Η ενεργειακή φτώχεια ορίζεται ως η αδυναμία των νοικοκυριών να αγοράσουν την ενέργεια που χρειάζονται για την οικία τους όπως καύσιμα και ηλεκτρισμός για μετακινήσεις, για θέρμανση, για κλιματισμό, για φωτισμό, για χρήση ηλεκτρικών συσκευών και υπολογίζεται ότι πλήττει από 51 μέχρι και 125 εκατομμύρια ευρωπαίους πολίτες. Αφορά το υψηλό κόστος ενέργειας σε σχέση με τα χαμηλά εισοδήματα ενός νοικοκυριού και τη χαμηλή ενεργειακή απόδοση των κτιρίων. Το φαινόμενο αυτό, βρίσκεται σε έξαρση σε περιόδους οικονομικής κρίσης όπως είναι αυτή που βιώνεται σήμερα ανά το παγκόσμιο, λόγω της πανδημίας και έχει τεράστιο αντίκτυπο στην κοινωνία, στο περιβάλλον και στην οικονομία ενός κράτους.
Μέσα από έρευνα που προκύπτει από το Ευρωπαϊκό Παρατηρητήριο Ενεργειακής Φτώχειας διαφαίνεται ότι το 2018 το 21,9% των πολιτών που διαμένουν στην Κύπρο δεν είχαν την δυνατότητα να διατηρήσουν το σπίτι τους επαρκώς θερμό για το χειμώνα, ενώ ο αντίστοιχος μέσος όρος για την ΕΕ ήταν 7,3%. Περαιτέρω, το 12,2% του πληθυσμού της Κύπρου αδυνατούσε να πληρώσει τους λογαριασμούς ενέργειας έγκαιρα. Το αντίστοιχο ποσοστό για την ΕΕ ήταν 6,6%.
Με τον ορισμό των ευάλωτων καταναλωτών στην νομοθεσία, την εισαγωγή ορίων κατανάλωσης και την έμφαση στα χρηματοδοτικά βοηθήματα επιχειρεί η Κυπριακή Δημοκρατία να συμβάλει στην καταπολέμηση της ΕΦ. Η πολιτική στρατηγική όμως δεν θα έπρεπε να αποτελεί σωσίβιο αλλά ριζική αλλαγή και βιώσιμες λύσεις που αφορούν το υψηλό κόστος ενέργειας, την ενεργειακή απόδοση των κτιρίων και την ενημέρωση.
Για αυτό τον σκοπό, η ανταλλαγή πληροφοριών και πρακτικών μεταξύ των κρατών μελών της ΕΕ είναι ευεργετική για την βελτιστοποίηση και την εφαρμογή πολιτικών στρατηγικών. Μεταξύ άλλων, η στήριξη που προσφέρουν τα κράτη μέλη στους πολίτες τους αφορούν σε μέτρα που στοχεύουν σε χαμηλού εισοδήματος νοικοκυριά και στην προστασία των ευάλωτων καταναλωτών. Μερικά από αυτά τα μέτρα είναι η παροχή κουπονιών ενέργειας (Βουλγαρία), η παροχή ενέργειας σε χαμηλότερες τιμές για ευάλωτους καταναλωτές (Βέλγιο, Ισπανία, Πορτογαλία) και οι απαλλαγές ή μειώσεις φορολογίας για ανακαινίσεις κτιρίων που έχουν καλύτερη ενεργειακή απόδοση (Γαλλία).
