Σε ηλικία 83 ετών, έφυγε χθες από της ζωή, ο τέως βασιλιάς της Ελλάδας, Κωνσταντίνος Β’ Γκλύξμπουργκ, μετά από σοβαρό πρόβλημα υγείας που αντιμετώπισε τις τελευταίες εβδομάδες. Σήμερα, σε διυπουργική σύσκεψη στο Μέγαρο Μαξίμου, αποφασίζεται ο τρόπος με τον οποίο θα γίνει το τελετουργικό της κηδείας του.
Οι πληροφορίες αναφέρουν ότι στη σύσκεψη θα συμμετέχουν τόσο ο υπουργός Επικρατείας και έγκριτος συνταγματολόγος, Γιώργος Γεραπετρίτης αλλά και ο αρμόδιος υπουργός, Μάκης Βορίδης. Το θέμα το οποίο συζητήθηκε έντονα πριν την εκδημία του τέως Βασιλιά, πρέπει να λυθεί άμεσα καθώς τα σενάρια δίνουν και παίρνουν.
Παρότι το πολίτευμα άλλαξε το 1974 και ο Κωνσταντίνος Γλύξμπουργκ κηρύχθηκε έκπτωτος, πολλοί συζητούσαν το ενδεχόμενο η κηδεία να τελεστεί με τιμές αρχηγού κράτους. Ωστόσο, κάτι τέτοιο μοιάζει απίθανο για πολλούς λόγους.
Κάποιοι εξ αυτών είναι ότι πρώτον δεν έχει την ελληνική υπηκοότητα, έχει Δανέζικο διαβατήριο, το οποίο εξέδωσε το 1983 καθώς η Δανία είναι τόπος καταγωγής της συζύγου του Άννας Μαρίας και βεβαίως γιατί θα θεωρούσαν πολλοί ότι προκαλείται το δημόσιο αίσθημα.
Το πιο πιθανό είναι η ταφή να γίνει στο Τατόϊ, εκεί που έχουν ενταφιαστεί οι γονείς του εκτός και αν η οικογένειά του αποφασίσει κάτι διαφορετικό.
Το θέμα έχει ανατεθεί από την οικογένεια του τέως Βασιλιά σε δικηγόρο των Αθηνών και πλέον αναζητείται η καλύτερη δυνατή λύση.
Η πολυτάραχη ζωή του
Γεννημένος στις 2 Ιουνίου του 1940 στην Αθήνα, ο Κωνσταντίνος Γκλύξμπουργκ, ανακηρύχθηκε βασιλιάς της Ελλάδας στις 6 Μαρτίου του 1964, σε ηλικία 24 ετών διαδεχόμενος τον πατέρα του, Παύλο Α΄ μετά τον θάνατό του την ίδια ημέρα.
Τον Σεπτέμβριο της ίδιας χρονιάς παντρεύτηκε την τότε πριγκίπισσα της Δανίας, Άννα Μαρία με την οποία απέκτησε τρείς γιούς και δύο κόρες.
Ήταν γιος του βασιλιά Παύλου Α’, του οίκου των Γκλύξμπουργκ και της βασίλισσας Φρειδερίκης-Λουίζας του Αννοβέρου, αδελφός της μετέπειτα (και πρώην πλέον) βασίλισσας της Ισπανίας Σοφίας και της πριγκίπισσας Ειρήνης.
Το 1941, η οικογένειά του διέφυγε στην Κρήτη και μετά στην Αίγυπτο. Στη διάρκεια του πολέμου έζησαν για μεγάλα διαστήματα στο Κέιπ Τάουν της Νότιας Αφρικής.
Το 1946, μετά την απελευθέρωση η βασιλική οικογένεια επέστρεψε στη χώρα.
Την 1η Απριλίου 1947, ο πατέρας του ανέλαβε το βασιλικό αξίωμα, ύστερα από το θάνατο του Γεωργίου Β’, και ο ίδιος ανακηρύχτηκε διάδοχος του θρόνου. Τα πρώτα του γράμματα έμαθε στο δημοτικό σχολείο που λειτούργησε μέσα στα ανάκτορα Ψυχικού. Τις γυμνασιακές του σπουδές έκανε στο εθνικό εκπαιδευτήριο Αναβρύτων και συνέχισε στη Σχολή Ευελπίδων.
