Ο Πρόεδρος της Βουλής Γιαννάκης Ομήρου δήλωσε την Τετάρτη ότι 39 χρόνια μετά το πραξικόπημα και την τουρκική εισβολή «και φέτος όπως και πέρσι, όπως κάθε χρόνο, θυμόμαστε και τιμούμε τους ηρωικούς μας νεκρούς με φορτισμένες μνήμες και με οράματα τραυματισμένα».
Σε ομιλία του σε εκδήλωση για τις Μέρες Μνήμης 1974, που διοργανώνει το Κοινοτικό Συμβούλιο Βορόκληνης, ο Πρόεδρος της Βουλής σημείωσε ότι η αναγκαία εθνική λαϊκή ενότητα οικοδομείται με τη συντήρηση αυθεντικής και αληθινής της ιστορικής μνήμης για να φωτίζει διδακτικά το παρόν και το μέλλον.
Τριάντα εννέα χρόνια μετά, είπε, τιμούμε τους ήρωές μας «μέσα στους επάλληλους και φαύλους κύκλους της ανατροπής αξιών, της διχοτόμησης και του άγους της κατοχής, της σύλησης των ιερών και των οσίων μας, των προσφύγων που πεθαίνουν με το νόστο του γυρισμού, των αγνοουμένων που κηδεύονται με καθυστέρηση 39 χρόνων ή που η τύχη τους παραμένει ανεξακρίβωτη προς δόξαν της διεθνούς υποκρισίας και των εγκλωβισμένων που ως ελεύθεροι πολιορκημένοι πολιορκούν τις ενοχές και τις ευθύνες μας».
Ο κ. Ομήρου είπε ότι «τριάντα εννέα χρόνια από τη μεγάλη προδοσία και το φοβερό έγκλημα, με νωπές τις μνήμες και ανεπούλωτα τα τραύματα, καλούμαστε σε αυτό το ετήσιο συναπάντημα χρέους να τιμήσουμε τους υπέροχους αγωνιστές που έδωσαν τη ζωή τους για την ελευθερία και τη δημοκρατία και υπερασπίστηκαν το λαοπρόβλητο ηγέτη, τον Εθνάρχη Μακάριο και αντιστάθηκαν στο έγκλημα της τουρκικής εισβολής».
Πρόσθεσε πως είναι δύσκολο να ξεχωρίσουμε «τι να πούμε όμως και τίινα παραλείψουμε σε αυτές τις αποφράδες, μαύρες και αποκρουστικές επετείους της τραγωδίας και των τραγικών αντιφάσεων, της δημοκρατικής αντίστασης του λαού μας στο πραξικόπημα-όνειδος της σύγχρονης κυπριακής ιστορίας αλλά και της για 39 χρόνια τουρκικής σημαίας καρφωμένης στον Πενταδάκτυλο και τις καρδιές μας».
Ο Πρόεδρος της Βουλής διερωτήθηκε «πώς να αρθρώσει κάποιος το λόγο, χωρίς να κατολισθήσει στον υποκριτικό εκπεσμό, όταν η εθνική ταπείνωση της κατοχής είναι παρούσα 39 ολόκληρα χρόνια κι όταν το κάλεσμα της ευθύνης παραμονεύει τους εφιάλτες μας και οριοθετεί την πορεία μας;».
«Τι να πούμε και τι να παραλείψουμε; Την εσχάτη προδοσία και τους θλιβερούς συνωμότες; Την απαίσια συνωμοσία και το μέγα έγκλημα; Την απόπειρα διαγραφής της μνήμης, της διαστροφής των γεγονότων, της παραχάραξης της αλήθειας και της ασέλγειας επί της ιστορίας;», έθεσε προς προβληματισμό ο κ. Ομήρου.
Κάλεσε τους παρευρισκόμενους «να προσπαθήσουμε λοιπόν με απέραντο σεβασμό, τιμή και ευγνωμοσύνη για όσους έφυγαν νωρίς, περιφέροντας με καρτερία και περηφάνια τα φανερά και αθέατα τραύματα μιας εποχής που ανακυκλώνεται από τότε τυραννικά, να αναζητήσουμε τη λύτρωση και την κάθαρση αρχαίας τραγωδίας».
Αναλύοντας τα όσα συνέβησαν το 1974 ο κ. Ομήρου είπε ότι «τριάντα εννέα χρόνια λοιπόν από τότε και οι σκηνές ολοζώντανες να θυμίζουν την υπέροχη θυσία σας για την ελευθερία και τη δημοκρατία, για την υπεράσπιση του νόμιμου εκλεγμένου ηγέτη του λαού μας, του Εθνάρχη Μακαρίου».
Όπως είπε ο κ. Ομήρου, «τριάντα εννέα χρόνια από τότε και η αναγκαία εθνική λαϊκή ενότητα δεν οικοδομείται με τη διαγραφή των εθνικών εγκλημάτων όπως το πραξικόπημα, ούτε με την εξίσωση της αντίστασης με όσους αποπειράθηκαν να καταλύσουν τη δημοκρατία αλλά με τη συντήρηση αυθεντικής και αληθινής της ιστορικής μνήμης για να φωτίζει διδακτικά το παρόν και το μέλλον».
Για την Κοινότητα της Βορόκληνης, είπε ότι «όπως και πολλές άλλες κοινότητες στην ελεύθερη Κύπρο, φιλοξένησε και φιλοξενεί ακόμα πρόσφυγες που αναγκάστηκαν να αφήσουν τα σπίτια τους λόγω της εισβολής και της κατοχής μεταφέροντας πέραν του καημού της προσφυγιάς, και τον καημό του αγνοούμενου παιδιού, πατέρα, αδελφού».