Με σημερινή ανακοίνωση του, το Υπουργείο άμυνας, ξεκαθαρίζει ότι «κατ’ ουδένα λόγο δεν επηρεάζεται η ποιοτική παροχή τροφίμων στην Εθνική Φρουρά και ότι, σε κάθε περίπτωση, διασφαλίζεται η ισορροπημένη διατροφή των εθνοφρουρών».
Το Υπουργείο εξέδωσε την ανακοίνωση σε απάντηση σημερινού δημοσιεύματος της εφημερίδας «Ο ΦΙΛΕΛΕΥΘΕΡΟΣ» με τίτλο «Χωρίς αρνιά, κοτόπουλα και ψάρια» και υπότιτλο «Δεν αποδίδει τα αναμενόμενα η Συμφωνία – Πλαίσιο στο Υπουργείο Άμυνας».
Το Υπουργείο Άμυνας, αναφέρεται στην ανακοίνωση, «ως συνέπεια της συμμετοχής του στις νέες διαδικασίες της Συμφωνίας-Πλαισίου του Γενικού Λογιστηρίου, ανέστειλε τη μέχρι τώρα ακολουθούμενη εσωτερική διαδικασία προμήθειας τροφίμων για ικανοποίηση των αναγκών της Εθνικής Φρουράς».
Ως εκ τούτου, σημειώνεται, «αναπόφευκτα, παρουσιάζεται μια μεταβατική περίοδος εισδοχής του Υπουργείου στις εν λόγω νέες διαδικασίες».
Αναφορικά με τις νέες διαδικασίες που έχουν καθοριστεί, το Υπουργείο αναφέρει στην ανακοίνωση του ότι «το Γενικό Λογιστήριο της Δημοκρατίας, σε συνεργασία με τις Αρμόδιες Υπηρεσίες του Κράτους, και αφουγκραζόμενο τα προβλήματα των Κυπρίων παραγωγών, προχώρησε στη δημιουργία μιας νέας συγκεντρωτικής Συμφωνίας-Πλαίσιο που καλύπτει τις ανάγκες για τρόφιμα της Εθνικής Φρουράς, των Νοσοκομείων, των Φυλακών και του Γραφείου Ευημερίας για τους επόμενους 48 μήνες».
Σημειώνει ότι στον διαγωνισμό έλαβαν μέρος 48 οικονομικοί φορείς και έχει αποφασιστεί η υπογραφή Συμφωνίας με 42 συμμετέχοντες, στην πλειονότητα τους Κύπριοι Παραγωγοί.
Η τιτάνια αυτή προσπάθεια, προσθέτει, « τελεσφόρησε χάριν στην αγαστή συνεργασία μεταξύ των αρμοδίων υπηρεσιών του κράτους και αναμένεται ότι εντός του μηνός Φεβρουαρίου θα υπογραφούν οι σχετικές συμφωνίες και θα τεθούν σε πλήρη λειτουργία ικανοποιώντας τις ανάγκες των αγοραστών, πρωτίστως με κυπριακά προϊόντα, που ήταν και ο αρχικός στόχος».
«Η συμμετοχή του Υπουργείου Άμυνας στην όλη διαδικασία, ως του μεγαλύτερου αγοραστή στη Συμφωνία –Πλαίσιο, εκτιμάται ότι βοήθησε στην επίδειξη μεγαλύτερου ενδιαφέροντος από τους οικονομικούς φορείς και ώθησε τις τιμές των προσφερόμενων προϊόντων προς τα κάτω», καταλήγει η ανακοίνωση.