Συνεχίστηκε σήμερα ενώπιον του Κακουργιοδικείου στη Λάρνακα η υπόθεση της αγοράς από το Ταμείο Συντάξεων της CYTA, τ/κ τεμαχίου στη Δρομολαξιά με την κατάθεση και την αντεξέταση του Βάσου Κυριάκου, άλλως Κοτσινή, συνεργάτη του Νίκου Λίλλη.
Ο κ. Κυριάκου στη κατάθεση του, ανέφερε μεταξύ άλλων ότι «είναι οικογενειακοί φίλοι εδώ και πολλά χρόνια με τον Νίκο Λίλλη από τον καιρό του χρηματιστηρίου, ήταν σύντροφοι στις εξόδους για φαγοπότι και διασκέδαση, ενώ ήταν και εργοδότης της κόρης μου».
Πρόσθεσε ότι όπως του είχε αναφέρει ο εκ των κατηγορουμένων Αντώνης Ιωακείμ από τα λεφτά που θα έπαιρνε ο Λίλλης από την πώληση του τ/κ τεμαχίου στη Δρομολαξιά «θα πάρει το ΑΚΕΛ το μερίδιο του».
Ανέφερε ακόμα ότι μια μέρα ο Λίλλης πήγε σπίτι του να τον παραλάβει για να πάνε στη Λευκωσία για μια δουλειά που είχε. Όταν πήγε να κάτσει στη θέση του συνοδηγού «υπήρχε ένας χακί φάκελος και όταν πήγα να τον σηκώσω ο Λίλλης μου είπε ότι μέσα είχε 90 χιλιάδες ευρώ και θα τα έπαιρναν στη Λευκωσία για να τις δώσει στον Κιττή».
Σε άλλο σημείο της κατάθεσης του ο μάρτυρας είπε πως μετά που ξέσπασε το σκάνδαλο για την επένδυση της CYTA και ακούστηκαν τα ονόματα των Βενιζέλου Ζαννέτου, Χρήστου Αλέκου και την εμπλοκή του ΑΚΕΛ στην υπόθεση, «είχα αηδιάσει με το κόμμα και ήθελα να πάω με δική μου πρωτοβουλία να καταθέσω στην Αστυνομία».
Ακολούθησε ένταση όταν ο Γιώργος Παπαϊωάννου, συνήγορος υπεράσπισης του Στάθη Κιττή ζήτησε να μάθει γιατί ο μάρτυρας όταν ρωτήθηκε από την εκπρόσωπο της Κατηγορούσας Αρχής να αναγνωρίσει τους Αντώνη Ιωακείμ και Στάθη Κιττή, αυτός γύρισε πρώτα προς τον τοίχο, έριξε μια ματιά στην αίθουσα και στη συνέχεια έδειξε τους δύο άνδρες που κάθονταν στη θέση των κατηγορουμένων απέναντι του.
«Δεν ήξερα ότι ήταν δαμαί και δεν τον είδα. Ξέρω ότι είναι κατηγορούμενος, είμαστε φίλοι για 25 χρόνια», είπε ενώ σε άλλη ερώτηση του κ. Παπαϊωάννου ο μάρτυρας απάντησε πως «δεν είμαι δικηγόρος ούτε μπαινοβγαίνω στα δικαστήρια για να ξέρω τη διαδικασία».
Σε άλλες ερωτήσεις, ο μάρτυρας απάντησε πως από το 2006 μέχρι και το 2009, παρά το γεγονός ότι ο ίδιος είχε κηρύξει πτώχευση, άρχισε να κάνει χρηματικές δωρεές στην ΑΛΚΗ που κυμαίνονταν μεταξύ 10 – 50 χιλιάδες ευρώ. «Είχα γραφείο στη Βουλγαρία αφού ήμουν μεσίτης κτημάτων και έφερνα συχνά λεφτά από τη χώρα αυτή. Εβαζα στην τσέπη μου 8 χιλιάδες ευρώ και τα έφερνα στην Κύπρο αλλά δεν τα τοποθετούσα σε καμία τράπεζα», είπε για να προσθέτει ότι είχε πουλήσει αρκετά ακίνητα στη Βουλγαρία.
«Αρα πρέπει να είσαι ευκατάστατος», είπε ο κ. Παπαϊωάννου, με τον μάρτυρα να απαντά «καθόλου. Έκανα μόνο το μεσίτη και κήρυξα πτώχευση γιατί ήμουν εγγυητής σε άτομο που χρωστούσε 18 χιλιάδες ευρώ».
