Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή ακολουθεί συγκεκριμένη διαδικασία που έχει τεθεί σε εφαρμογή και δεν προβαίνει σε χρηματοδότηση έργων που γίνονται σε ακίνητη ιδιοκτησία ε/κ στα κατεχόμενα χωρίς να έχουν πρώτα γίνει οι απαραίτητες διευθετήσεις.
Όπως πληροφορηθήκαμε από καλά ενημερωμένες πηγές, η πρόνοια που υπάρχει στο σχετικό κανονισμό, η οποία και προστέθηκε μετά από επιμονή της Κυπριακής Δημοκρατίας, τηρείται από την Κομισιόν.
Σε περίπτωση που οποιαδήποτε προτεινόμενη ανάπτυξη έχει να κάνει με ε/κ περιουσία τότε ενεργοποιείται η διαδικασία που έχει καθιερωθεί και η Ευρωπαϊκή Επιτροπή ενημερώνει τις αρχές της Δημοκρατίας για να διευκρινιστεί πρώτα αν πρόκειται για κρατική γη ή για ιδιωτική.
Αν πρόκειται για ιδιωτική, τότε η Κομισιόν αν το επιθυμεί επανέρχεται με αίτημα για τα στοιχεία του ιδιοκτήτη. Στη συνέχεια οι αρχές αποφασίζουν κατά πόσο μπορούν να προσκομίσουν τα στοιχεία του ιδιοκτήτη στην Κομισιόν, δεδομένων και των κανόνων προστασίας προσωπικών δεδομένων. Αν τα στοιχεία αυτά εν τέλει δεν δοθούν, αυτό, σημειώνουν οι ίδιες πηγές, δεν αναιρεί την υποχρέωση της Κομισιόν να βρει τον ιδιοκτήτη και να προχωρήσει στις αναγκαίες διαδικασίες.
Σε περίπτωση που το τεμάχιο αφορά κρατική γη, τότε εναπόκειται στην Κομισιόν να επανέλθει αν το επιθυμεί με συγκεκριμένο αίτημα για να δοθεί η συγκατάθεση του κράτους.
Σε ερώτηση διευκρινίστηκε ότι η πλειοψηφία των περιπτώσεων για τις οποίες αιτήθηκε ο Ευρωπαϊκός Οργανισμός συγκατάθεση και αυτή δόθηκε, αφού αυτό δεν εξυπακούεται, αφορούν κρατική γη.
Μεταξύ των προβλημάτων που αντιμετώπισε η Ευρωπαϊκή Επιτροπή, στην υλοποίηση του προγράμματος χρηματοδότησής της προς την τ/κ κοινότητα είναι, σύμφωνα με την πιο πρόσφατη έκθεση του Ελεγκτικού Συνεδρίου, τον Ιούνιο του 2012 ότι το 78% της ιδιωτικής γης στα κατεχόμενα ανήκει σε Ελληνοκύπριους, των οποίων η συγκατάθεση είναι απαραίτητη για την επένδυση σε υποδομές πάνω στην ακίνητη περιουσία τους.
Σε δηλώσεις του χθες ο Πρόεδρος της Επιτροπής Ελέγχου της Βουλής Γιώργος Γεωργίου είπε ότι ζητήθηκαν αναλυτικά στοιχεία από πλευράς της Αντιπροσωπείας της Ευρωπαϊκής Επιτροπής στην Κύπρο για το θέμα, τα οποία και ο επικεφαλής της Γιώργος Μαρκοπουλιώτης υποσχέθηκε να προσκομίσει.
Σύμφωνα με το σημείο 32 της έκθεσης, «η Επιτροπή καθιέρωσε διαδικασίες εξακρίβωσης της κυριότητας σε συνεργασία με το Τμήμα Κτηματολογίου και Χωρομετρίας της Κυπριακής Δημοκρατίας».
«Μολονότι αρχικά υπήρχαν νομικά προβλήματα τα οποία προκάλεσαν σημαντικές καθυστερήσεις, έκτοτε ο απαιτούμενος χρόνος διεκπεραίωσης έχει μειωθεί», επισημαίνεται.
Σε απάντησή της στο σημείο αυτό η Κομισιόν σημειώνει ότι «το θέμα της ακίνητης περιουσίας είναι ευαίσθητο και ο εντοπισμός του ιστορικού ιδιοκτησίας έχει αποδειχθεί ένας παράγοντας που περιπλέκει σε σημαντικό βαθμό την εφαρμογή έργων».
Στο μεταξύ, στην τελευταία έκθεσή της προς το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο για το θέμα στις 4 Ιουνίου 2013 η Κομισιόν διαβεβαιώνει ότι πραγματοποιήθηκαν τακτικές συναντήσεις με εκπροσώπους της Κυβέρνησης της Κυπριακής Δημοκρατίας και κυρίως κατά τις επισκέψεις ανώτερων αξιωματούχων της Κομισιόν στο νησί».
