Η δυνατότητα συναντήσεων του Ελληνοκύπριου διαπραγματευτή με εκπροσώπους της Άγκυρας μάς προσφέρει για πρώτη φορά μετά την εισβολή τη δυνατότητα να διαπραγματευτούμε με εκείνους που φέρουν την ευθύνη για τη λύση του κυπριακού προβλήματος, δήλωσε ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας Νίκος Αναστασιάδης.
Στην εναρκτήρια τοποθέτησή του κατά τη διάρκεια συνέντευξης Τύπου, ο Πρόεδρος Αναστασιάδης σημείωσε ότι «μια τέτοια εξέλιξη όχι μόνο δεν υπονομεύει αλλά αντίθετα αναβαθμίζει την Κυπριακή Δημοκρατία».
Ξεκαθάρισε, επίσης, ότι η πρόταση, που διαμορφώθηκε σε συνεννόηση με την ελληνική Κυβέρνηση δεν αποσκοπεί σε διμερή, τριμερή ή τετραμερή διάσκεψη, ανακοίνωσε ότι επόμενες ημέρες προτίθεται να επισκεφθεί την Αθήνα, όπου θα συναντηθεί με τον Έλληνα Πρωθυπουργό Αντώνη Σαμαρά και τόνισε ότι δεν είναι μέσω μεγαλόστομων πολιτικών διακηρύξεων που αντιμετωπίζονται τα μείζονα εθνικά θέματα, αλλά μέσω υπεύθυνων πολιτικών αποφάσεων. Προειδοποίησε, επίσης, για το χρόνο που περνά και τους κινδύνους που δημιουργεί.
Σε ό,τι αφορά τη συμφωνία για συναντήσεις των διαπραγματευτών με Αθήνα και Αγκυρα, σημείωσε περαιτέρω πως πάγια θέση όλων είναι ότι το πρόβλημα της Κύπρου θα πρέπει να επανατοποθετηθεί στη σωστή του βάση ως πρόβλημα εισβολής και κατοχής.
Ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας ξεκαθάρισε την ίδια ώρα ότι «η πρόταση μας, όπως έχει διαμορφωθεί και μέσω της συνεννόησης μας με την ελληνική κυβέρνηση, δεν αποσκοπεί στην όποια διμερή, τριμερή ή και τετραμερή διάσκεψη, όπως κάποιοι ενδεχομένως να εκφράζουν ανησυχίες».
«Η Τουρκία, κατά τη δική μου άποψη, ως κατοχική δύναμη κρατά το κλειδί της λύσης», είπε, επισημαίνοντας ότι «δεν μπορεί να μένει μακράν του διαλόγου και να ακούει απλώς τις παροτρύνσεις ότι θα πρέπει να βοηθήσει στην επίλυση του κυπριακού προβλήματος».
Ο Πρόεδρος Αναστασιάδης εξέφρασε ακόμη την ελπίδα ότι «αυτή τη θετική ανταπόκριση της Τουρκίας θα διαδεχθούν πρακτικά και ουσιαστικά βήματα, ως επίσης η υιοθέτηση μιας εποικοδομητικής στάσης, με καλή πίστη, η οποία θα συμβάλει αποτελεσματικά στην επίτευξη λύσης».
Χαιρέτισε την απόφαση της Τουρκίας να ανταποκριθεί θετικά στην πρότασή του για συναντήσεις με το διαπραγματευτή της ελληνοκυπριακής κοινότητας.
Παράλληλα, αναφέροντας ότι η πρόταση έγινε «σε πλήρη συντονισμό με την ελληνική Κυβέρνηση» και εκφράζοντας «την πλήρη ικανοποίηση μου για το γεγονός πως ο ενισχυμένος τρόπος συνεργασίας με την Ελλάδα αποδίδει καρπούς», ενημέρωσε ότι τις επόμενες ημέρες προτίθεται να επισκεφθεί την Αθήνα, όπου θα συναντηθεί με τον Έλληνα Πρωθυπουργό Αντώνη Σαμαρά.
Αναφερόμενος στις συναντήσεις που είχε κατά τη διάρκεια της επίσκεψής του στις ΗΠΑ είπε ότι διαπίστωσε «ένα ζωηρό διεθνές ενδιαφέρον για την ανάγκη επίλυσης του κυπριακού, αφού όλοι πλέον αναγνωρίζουν το σταθεροποιητικό ρόλο που η Κύπρος διαδραματίζει στην περιοχή».
«Το πιο σημαντικό όμως είναι πως κατανοούν τις θέσεις αλλά και τις προθέσεις μας», σημείωσε. Θέλω να ελπίζω, πρόσθεσε, «πως η λεκτική αυτή συμπαράσταση θα μετατραπεί σε έμπρακτη στήριξη ώστε να επιτύχουμε το ταχύτερο μια διαρκή, λειτουργική και καθ’ όλα συνάδουσα με τις ευρωπαϊκές αρχές και αξίες λύση».
Ειδική αναφορά έκανε στην ανάγκη δημιουργίας συνθηκών ενότητας στο εσωτερικό.
«Δεν έχω καμία αμφιβολία ότι όλων η επιδίωξη είναι η ίδια, γιατί κανένας δεν υστερεί σε πατριωτισμό», είπε.
Εντούτοις, πρόσθεσε, «οφείλω ως ο εκλελεγμένος ηγέτης της Δημοκρατίας να ομιλώ με τη γλώσσα της αλήθειας και όχι του εφησυχασμού, είμαι πρωτίστως υπόχρεος στο να είμαι ωφέλιμος, έστω και αν σε κάποιες περιπτώσεις αυτό δεν με καθιστά αρεστό».
Δίχως να απεμπολούμε θέσεις αρχής και τον κοινό στόχο απαλλαγής από τα κατοχικά στρατεύματα, τερματισμού του εποικισμού και τουρκοποίησης των κατεχομένων εδαφών μας και αποτροπή της συρρίκνωσης του Ελληνισμού, είπε ο Πρόεδρος Αναστασιάδης, «οφείλουμε όλοι να είμαστε ειλικρινείς για τους κινδύνους που διατρέχουμε αν αφήνουμε τον χρόνο να περνά, είτε με προσδοκίες απροσδιόριστου χαρακτήρα είτε με προσδοκίες που καμιά φορά μπορεί να μην επισυμβούν, ως διαφαίνεται, για παράδειγμα, από τη συνεχιζόμενη αποξένωση των ελληνοκυπριακών περιουσιών μέσω των αυξανόμενων σε αριθμό αιτήσεων των Ελληνοκυπρίων στην ‘Επιτροπή Αποζημιώσεων’».
Συνεπώς, σημείωσε, «κατά την άποψη μου, έφθασε επιτέλους η ώρα που πρέπει να πρυτανεύσει η συλλογική διαβούλευση, η ωριμότητα και η συναντίληψη πως δεν είναι μέσω μεγαλόστομων πολιτικών διακηρύξεων που αντιμετωπίζονται τα μείζονα εθνικά θέματα αλλά μέσω υπεύθυνων πολιτικών αποφάσεων».