Επιπλέον, μια απλή αλλά καθοριστική στρατηγική που ακολουθούν κάποιες χώρες όπως η Γαλλία, η Ελλάδα, η Ιταλία και η Πορτογαλία είναι η βελτίωση της πρόσβασης στα μέσα στήριξης. Αυτό επιτυγχάνεται μέσω της απλοποίησης των γραφειοκρατικών διαδικασιών, της παροχής βοήθειας σε συγκεκριμένες ομάδες καταναλωτών και της παροχής χρηματοδότησης για ανακαίνιση κτιρίων ή για εγκατάσταση φωτοβολταϊκών εκ των προτέρων. Όσον αφορά την ενεργειακή ανακαίνιση κτιρίων είναι μια πολιτική που προσφέρει μακροχρόνιες λύσεις. Για παράδειγμα η Μάλτα συνδέει την μείωση της ΕΦ που παρατηρείται στη χώρα, με την επένδυση στην υποδομή της ενέργειας. Η Λιθουανία συμπεριλαμβάνει στα πλάνα της τον συνεχή εκμοντερνισμό στην θέρμανση εσωτερικών χώρων και στην παροχή συστημάτων ζεστού νερού σε πολυκατοικίες.
Ας εξετάσουμε λοιπόν με ποιους τρόπους θα μπορούσαμε να καταπολεμήσουμε αυτό το σοβαρό κοινωνικό πρόβλημα στην Κύπρο. Για αρχή, μια χαρτογράφηση του φαινομένου της ΕΦ με ποσοτικά δεδομένα θα μας δώσει μια ξεκάθαρη εικόνα για τα χαρακτηριστικά των κτιρίων, την κατανάλωση ενέργειας, τα εισοδήματα των νοικοκυριών και τη συμμετοχή τους σε προγράμματα επιδότησης. Ακολούθως, επενδύοντας σε κτιριακές ανακαινίσεις μπορούμε να εξασφαλίσουμε την εξοικονόμηση ενέργειας και την μείωση εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου. Αν και αυτές οι επενδύσεις έχουν μακροχρόνια οικονομική σημασία, προϋποθέτουν μεγάλο αρχικό κόστος για τους ιδιοκτήτες. Συνεπώς, θα πρέπει το κράτος να στηρίξει τους πολίτες με χρηματοδοτικές λύσεις εκ των προτέρων οι οποίες θα μπορούν αργότερα να αποπληρωθούν από την εξοικονόμηση ενέργειας.
Αναπόσπαστο κομμάτι της πολιτικής για την καταπολέμηση της ΕΦ είναι η εκπαίδευση και η ενημέρωση του κοινού. Μόνο το 5,8% του πληθυσμού της Κύπρου ενημερώνεται για το θέμα από τις ελάχιστες διαδικτυακές διαθέσιμες πληροφορίες στο διαδίκτυο. Η προσπάθεια για να αλλάξει ο τρόπος σκέψης και η συμπεριφορά του καταναλωτή πρέπει να ξεκινήσει από μικρή ηλικία. Άρα επιβάλλεται η επένδυση στην παιδεία με την ένταξη ενός εκπαιδευτικού προγράμματος στα σχολεία για το οποίο είναι απαραίτητη η συνεργασία άμεσων ενδιαφερόμενων μερών. Επίσης, η οργάνωση ενημερωτικών εκδηλώσεων που θα απευθύνονται στο ευρύ κοινό θα έχει τη δυνατότητα να ευαισθητοποιήσει τους καταναλωτές και να τους παροτρύνει να μεταβούν από τον ρόλο του απλού καταναλωτή σε αυτόν που έχει ενεργή δράση στην παραγωγή ενέργειας.
Εν κατακλείδι, το κράτος θα πρέπει να αναπτύξει στρατηγικές που προκύπτουν από τέσσερις βασικούς άξονες: αλλαγές στην πολιτική, ενημέρωση και εκπαίδευση, αύξηση της ενεργειακής αποδοτικότητας των κτιρίων και αξιοποίηση των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας. Αναμένουμε και ελπίζουμε ότι αυτές οι στρατηγικές θα μπουν σε ισχύ στο άμεσο μέλλον, για το καλό της κοινωνίας, του περιβάλλοντος και της οικονομίας.
Στέφανη Σεργίου
Επιστημονική Συνεργάτιδα Βουλευτή κ. Χαράλαμπου Θεοπέμπτου
Κίνημα Οικολόγων – Συνεργασία Πολιτών