O Γενικός Εισαγγελέας Κώστας Κληρίδης, απαντώντας στο γγ του ΑΚΕΛ, Άντρο Κυπριανού, για την υπόθεση Δρομολαξιάς αναφέροντας ότι το Δικαστήριο, ενώπιον του οποίου βρίσκεται η υπόθεση, θα κρίνει την αξιοπιστία του οποιουδήποτε μάρτυρα ή τη νομιμότητα της ανακριτικής διαδικασίας, ξεκαθαρίζοντας παράλληλα ότι δεν προτίθεται να διατάξει οποιαδήποτε άλλη έρευνα η οποία από μόνη της μπορεί να επηρεάσει την απερίσπαστη πορεία της ποινικής διαδικασίας που έχει αρχίσει.
Ο Γενικός Εισαγγελέας επισημαίνει τα παραπάνω σε απαντητική επιστολή του προς τον κ. Κυπριανού στη συνέχεια επιστολής του τελευταίου την προηγούμενη Παρασκευή, με την οποία ζητούσε τη διεξαγωγή έρευνας σε σχέση με τον τρόπο και τις συνθήκες διεξαγωγής της ποινικής έρευνας σε σχέση με την υπόθεση «Δρομολαξιά».
«Κατ΄ αρχάς, όπως επανειλημμένα έχω δηλώσει, σε καμιά περίπτωση η Νομική Υπηρεσία και εγώ προσωπικά λαμβάνουμε υπόψη τον πολιτικό ή κομματικό χρωματισμό οποιουδήποτε υπόπτου ή κατηγορουμένου σε ποινική υπόθεση, περιοριζόμενοι στη διακρίβωση του κατά πόσο υπάρχει ή όχι επαρκής μαρτυρία εναντίον του έτσι ώστε να διωχθεί», αναφέρει ο κ. Κληρίδης.
Περαιτέρω, προσθέτει, «η αξιοπιστία οποιουδήποτε μάρτυρα κατηγορίας, ή οποιουδήποτε άλλου μάρτυρα ή κατηγορουμένου θα κριθεί από το Δικαστήριο ενώπιον του οποίου η υπόθεση εκκρεμεί».
Το ίδιο ισχύει, σύμφωνα με τον Γενικό Εισαγγελέα, «και για οποιοδήποτε ισχυρισμό ή θέμα το οποίο άπτεται της ορθότητας ή νομιμότητας της ανακριτικής διαδικασίας και ένα τέτοιο θέμα μπορεί να εγερθεί από κατηγορούμενο στη δίκη, έτσι ώστε να αποφασισθεί από το μόνο αρμόδιο προς τούτο όργανο που είναι το εκδικάζον Δικαστήριο, το οποίο και θα έχει το όφελος να ακούσει όλη τη σχετική και περιβάλλουσα μαρτυρία».
«Κατανοώ την έγνοια σας όπως διασφαλιστεί η ορθή και δίκαιη απονομή δικαιοσύνης, πλην όμως ισχύουν στην περίπτωση οι πιο πάνω παρατηρήσεις μου και δεν προτίθεμαι να διατάξω οποιαδήποτε άλλη έρευνα η οποία από μόνη της δυνατό να επηρεάσει την απερίσπαστη πορεία της αρξάμενης ποινικής διαδικασίας», ξεκαθαρίζει.
Με δεδομένο, αναφέρει τέλος, «ότι προχωρήσατε στη δημοσιοποίηση της προς εμέ επιστολής σας, είμαι υποχρεωμένος να πράξω το ίδιο και για τη δική μου απάντηση».