Δεκτή η έφεση για πολιτικό άσυλο, λόγω γραφειοκρατικού λάθους…


Ευρείες οι εξουσίες του Διοικητικού Δικαστηρίου Διεθνούς Προστασίας, σύμφωνα με το Ανώτατο Συνταγματικό Δικαστήριο

Δεκτή η έφεση του Γενικού Εισαγγελέα της Δημοκρατίας κατά απόφασης πρωτόδικου Δικαστηρίου σε υπόθεση παραχώρησης καθεστώτος πολιτικού ασύλου

Τις ευρείες εξουσίες που έχει το Διοικητικό Δικαστήριο Διεθνούς Προστασίας σε θέματα μαρτυρίας, συμπεριλαμβανομένης της δυνατότητας να διατάξει το ίδιο την προσαγωγή μαρτυρίας και/ ή στοιχείων κατά τη διεξαγωγή δίκης, επιβεβαίωσε με απόφασή του το Ανώτατο Συνταγματικό Δικαστήριο, κάνοντας δεκτή έφεση που είχε καταχωρήσει ο Γενικός Εισαγγελέας της Δημοκρατίας κατά απόφασης πρωτόδικου Δικαστηρίου να αποδεχθεί προσφυγή κατά της Δημοκρατίας από αιτητή του οποίου το αίτημα για παραχώρηση καθεστώτος πολιτικού ασύλου είχε απορριφθεί από την Υπηρεσία Ασύλου.

Σύμφωνα με την απόφαση του Ανωτάτου Συνταγματικού Δικαστηρίου που εκδόθηκε την Τρίτη, 10 Σεπτεμβρίου 2024:

«Η προσαγωγή εγγράφων και μαρτυριών στη διοικητική δίκη, δεν ρυθμίζεται από το δίκαιο της απόδειξης που ισχύει στην πολιτική δίκη. Σε αντίθεση με το σύστημα της αντιδικίας που διέπει την πολιτική δίκη, όπου η ευθύνη για προσαγωγή μαρτυρίας βαρύνει αποκλειστικά τους διαδίκους, στο ανακριτικό σύστημα η πρωτοβουλία ανήκει και στον Δικαστή.» Για να συμπληρώσει ότι: «Ο Δικαστής, στη διοικητική δίκη, δεν περιορίζεται στα στοιχεία που παρουσιάζουν οι διάδικοι, αλλά, για πληρέστερη έρευνα, μπορεί να δώσει οδηγίες για προσκόμιση εγγράφων που κρίνει ότι είναι σχετικά και ασκούν οποιαδήποτε επιρροή στην απονομή της διοικητικής δικαιοσύνης.»

Στα γεγονότα της υπόθεσης, επιγραμματικά, ο αιτητής (εφεσίβλητος) μετά από την απόρριψη του αιτήματός του από την Υπηρεσία Ασύλου, κατέθεσε προσφυγή εναντίον της Δημοκρατίας στο Διοικητικό Δικαστήριο Διεθνούς Προστασίας. Ένας από τους λόγους που ήγειρε, ήταν η κατ’ ισχυρισμόν αναρμοδιότητα του λειτουργού της Υπηρεσίας Ασύλου να λάβει την απόφαση για απόρριψη του αιτήματός του, ένεκα του γεγονότος ότι το όνομα και/ή η υπογραφή του λειτουργού της Υπηρεσίας Ασύλου δεν αναγράφονταν στην απορριπτική επιστολή που έλαβε. Παρότι η εκπρόσωπος του Γενικού Εισαγγελέα της Δημοκρατίας -επικαλούμενη την αρχή ότι το θέμα της αρμοδιότητας του προσώπου που έλαβε τη διοικητική απόφαση εξετάζεται αυτεπάγγελτα από το Δικαστήριο- κατέθεσε ενώπιον του πρωτόδικου Δικαστηρίου δύο έγγραφα της Υπηρεσίας Ασύλου με τα οποία βεβαίωνε τόσο το πρόσωπο που υπόγραψε την απόφαση όσο και ότι αυτό ορίσθηκε να εκτελεί καθήκοντα σε σχέση με την έκδοση αποφάσεων επί αιτημάτων διεθνούς προστασίας, το πρωτόδικο Δικαστήριο αποδέχθηκε την προσφυγή του αιτητή.

Ο Γενικός Εισαγγελέας της Δημοκρατίας άσκησε έφεση επί της απόφασης αυτής, με το Ανώτατο Συνταγματικό Δικαστήριο να συμφωνεί με τη θέση και να ακυρώνει την πρωτόδικη απόφαση.

Την υπόθεση χειρίστηκε, εκ μέρους του Γενικού Εισαγγελέα της Δημοκρατίας, η Δικηγόρος της Δημοκρατίας κα Πηνελόπη Χαραλάμπους.