Του Δημήτρη Ε. Γκίκα*
Οι τελευταίες αρχαιολογικές προσπάθειες στην Αμφίπολη και στο ναυάγιο των Αντικυθήρων εύλογα αποτελούν, και θα αποτελούν για πολύ καιρό ακόμα, θέματα συζήτησης, διαλόγου και αντιπαραθέσεων. Προσωπικά, μου φαίνεται ενδιαφέρον το γεγονός ότι ακόμα και μια τέτοια δραστηριότητα δεν διακρίνεται από σύμπνοια ή ταύτιση απόψεων. Κάποιοι θεωρούν αυτές τις ανακαλύψεις ως μία εκπληκτική ευκαιρία να έρθουν στο φως ακόμα περισσότεροι πολιτιστικοί θησαυροί. Κάποιοι άλλοι τα λαμβάνουν ως αρχαιολογικά ευρήματα με ιδιαίτερη, πρωτίστως, επιστημονική αξία. Κάποιοι άλλοι αμφισβητούν τη χρησιμότητά τους (οπωσδήποτε, βέβαια αμφισβητούν και την ίδια τη σημασία της αρχαιολογικής επιστήμης), κάποιοι άλλοι υπερθεματίζουν, αποδίδοντας σ’ αυτές τις ανακαλύψεις εξαιρετική πολιτική και εθνική σημασία, ενώ αντίθετα άλλοι ειρωνεύονται αυτές τις αποδόσεις, μη διστάζοντας ακόμα και να συγκρίνουν την πολιτιστική τους αξία με τη σύγχρονη πολιτιστική βιομηχανία τύπου «Λαίδη Γκάγκα».
Είναι ίσως δύσκολο να εξηγήσει κάποιος την αρχαιολογική – επιστημονική σημασία αυτών των ανακαλύψεων. Αν δεν διαθέτεις τέτοιου είδους κατάρτιση, δεν αντιλαμβάνεσαι πόσο σημαντικό για την εξέλιξη αυτής της επιστημονικής γνώσης είναι τέτοιου είδους ανακαλύψεις. Γι’ αυτό και δε θα σταθώ σ’ αυτές. Εξάλλου και ο ίδιος δεν τυγχάνω αρχαιολόγος. Θα σταθώ όμως στην πολιτιστική σημασία τους.
Εκτός αν κάποιος ανήκει σ’ αυτούς που πιστεύουν ότι η Ιστορία της ανθρωπότητας δεν έχει καμία απολύτως σημασία, όλοι οι υπόλοιποι μπορούν να αντιληφθούν ότι η ανθρώπινη ιστορική διαδρομή κάθε πολιτισμού, αποτελεί οδοδείκτη για το παρόν και το μέλλον, ενώ και η παιδευτική της σημασία, ήδη αντιληπτή από τους Αρχαίους Έλληνες, είναι τεράστια. Όμως, η ιστορία δεν είναι μόνο τα γραπτά μνημεία. Η ιστορία, ένα τουλάχιστον σημαντικό κομμάτι της, βασίζεται στα τεχνουργήματα και κατασκευάσματα των ανθρώπων κάθε εποχής: κτίρια, ναοί, έργα τέχνης, ακόμα και είδη καθημερινής χρήσης, όσα δηλαδή η αρχαιολογική έρευνα φέρει στο φως. Ο λόγος είναι απλός: οι άνθρωποι διέπονται πάντα από την ανάγκη να αφήνουν πίσω τους μνημεία που αποδεικνύουν όχι μόνο την ύπαρξή τους, αλλά και το μεγαλείο του πολιτισμού τους, τη σημασία της δράσης τους (προσωπικής και συλλογικής) σ’ αυτήν την εφήμερη ζωή. Ακόμα κι ένας τάφος, ένα εντυπωσιακό μαυσωλείο είναι ένας φόρος τιμής στον άνθρωπο ή τον ηγέτη που αναπαύεται σ’ αυτόν.