«Ηθελες να επωφελείσαι από το καθεστώς του πτωχεύσαντα και έβαλες τη γυναίκα σου ιδιοκτήτρια εταιρείας μεταφοράς νερού, για να κάνεις τα δικά σου, ενώ ουσιαστικά η εταιρεία ήταν δική σου», ανέφερε ο συνήγορος. Η εταιρεία, απάντησε ο Βάσος Κυριάκου, «ήταν της γυναίκας μου, είχε να παίρνει χρήματα από την ΑΛΚΗ, η υπόθεση είναι στα δικαστήρια αφού το χρέος δεν έχει εξοφληθεί».
Σου υποβάλλω συνέχισε ο κ. Παπαϊωάννου «ότι κρυβόσουν πίσω από την εταιρεία της γυναίκας σου». Ο μάρτυρας αρνήθηκε κάτι τέτοιο και πρόσθεσε πως από τις 67 χιλιάδες ευρώ που χρωστά η ΑΛΚΗ στην εταιρεία της συζύγου του εισέπραξε μόνο 10 – 13 χιλιάδες ευρώ.
Σε άλλο σημείο της αντεξέτασης ο κ. Παπαιωάννου έθεσε στο μάρτυρα ότι ο κ. Λίλλης τον Νοέμβριο του 2011 είχε πάρει 11 εκατομμύρια ευρώ και ξόδευε 5-6 χιλιάδες ευρώ για τα προσωπικά του έξοδα για το Σαββατοκύριακο. «Δεν ζήτησες του φίλου σου που τρώγατε μαζί να σου δώσει τα χρήματα που χρωστούσε το Σωματείο στην εταιρεία της συζύγου σου, δεν ήξερες ότι ο Λίλλης επέτασσε τα λεφτά;» ζήτησε να μάθει ο συνήγορος.
Ο κ. Κυριάκου απάντησε σε έντονο ύφος «εγώ πού να ξέρω ότι ο Λίλλης έπιασε 11 εκατομμύρια; Εγώ πολλές φορές του είπα να εξοφλήσει τα χρήματα στην εταιρεία της γυναίκας μου, αλλά μόνο μια φορά μου έδωσε επιταγή ύψους δύο χιλιάδων ευρώ από προσωπικά του λεφτά, αφού η ΑΛΚΗ δεν είχε χρήματα. Δεν εκατάλαβα αν επέτασσε τα λεφτά ο Λίλλης ούτε με ενδιέφεραν τα οικονομικά του», είπε.
Ανέφερε ακόμα ότι τελικά, επειδή δεν ήξερε τη Λευκωσία τον πήγε στο αρχηγείο Αστυνομίας ο Μίμης Φαντούσης και έδωσε κατάθεση στις 20/11/2013.
Σε άλλο σημείο της αντεξέτασης ο μάρτυρας είπε πως ο Λίλλης μια μέρα πήγε να τον πάρει με το αυτοκίνητο του, ένα Αudi Q7, για να πάνε Λευκωσία για μια δουλειά που είχε.
«Είμαι υποχρεωμένος να σου πω ότι ψεύδεσαι στο δικαστήριο και κάποιος σου σφύριξε ότι το αυτοκίνητο που κρατούσε ο Λίλλης και ήταν της γυναίκας του ήταν Αudi Q7», είπε ο συνήγορος υπεράσπισης.
Ο μάρτυρας αντέδρασε έντονα και είπε πως «δεν θα δεχτώ να μου πεις ότι λέω ψέματα. Από 10 χρονών είμαι στα αυτοκίνητα και στα φορτηγά και μπορώ να ξεχωρίσω ένα αυτοκίνητο Αudi Q7 από μια βάρκα. Ο Λίλλης κυκλοφορούσε με διαφορετικά αυτοκίνητα», είπε.
Επανερχόμενος στο θέμα της μετάβασης του στη Λευκωσία με τον Λίλλη, ο Βάσος Κυριάκου είπε πως όταν πήγε να μπει στη θέση του συνοδηγού βρήκε ένα φάκελο χακί και όταν πήγε να τον μετακινήσει για να καθίσει ο Λίλλης «γελώντας μου ανέφερε ότι έχει μέσα 90 χιλιάδες ευρώ. Μέτρα τα ρε Κοτσινή μου, θα τα πάρουμε στη Λευκωσία να τα δώσουμε στον Κιττή».
Ο κ. Παπαϊωάννου ανέφερε στον μάρτυρα πως «κάνατε ένα ψεύτικο σενάριο που να λέει μάλιστα ότι μέτρησες και τα λεφτά στο φάκελο. Είναι μια ψευδής κατασκευασμένη ιστορία που στήσατε, δεν ξέρω πόσοι ακριβώς, αλλά ο Λίλλης, η Αστυνομία και εσύ είσαστε μέσα», είπε ο συνήγορος. Αναφερόμενος μάλιστα στην παράδοση του φακέλου με τα χρήματα που έγινε, σύμφωνα με τον μάρτυρα στον Στάθη Κιττή σε καφετέρια της Λευκωσίας στα τέλη Νοεμβρίου του 2011, ο κ. Παπαϊωάννου είπε ότι «τέτοια ιστορία που περιέγραψες ουδέποτε έγινε».