Στις 28 Ιουνίου του 1958, ανακηρύχτηκε αξιωματικός και στα τρία όπλα. Ασχολήθηκε ενεργά με τον προσκοπισμό και το 1959, ανακηρύχτηκε αρχιπρόσκοπος. Το 1960, αναδείχτηκε χρυσός ολυμπιονίκης στη Ρώμη, στο αγώνισμα της ιστιοπλοϊας.
Στις 6 Μαρτίου 1964, την επομένη του θανάτου του πατέρα του ανακηρύχτηκε βασιλιάς σε ηλικία 24 ετών. Στις 18 Σεπτεμβρίου του ίδιου χρόνου, παντρεύτηκε την πριγκίπισσα Αννα Μαρία της Δανίας, τριτότοκη κόρη του βασιλιά της Δανίας Φρειδερίκου Θ’. Από το γάμο του απέκτησε πέντε παιδιά: την Αλεξία, τον Παύλο, τον Νικόλαο τη Θεοδώρα και τον Φίλιππο.
Στις 15 Ιουλίου του 1965, προκάλεσε την πτώση της κυβέρνησης του Γεωργίου Παπανδρέου, αμφισβητώντας το δικαίωμα του πρωθυπουργού να αναλάβει προσωπικά το υπουργείο Εθνικής Αμυνας. Στη συνέχεια διόρισε τις βραχύβιες κυβερνήσεις Γεωργίου Αθανασιάδη-Νόβα (15 Ιουλίου) και Ηλία Τσιριμώκου (20 Αυγούστου), οι οποίες δεν συγκέντρωσαν ψήφο εμπιστοσύνης. Στις 17 Σεπτεμβρίου διόρισε νέα κυβέρνηση υπό το Στέφανο Στεφανόπουλο, η οποία διατηρήθηκε στην εξουσία επί 15 περίπου μήνες.
Στις 22 Δεκεμβρίου 1966, διόρισε την υπηρεσιακή κυβέρνηση του Ιωάννη Παρασκευόπουλου η οποία έλαβε ψήφο εμπιστοσύνης από τη Βουλή και στις 3 Απριλίου 1967, διόρισε πρωθυπουργό τον Παναγιώτη Κανελλόπουλο με σκοπό τη διεξαγωγή εκλογών. Λίγες ημέρες αργότερα, παρότι αντίθετος με την ομάδα των πραξικοπηματιών που κατέλαβαν την εξουσία την 21η Απριλίου, υπέδειξε για τη θέση του πρωθυπουργού τον Κωνσταντίνο Κόλλια και προσυπέγραψε το διορισμό της υπό αυτόν κυβέρνησης.
Στις 13 Δεκεμβρίου οργάνωσε αντιδικτατορική κίνηση που απέτυχε. Κατέφυγε με την οικογένειά του στη Ρώμη και στη συνέχεια εγκαταστάθηκε στο Λονδίνο.
Την 1η Ιουνίου 1973, το δικτατορικό καθεστώς ανακοίνωσε την κατάλυση της βασιλείας και στις 29 Ιουλίου έκανε «δημοψήφισμα» για να κατοχυρώσει την απόφασή του αυτή.
Το 1974, ύστερα από την πτώση των συνταγματαρχών και την αποκατάσταση της δημοκρατίας, έγινε το δημοψήφισμα της 8ης Δεκεμβρίου για το πολιτειακό, με το οποίο ο Κωνσταντίνος Β’ κηρύχτηκε οριστικά έκπτωτος, με ποσοστό ψήφων 69,18 % υπέρ της προεδρευομένης Δημοκρατίας.
Μετά την έκπτωσή του, διεκδίκησε ακίνητη περιουσία (Κτήμα και ανάκτορα Τατοίου, κτήμα και ανάκτορο Μon Repos Κερκύρας και δασόκτημα Πολυδενδρίου Λαρίσης) και προσέφυγε στο Ευρωπαϊκό Δικαστήριο. Τελικά η απόφαση που εκδόθηκε τον Νοέμβριο του 2002, του επιδίκασε αποζημίωση 13,7 εκατ. ευρώ.