωση εισβολής στην Ουκρανία, με τη Μόσχα ωστόσο να επιμένει ότι δεν έχει τέτοια σχέδια, δικαιολογώντας μάλιστα, τη συγκέντρωση στρατιωτικών δυνάμεων στα σύνορα με την Ουκρανία, αλλά και στη Λευκορωσία ως έχουσες σκοπό τη διεξαγωγή ασκήσεων.
Είναι προφανές πως η Μόσχα συγκεντρώνει δυνάμεις με δυνατότητα εισβολής για να στείλει το μήνυμα στο ΝΑΤΟ για τι θα συμβεί εάν επεκταθεί στην Ουκρανία. Αν και η διπλωματία δεν έχει φύγει από το προσκήνιο, το κλίμα είναι πλέον πολεμικό. Αμερικανοί και Ευρωπαίοι αξιωματούχοι οριστικοποιούν μια ευρεία δέσμη κυρώσεων που θα επιβληθεί στη Ρωσία εάν εισβάλει στην Ουκρανία και η οποία στοχοθετεί μεγάλες ρωσικές τράπεζες, χωρίς ωστόσο να αποκλείει τη Μόσχα από το σύστημα Swift, σύμφωνα με αμερικανικές και ευρωπαϊκές πηγές.
Σήμα επικείμενης ρωσικής επέμβασης στην Ουκρανία εκπέμπει η Ουάσινγκτον και στο ίδιος μήκος εκπέμπουν και πολλοί Ευρωπαίοι. Οι Αμερικανοί επικαλούνται πληροφορίες των μυστικών υπηρεσιών, αλλά και παρατηρήσεις κινήσεων στρατιωτικών μονάδων. Ούτε οι μεν ούτε οι δε, ωστόσο, συνεπάγονται υποχρεωτικά επικείμενη ρωσική εισβολή και μάλιστα εντός των επόμενων ημερών, πριν ακόμα τελειώσουν οι Χειμερινοί Ολυμπιακοί Αγώνες στο Πεκίνο.
Δεν είναι η πρώτη φορά που η Ουάσινγκτον προεξοφλεί ρωσική εισβολή, κάνοντας και εκτιμήσεις για τον χρόνο εκδήλωσής της. Δεν ακούει, όμως, συχνά κάποιος τον πρόεδρο των ΗΠΑ να ξεστομίζει την λέξη: «παγκόσμιος πόλεμος». «Αν οι Αμερικανοί και οι Ρώσοι άρχιζαν να ρίχνουν οι μεν στους δε, θα βρισκόμασταν σε πολύ διαφορετικό κόσμο», πρόσθεσε.
Αν και κανείς δεν μπορεί να είναι σίγουρος για την τροπή που θα πάρουν οι εξελίξεις, μοιάζει πιθανότερο οι Ρώσοι να επιδίδονται σε πόλεμο νεύρων παρά να δρομολογούν μία εισβολή. Και τούτο, επειδή η Μόσχα έχει στείλει ξεκάθαρο μήνυμα ότι δεν θα ανεχθεί την επέκταση του ΝΑΤΟ στην Ουκρανία. Όσο η Δύση δεν κάνει αυτό το βήμα, η Μόσχα λογικά δεν έχει συμφέρον να επιτεθεί.
Πάντως, η θερμοκρασία ολοένα και ανεβαίνει. Η μία μετά την άλλη δυτική χώρα καλεί τους πολίτες της που βρίσκονται στην Ουκρανία να την εγκαταλείψουν το συντομότερο δυνατό, γεγονός που οπωσδήποτε συντείνει στην καλλιέργεια πολεμικού κλίματος.
Το μόνο σίγουρο είναι ότι επιστρέφουμε στις πιο σκληρές ημέρες του Ψυχρού Πολέμου. Μόνο που αυτή τη φορά το τοπίο είναι πολύ διαφορετικό. Αντί για την άλλοτε κραταιά Σοβιετική Ένωση, η Δύση έχει απέναντί της μία λιγότερη ισχυρή Ρωσία, αν και στο στρατιωτικό επίπεδο είναι υπερδύναμη. Την ποιοτική διαφορά στην γεωπολιτική εξίσωση, όμως, την κάνει η παρουσία της συνεχώς ανερχόμενης Κίνας.
Παρά την εμφανή απροθυμία των ΗΠΑ να πολεμήσουν άμεσα με τους Ρώσους στο μέτωπο της Ουκρανίας, είναι αναμφισβήτητο ότι τα σύννεφα του πολέμου πυκνώνουν, ειδικά όταν εντείνονται οι δημόσιες αναφορές της κυβέρνησης Μπάιντεν για πόλεμο «ανά πάσα στιγμή». Για την ακρίβεια, οι αμερικανικές μυστικές υπηρεσίες ενημέρωσαν τον Λευκό Οίκο και αυτός με την σειρά του τους συμμάχους στην Ατλαντική Συμμαχία ότι την ερχόμενη Τετάρτη 16 Φεβρουαρίου ενδέχεται η Μόσχα να προβεί στη μοιραία κίνηση.
Η Μόσχα, όπως το κάνει όλο το τελευταίο διάστημα, διέψευσε την πληροφορία, μιλώντας για εσκεμμένη παραπληροφόρηση. Κάποιοι αναλυτές υποστηρίζουν ότι η αμερικανική και ευρύτερα δυτική ρητορική είναι ένας επικοινωνιακός ελιγμός με σκοπό να απορυθμίσει το Κρεμλίνο, εξωθώντας το σε σπασμωδικές κινήσεις.