Σ’ έναν πολιτισμό όπως ο Ελληνικός, η σημασία του οποίου αναγνωρίζεται από κάθε εχέφρονα και πολιτισμένο άνθρωπο σήμερα, αυτού του είδους τα μνημεία αποτελούν, εκτός από πολιτιστικά μνημεία, και ένα στοιχείο υπόμνησης προς την παράδοση του λαού που τα δημιούργησε. Είναι το είδος αυτό της περηφάνιας για την εθνική μας ταυτότητα και την πολιτιστική μας κληρονομιά, είναι το είδος αυτό της μέθεξης που πετυχαίνουμε αντικρίζοντας αυτά τα ασύγκριτα δημιουργήματα που, ακόμα και σήμερα, προξενούν θαυμασμό.
Για όλους τους παραπάνω λόγους (και για πολλούς ακόμα), δεν μπορώ να συμφωνήσω με αφορισμούς που διατύπωσε ο κ. Τσόκλης περί «σεβασμού στους υποτιθέμενους προγόνους», περί «τυμβωρυχίας», περί «εμπορευματοποίησης των μνημείων» κ.ο.κ. Η σημασία που δίνουμε στη σημερινή μας ύπαρξη εξαρτάται και από την πολιτιστική μας παράδοση και από την ταυτότητά μας. Λαϊκή παρθενογένεση, πολιτιστικός tabula rasa δεν υφίσταται στη σημερινή μας εποχή. Πολλώ δε μάλλον, όταν ο δικός μας λαός έχει μια παράδοση χιλιετιών και κάποιοι προσπαθούν αυτή την παράδοση να την ξεφτίσουν, ενώ άλλοι λαοί δεν έχουν παράδοση ούτε μισής χιλιετίας και εμφανίζονται να διεκδικούν τις πολιτιστικές δάφνες σήμερα, σαν να… ανακάλυψαν πρώτοι το διάστημα!
Το να θαυμάζω τα έργα των προγόνων μου και να τα εκθέτω προς παίδευσιν, προς αναγνώριση του μεγαλείου τους, προς επήκοον και άλλων λαών, ακόμα και προς παραμυθία του δικού μου λαού που σήμερα τελεί υπό παρακμή, δεν σημαίνει ότι ζω εις βάρος τους. Αντιθέτως, τους θέτω πρότυπο. Μα τα πρότυπα σήμερα είναι άλλα. Γι’ αυτό εκπλήσσομαι με τη στάση ανθρώπων, όπως ο κ. Τσόκλης. Θα περίμενα σιγή ιχθύος από όλους αυτούς που, συνήθως κομπάζουν ότι ως διανοούμενοι είναι οι μπροστάρηδες της εποχής τους – εποχής, όμως που έχει αποδειχθεί μια ατέλειωτη κατρακύλα ηθών, πνευματικών επιτευγμάτων, καλλιτεχνικής δημιουργίας. Κι αυτή η κατρακύλα είναι τόσο πασιφανής! Αρκεί να συγκρίνεις τα δικά τους δημιουργήματα με τα μεγαλειώδη επιτεύγματα που φέρνει στο φως η αρχαιολογική σκαπάνη.
Δεν είναι, εν τέλει το πρόβλημα η σύληση του ενός ή του άλλου μνημείου. Το πρόβλημα είναι το ξέφτισμα ενός πολιτισμικού προτύπου, η εύκολη και εύπεπτη, αλλά τόσο κατώτερη δημιουργία του σήμερα που καταντά άτεχνη, ο φθόνος για την υπεροχή του παλιού κόσμου έναντι του σύγχρονου πολιτισμού που ρέπει προς την παρακμή, καθώς ολοένα και περισσότερο αφαιρεί κάθε ανθρωπιστικό περιεχόμενο από την ανθρώπινη δράση εν γένει…
Φιλόλογος, Μ.Α.,
Υπ. Δρ. Πολιτικής Φιλοσοφίας Ιονίου Πανεπιστημίου