Σου υποβάλλω, συνέχισε ο συνήγορος, ότι «στις 30/9/2011 ο Λίλλης σε πήρε το βράδυ τηλέφωνο και σου είπε ότι πρέπει να στηρίξεις την ιστορία του ότι έδωσε χρήματα στον Κιττή. Μάλιστα αυτό έγινε αφού ο Νίκος Λίλλης μίλησε με τους ανακριτές της υπόθεσης και του ανέφεραν πως ο Καϊάφας δεν επιβεβαίωσε την ιστορία του ότι δηλαδή έδωσε λεφτά στον Στάθη Κιττή.
Σήμερα ήρθες να καταθέσεις στο δικαστήριο για να ενισχύσεις το φίλο σου και σου υποβάλλω ότι όσα είπες είναι ένα ψέμα», είπε, με τον μάρτυρα να απαντά ότι δεν συμφωνεί.
Αντεξεταζόμενος από τον Γιαννάκη Θωμά, συνήγορο υπεράσπισης του Χαράλαμπου Τσουρή, ο μάρτυρας είπε ότι «είμαι ένας αγνός, ιδεολόγος του ΑΚΕΛ, δεν ήμουν μέλος του κόμματος αλλά πολλές φορές πήγαινα σε συγκεντρώσεις. Ηξερα τους έμμισθους του ΑΚΕΛ στη Λάρνακα αλλά ουδέποτε ήξερα τον Βενιζέλο και τον Αλέκου, δεν τους συνάντησα ποτέ γιατί δεν τους χρειάστηκα για να τους συναντήσω. Με όσα άκουγα για το θέμα της Δρομολαξιάς και της ανάμειξης του κόμματος με έκαναν να νοιώθω προδομένος και αγανακτισμένος. Γι’ αυτό το λόγο ήθελα να πάω να καταθέσω στην Αστυνομία».
Ερωτηθείς τι του ανέφερε ο εκ των κατηγορουμένων Αντώνης Ιωακείμ για το ΑΚΕΛ, ο μάρτυρας απάντησε πως «όταν πιάσει τους παράδες ο Λίλλης από τη CYTA, πρέπει να δώσει ένα ποσό στο ΑΚΕΛ».
«Λες ψέματα γι’ αυτό και δεν κατάλαβες ότι τους παράδες ο Λίλλης τους πήρε από το 2011, ενώ το σκάνδαλο ξέσπασε το 2013.
Ηρτες εδώ και λες μόνο ψέματα», είπε ο κ. Θωμά προσθέτοντας πως «σου υποβάλω ότι όλη η μαρτυρία σου είναι ένα ψέμα».
Ο Βάσος Κυριάκου απάντησε πως «στη ΑΛΚΗ συζητούσαν ότι τα λεφτά με τα οποία έπρεπε να ξοφληθεί το οίκημα του Σωματείου πήγαν σε προσωπικά δάνεια άλλων».
Αντεξεταζόμενος από τον Ηλία Στεφάνου συνήγορο υπεράσπισης των Γιάννη και Γρηγόρη Σουρουλλά, Βενιζέλου Ζαννέττου και της εταιρείας Polleson Holdings Ltd, ο μάρτυρας είπε πως δεν ένοιωθε καλά όταν προφυλακίστηκε ο Νίκος Λίλλης και επανέλαβε ότι απογοητεύτηκε από το ΑΚΕΛ.
Υπενθυμίζεται ότι κατηγορούμενοι στην υπόθεση είναι οι Ευστάθιος Κιττής, τέως Πρόεδρος του Διοικητικού Συμβουλίου της CYTA, Χαράλαμπος Τσουρής, τέως Πρόεδρος του Δ.Σ. της ΑΗΚ και κατά τον ουσιώδη χρόνο μέλος του Δ.Σ. της CYTA, Ορέστης Βασιλείου, Διευθυντής της CytaVision και τέως Γενικός Γραμματέας της ΕΠΟΕΤ-ΟΗΟ-ΣΕΚ, Γιάννης Σουρουλλάς υπάλληλος της CYTA, Γρηγόρης Σουρουλλάς, υπάλληλος του Κτηματολογίου, Βενιζέλος Ζαννέτος, στέλεχος του ΑΚΕΛ, Αντώνης Ιωακείμ, επιχειρηματίας και μέτοχος της εταιρείας Wadnic Trading Ltd και η εταιρεία Polleson Holdings Ltd.