Προς το παρόν δεν διαφαίνεται προοπτική εκτόνωσης, παρά το γεγονός ότι η διπλωματία παραμένει στο προσκήνιο, έστω και χωρίς να αποδίδει καρπούς. Η απόσταση που χωρίζει το αγγλοσαξωνικό δίδυμο Ουάσινγκτον-Λονδίνο από τη Μόσχα αποτυπώθηκε στην κοινή συνέντευξη Τύπου του Ρώσου υπουργού Εξωτερικών και της Βρετανίδας ομολόγου του. «Διάλογος κωφών» σχολίασαν καυστικά τα διεθνή Μίντια.
Τόσο ο Γάλλος πρόεδρος όσο και ο Γερμανός καγκελάριος αγωνίζονται να κρατήσουν ανοιχτό τον δρόμο της διπλωματίας, αλλά όσο δεν διαφοροποιούνται από τη γραμμή της Ουάσινγκτον, ο πρόεδρος Πούτιν αποφεύγει να διαπραγματευτεί μαζί τους, θεωρώντας, όχι αδικαιολόγητα, ότι δεν μπορούν να επηρεάσουν τις εξελίξεις.
Ο προσωπάρχης του προέδρου της Ουκρανίας Αντρίι Γέρμακ επιβεβαίωσε ότι θα συνεχιστούν οι διαπραγματεύσεις μεταξύ Ρωσίας, Ουκρανίας, Γερμανίας και Γαλλίας, των τεσσάρων χωρών που συναποτελούν το «σχήμα της Νορμανδίας». Σύμφωνα με τη Γερμανία, μια νέα συνάντηση αναμένεται τον Μάρτιο, αλλά η ημερομηνία αυτή φαντάζει ιδιαίτερα μακρινή, όταν η κατάσταση επιδεινώνεται ημέρα με την ημέρα.
Μέσα σ’ αυτό το πολεμικό κλίμα, η ΕΕ δεν έχει ουσιαστικά να συνεισφέρει κάτι αξιόλογο. Η πρόεδρος της Κομισιόν Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν ξεκαθάρισε ότι σε περίπτωση εισβολής η Ρωσία θα καταβάλλει σκληρό οικονομικό τίμημα από την επιβολή νέων αυστηρών στοχευμένων κυρώσεων. Είναι προφανές, όμως, ότι αυτή η απειλή δεν έχει ουσιαστική επίδραση στη Μόσχα, η οποία ξέρει ότι το παιχνίδι στην άλλη πλευρά παίζεται σχεδόν αποκλειστικά από την Ουάσινγκτον.
Εάν τα πράγματα οδηγηθούν σε ρήξη είναι ξεκάθαρο ότι αυτός που θα πληρώσει πρώτος το τίμημα θα είναι η ενεργειακή συνεργασία Ρωσίας-Ευρώπης. Εάν επιβληθούν κυρώσεις, οι Αμερικανοί θα στοχεύσουν τον Nord Stream 2, αλλά είναι προφανές ότι θα προκληθεί ντόμινο, με αποτέλεσμα η Ευρώπη μέσα στο χειμώνα να βρεθεί χωρίς αέριο με ό,τι αυτό συνεπάγεται για τις ευρωπαϊκές οικονομίες και την ευημερία των ευρωπαϊκών νοικοκυριών.
Μία δεύτερη συνέπεια είναι ότι υπό το κράτος αυστηρών κυρώσεων, η Ρωσία θα υποχρεωθεί να πέσει στην αγκαλιά της Κίνας με ό,τι αυτό συνεπάγεται και γεωοικονομικά και γεωπολιτικά.
Το ενδεχόμενο ο Βλαντιμίρ Πούτιν να υποχωρήσει και να ανεχθεί την επέκταση του ΝΑΤΟ στην Ουκρανία την αποκλείουν όλοι σχεδόν οι σοβαροί Δυτικοί αναλυτές, οπότε εγείρεται το ερώτημα που αποσκοπεί όλη αυτή η κινητοποίηση της Δύσης. Είναι ξεκάθαρο ότι η ένταση κλιμακώνεται, επειδή το ΝΑΤΟ αρνείται να δεσμευτεί ότι δεν θα επεκταθεί στην Ουκρανία, με αποτέλεσμα οι Ρώσοι να κάνουν επίδειξη ισχύος για να αποτρέψουν μία τέτοια εξέλίξη.
Η ίδια η Ουκρανία μοιάζει να παρακολουθεί αμήχανη τις εξελίξεις ως παρατηρητής και όχι ως πρωταγωνιστής. Έχει ήδη, άλλωστε, δεχθεί ένα βαρύ πλήγμα, δίχως πυρά. Το παρατεταμένο πολεμικό κλίμα πλήττει την ασθμαίνουσα οικονομία της. Σε περίπτωση πραγματικού πολέμου, αυτή θα υποστεί καταστροφή. Αλλά και οι σχέσεις των ΗΠΑ με την Ευρώπη θα υποστούν αρύ πλήγμα, αφού μία πολεμική σύγκρουση θα αλλάξει το τοπίο όχι μόνο στην Ουκρανία, αλλά ευρύτερα στην Ευρώπη και στον κόσμο.