«Η Επιτροπή, συνεχίζει να βασίζεται στη συνεργασία της (Κυπριακής Δημοκρατίας) για την εξακρίβωση περιουσιακών δικαιωμάτων και συναντάται επίσης τακτικά με την Μόνιμη Αντιπροσωπεία στις Βρυξέλλες», αναφέρει.
Η Κομισιόν υποβάλλει ετήσιες εκθέσεις στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο για την εξέλιξη υλοποίησης των προγραμμάτων στην τουρκοκυπριακή κοινότητα.
Παράλληλα, απαντώντας στη σύσταση του Ελεγκτικού Συνεδρίου ότι αν υπάρξει σαφής πρόοδος στη διαδικασία επανένωσης του νησιού, η Επιτροπή οφείλει να προετοιμάσει εγκαίρως πρόγραμμα ούτως ώστε, μετά την επανένωση, ολόκληρη η χώρα να μπορέσει να λάβει χρηματοδότηση από την ΕΕ, η Επιτροπή ξεκαθαρίζει ότι «κεντρικός στόχος του προγράμματος ενίσχυσης είναι η επανένωση».
«Η Επιτροπή αναγνωρίζει ότι για να υπάρξει ένα καθοριστικό βήμα στη διαδικασία επανένωσης απαιτείται η επανεξέταση της ενίσχυσης προς την Κύπρο, και η πρόταση της επόμενης δημοσιονομικής προοπτικής περιλαμβάνει μια τέτοια σχετική ρήτρα», αναφέρει καταληκτικά.
Σύμφωνα με την έκθεση του Ελεγκτικού Συνεδρίου, μέχρι το τέλος Σεπτεμβρίου 2011 τα κονδύλια που είχαν διοχετευτεί σε προγράμματα για την τουρκοκυπριακή κοινότητα ανέρχονταν στα €178,4 εκ. περίπου που ισοδυναμούσε με το 69% του ποσού που η Κομισιόν είχε δεσμευθεί να παρέχει μέσω συμβολαίων €259,4 εκ. περίπου. Ο δε αρχικός σχεδιασμός ήταν για διοχέτευση μέσω προγραμμάτων ποσού της τάξης των €292,3 εκ. περίπου.
Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή είχε το 2006 θέσει συγκεκριμένους στόχους, οι οποίοι χωρίζονται σε προγράμματα για την ανάπτυξη και την αναδιάρθρωση των κατεχομένων (€129,2 εκ.), την προώθηση της κοινωνικής και της οικονομικής ανάπτυξης (€84,6 εκ.), μέτρα συμφιλίωσης, οικοδόμησης εμπιστοσύνης και υποστήριξης της κοινωνίας των πολιτών (€23,5 εκ.), προγράμματα που θα φέρουν πιο κοντά στην ΕΕ την τ/κ κοινότητα (€12,5 εκ.), την προετοιμασία της κοινότητας για την εισαγωγή και εναρμόνιση με το κοινοτικό κεκτημένο (€27,1 εκ.) και τεχνική βοήθεια για την εφαρμογή του προγράμματος (€21 εκ.).
Στην έκθεση της προς την Ευρωβουλή τον Ιούνιο φέτος, η Κομισιόν επισημαίνει ότι το πρόγραμμα άρχισε ουσιαστικά να υλοποιείται επί του εδάφους το 2009, προσθέτοντας ότι «έχει επιφέρει ορατά οφέλη στην τ/κ κοινότητα κατά τη διάρκεια του 2012, συγκεκριμένα με μεγάλες συνεισφορές στην διαχείριση λυμάτων και στερεών αποβλήτων».
Αναφέρει ωστόσο ότι θα πρέπει να καταβληθούν πιο πολλές προσπάθειες στον περιβαλλοντικό τομέα και ιδίως στην προστασία της φύσης λαμβάνοντας υπόψη τις περιοχές που ανήκουν στο Natura 2000.
Εκφράζει μεταξύ άλλων τη θέση ότι «είναι σημαντικό να φανεί ότι η ΕΕ μπορεί να παρέχει αποτελεσματική βοήθεια και να στείλει ένα θετικό μήνυμα».
Η πρόοδος που επιτελείται όσον αφορά στον κύριο στόχο του κανονισμού που είναι η διευκόλυνση της επανένωσης της Κύπρου μέσω της ενθάρρυνσης της οικονομικής ανάπτυξης είναι δύσκολο να επιτευχθεί, αναφέρει, δεδομένου του πλαισίου λειτουργίας στο βόρειο μέρος του νησιού.