Νόμιμες οι πράξεις του τέως Εφόρου Φορολογίας μέχρι την ακύρωση του διορισμού του, κατ’ εφαρμογή του δόγματος του de facto οργάνου
Καμία επίδραση στο κύρος των πράξεων που ο τέως Έφορος Φορολογίας εξέδωσε παρά το ότι διορισμός του κρίθηκε ως αντισυνταγματικός
Νόμιμες είναι οι πράξεις που ο τέως Έφορος Φορολογίας εξέδωσε από την ημέρα διορισμού του και μέχρι τη στιγμή που ο διορισμός του κρίθηκε ως αντισυνταγματικός από το Ανώτατο Δικαστήριο, και τούτο διότι ο τέως Έφορος Φορολογίας είχε νόμιμη υπόσταση. Δηλαδή, είχε μεσολαβήσει πράξη διορισμού του σύμφωνα με τον νόμο. Τούτο αποτελεί την ομόφωνη απόφαση του Ανώτατου Συνταγματικού Δικαστηρίου σε έφεση που καταχωρίσθηκε κατά απόφασης του Διοικητικού Δικαστηρίου σε σχέση με τη διαδικασία πλήρωσης θέσης Αρχιφοροθέτη, στο Τμήμα Φορολογίας, κατά την οποία ο τέως Έφορος Φορολογίας είχε δώσει σύσταση για διορισμό. Το Ανώτατο Συνταγματικό Δικαστήριο απεφάνθη, δηλαδή, ότι το κύρος των πράξεων του τέως Εφόρου, δεν επηρεάζεται από το γεγονός ότι ο διορισμός του κρίθηκε ως αντισυνταγματικός. Η απόφαση του Ανωτάτου Συνταγματικού Δικαστηρίου εκδόθηκε την Τετάρτη, 9 Οκτωβρίου 2024.
Ο τέως Έφορος Φορολογίας είχε διοριστεί από το Υπουργικό Συμβούλιο, με βάση νόμο που είχε το τεκμήριο συνταγματικότητας και νομιμότητας, μέχρι που αυτό ανατράπηκε από το Ανώτατο Δικαστήριο, το 2021. Αποτέλεσμα αυτής της δικαστικής απόφασης ήταν ο διορισμός του να ακυρωθεί, αφού κρίθηκε ως αντισυνταγματικός. Ωστόσο, οι πράξεις που ο τέως Έφορος Φορολογίας εξέδωσε πριν από την ημερομηνία ακύρωσης του διορισμού του, παραμένουν, σύμφωνα με το Ανώτατο Συνταγματικό Δικαστήριο, έγκυρες και νόμιμες, αφού εφαρμόζεται το δόγμα του de facto διοικητικού οργάνου. Αναγκαίος όρος για να θεωρηθεί ένα όργανο ως de facto διοικητικό όργανο, είναι η ύπαρξη αντικειμενικής επίφασης νομιμότητας, δηλαδή, «οι συνθήκες κάτω από τις οποίες ο Έφορος Φορολογίας ασκούσε τα καθήκοντά του, μετά από τον διορισμό του […], εύλογα μπορούσαν να δημιουργήσουν στον καλόπιστο και σώφρονα διοικούμενο, την πεποίθηση ότι αυτός νόμιμα είχε την ιδιότητα του Εφόρου και νόμιμα ασκούσε τα καθήκοντά του», όπως το Δικαστήριο αναφέρει. Συνεπώς, η ακύρωση του διορισμού του τέως Εφόρου κρίθηκε ότι δεν επιδρά στο κύρος των πράξεων που αυτές εκδόθηκαν κατά τη διάρκεια της θητείας του και πριν από την ακύρωση του διορισμού του.
Εκ μέρους του Γενικού Εισαγγελέα της Δημοκρατίας, την υπόθεση χειρίστηκαν η κα Έλενα Παπαγεωργίου, Εισαγγελέας της Δημοκρατίας και η κα Σίλια Χαραλάμπους, Δικηγόρος της Δημοκρατίας.