Στις διαβουλεύσεις για το ιρανικό πυρηνικό πρόγραμμα επανέρχονται η Τεχεράνη και οι Έξι, με στόχο μία προκαταρκτική συμφωνία για υποχώρηση του Ιράν από τις δραστηριότητές του με παράλληλη αποκλιμάκωση -όσο το δυνατόν ηπιότερη και αναστρέψιμη- των κυρώσεων σε βάρος του. Εκστρατεία του Ομπάμα στο Καπιτώλιο να μην ενισχυθούν οι αμερικανικές κυρώσεις ενώ διαρκούν οι συνομιλίες, ενώ το Ισραήλ επιμένει να προειδοποιεί πως οποιαδήποτε συμφωνία με το Ιράν χωρίς να έχει προηγηθεί πλήρης αναστολή του πυρηνικού προγράμματος θα είναι «κακή συμφωνία».
Στις πρόσφατες συνομιλίες, το Ιράν και οι ΗΠΑ, Ρωσία, Κίνα, Βρετανία, Γαλλία και Γερμανία είχαν φανεί να πλησιάζουν σε μία πρώτη συνεννόηση -υπέρβαση από το πολυετές αδιέξοδο.
Την παραμονή των νέων διήμερων συναντήσεων που ξεκινούν την Τετάρτη, όλες οι πλευρές κάλεσαν εκ νέου σε αξιοποίηση της διπλωματικής ευκαιρίας. Το αν θα υπάρξει όμως σύγκλιση παραμένει αβέβαιο.
Ο υπουργός Εξωτερικών του Ιράν, Μοχάμαντ Τζαβάντ Ζαρίφ, φάνηκε να δείχνει προθυμία για παράκαμψη ενός από τα εμπόδια που υπήρξαν στις τελευταίες διαβουλεύσεις, το ζήτημα του «δικαιώματος στον εμπλουτισμό ουρανίου». Η Τεχεράνη, ανέφερε, έχει το δικαίωμα αυτό, αλλά δεν απαιτεί από τη διεθνή κοινότητα να της αναγνωριστεί.
Παράλληλα, ο Μπαράκ Ομπάμα συναντήθηκε ξανά με γερουσιαστές προσπαθώντας να τους αποτρέψει από την πρόθεσή τους να ψηφίσουν ενίσχυση των κυρώσεων σε βάρος του Ιράν. Η διάθεση διαλόγου της αμερικανικής κυβέρνησης δεν έχει προκαλέσει τριβές μόνο με το Ισραήλ αλλά και με το Κογκρέσο, το οποίο θεωρείται κατά κανόνα αυστηρότερο απέναντι στην Τεχεράνη από το Στέιτ Ντιπάρτμεντ και το Λευκό Οίκο.
«Έχουμε την ευκαιρία να σταματήσουμε την πρόοδο του ιρανικού πυρηνικού προγράμματος και να το γυρίσουμε πίσω, δοκιμάζοντας παράλληλα εάν μπορεί να επιτευχθεί μία συνολική λύση» είπε ο Ομπάμα στους γερουσιαστές, λέγοντας πως αποτυχία συμφωνίας -την οποία θα καθιστούσαν πιθανότερη νέες κυρώσεις- θα οδηγήσει σε κλιμάκωση των δραστηριοτήτων της Τεχεράνης.
Η ενίσχυση των κυρώσεων που κυκλοφορεί στους διαδρόμους του Καπιτωλίου δεν γίνεται, λόγω χρονοδιαγράμματος, να ψηφιστεί πριν τις αρχές Δεκεμβρίου, οπότε η αμερικανική κυβέρνηση έχει κάποιο περιθώριο ευελιξίας στο διπλωματικό μέτωπο.