Με μάρτυρα τον Παναγιώτη Βλάχο, ειδικό επιστήμονα, στον οποίο είχε ανατεθεί από τον ανακριτή Γαβριήλ Μαλλή η διερεύνηση της δαιδαλώδους, όπως επισημάνθηκε, «πορείας του χρήματος» στη σημερινή εκδίκαση της υπόθεσης σχετικά με προμήθειες και ξέπλυμα μαύρου χρήματος προερχόμενων από την αγορά εκ μέρους της Ελλάδος του ρωσικού αντιπυραυλικού συστήματος ΤΟR-Μ1 συνεχίστηκε η πολύκροτη δίκη.
Για τις τρεις επιταγές, συνολικού ποσού κοντά στα 10 εκατ. ευρώ, που φέρεται να κατατέθηκαν στον τραπεζικό λογαριασμό του Μιχάλη Μιχαηλίδη (με πληρεξούσιο τον πατέρα του Ντίνο Μιχαηλίδη), από τον Σύρο επιχειρηματία, έμπορο όπλων Φουάντ αλ Ζαγιάντ, δεν υπάρχουν απτά αποδεικτικά στοιχεία ότι «κατέληξαν στον Ακη Τσοχατζόπουλο ή αξιοποιήθηκαν προς όφελός του».
Ο μάρτυρας υποστήριξε ότι υπάρχει «διαπιστωμένη τακτική» του πρώην Υπουργού Άμυνας της Ελλάδος, «να μην αφήνει ποτέ ίχνη πίσω του, και να φροντίζει με άλλους τρόπους να παίρνει τα λεφτά που του αναλογούσαν».
Ο κ. Βλάχος θεωρείται από τους σημαντικότερους μάρτυρες στην υπόθεση αυτή, στην οποία ο πρώην Υπουργός Εσωτερικών της Κύπρου Ντίνος Μιχαηλίδης, και ο επιχειρηματίας γιος του Μιχάλης, κατηγορούνται, μαζί με άλλα τρία πρόσωπα, για νομιμοποίηση εσόδων από παράνομη δραστηριότητα.
Το επίμαχο σημείο της κατάθεσής του αφορούσε 8 επιταγές που φέρεται να πληρώθηκαν προς την εταιρεία Beeston, που κατά τον κ. Βλάχο «συνδέεται άρρηκτα με τους Μιχαηλίδηδες», από τον Σύρο έμπορο όπλων Φουάντ αλ Ζαγιάντ, ο οποίος μεσολάβησε, λέγεται, για τη συμφωνία πώλησης των πυραύλων από τους Ρώσους, και ανέλαβε να βρει τρόπους νομιμοποίησης της προμήθειας που προοριζόταν για τον Τσοχατζόπουλο.
Οι τρεις επιταγές, συνολικού ύψους 5.700.000 ελβετικών φράγκων, αλλά και άλλα 3 εκατ. δολάρια, κατατέθηκαν, είπε ο μάρτυρας, σε τραπεζικό λογαριασμό του Μιχάλη Μιχαηλίδη.
Οι άλλες 5 επιταγές είναι αγνώστου ποσού, και αγνώστου παραλήπτη. Για αυτό και οι ερευνητές της υπόθεσης τις ονόμασαν «ορφανές».
Όπως παραδέχτηκε ο μάρτυρας κατηγορίας, οι επιταγές που φέρεται να εμβάστηκαν στον τραπεζικό λογαριασμό του Μιχάλη Μιχαηλίδη από τον αλ Ζαγιάντ με σκοπό, λέει, να παραδοθούν στη συνέχεια τα χρήματα στον Τσοχατζόπουλο, παρέμειναν άθικτες στη τράπεζα μέχρι και τις 31/12/2002.
«Άρα σίγουρα, μέχρι τότε, δεν μπορεί ο πρώην Υπουργός να πήρε από τον συγκεκριμένο λογαριασμό αυτά τα χρήματα», απεφάνθη η υπεράσπιση, και συμφώνησε ο μάρτυς.
Όμως, συμπλήρωσε, «γνωρίζοντας τον Τσοχατζόπουλο και τις τακτικές του, μπορεί το εν λόγω ποσό να του το έχει δώσει με άλλο τρόπο ο Μιχαηλίδης, να έχει επενδύσει π.χ. σε παράγωγα στην Κύπρο ή ό,τι άλλο».
«Δεν μας προξενεί καμία εντύπωση ότι ο Τσοχατζόπουλος αφήνει πάντα τα λεφτά που προορίζονται για αυτόν άθικτα σε διάφορους τραπεζικούς λογαριασμούς. Κάνει πολύ προσεκτικές κινήσεις, παίρνει μόνο μετρητά, και δεν βρίσκουμε πουθενά καμία υπογραφή του. Μελετώντας τον τρόπο που λειτουργεί, βρήκαμε κάποια εμβάσματα να έχουν σταλεί αλλού μετά από 7 χρόνια σε έναν λογαριασμό. Δεν μας είναι άγνωστη αυτή η τακτική του. Κάποια στιγμή, θα ζητήσει τα λεφτά που ξέρει ότι υπάρχουν κάπου», είπε ο κ. Βλάχος.
«Δηλαδή, θέλετε να πείτε ότι αυτά τα χρήματα των 3 επιταγών μπορεί να τα έδωσε μετά ο Μιχαηλίδης;», ρωτήθηκε ο μάρτυρας από τον συνήγορο υπεράσπισης του Ντίνου Μιχαηλίδη, Γιάννη Μαντζουράνη.
«Θα μπορούσε να τα είχε πάρει και από πριν, ας πούμε από λεφτά που είχαν οι Μιχαηλίδηδες στη Κύπρο», απάντησε ο μάρτυς ο οποίος, στην επόμενη ερώτηση, «έχετε έστω ένα στοιχείο που να πιστοποιεί, να αποδεικνύει ότι τα χρήματα που φέρεται να είναι στον λογαριασμό Μιχαηλίδη τα πήρε τελικά ο Τσοχατζόπουλος;», εκείνος απάντησε «όχι», συμπληρώνοντας, «όμως δεν έχουμε καμία αμφιβολία ότι τα πήρε».
Η υπεράσπιση δυσανασχέτησε και λαμβάνοντας υπόψη και την παραδοχή του μάρτυρος ότι δεν υπάρχει έγγραφο που να πιστοποιεί σχέση μεταξύ της εταιρείας Beeston (στο όνομα της οποίας εξέδωσε τις 3 επιταγές ο αλ Ζαγιάντ) και Μιχάλη Μιχαηλίδη, παρά μόνο ότι «το πιθανολογούμε βάσιμα», επισήμανε στο δικαστήριο ότι με υποθέσεις και εικασίες «δεν γίνονται δίκες».
Απαντώντας σε άλλη ερώτηση, ο Παναγιώτης Βλάχος αναφέρθηκε και στο γιατί ο Τσοχατζόπουλος άφησε άθικτα τα χρήματα που έβαλε ο αλ Ζαγιάντ στον τραπεζικό λογαριασμό του Μιχαηλίδη, ενώ ξόδεψε τα κατά πολύ περισσότερα χρήματα που εμβάστηκαν μέσω των εταιρειών Bluebell και P&A Investments, για αγορές ακινήτων στην Αθήνα και σ’ άλλες επενδύσεις.
Είπε ότι αυτά τα χρήματα μπήκαν σε δύο λογαριασμούς του Νίκου Ζήγρα, πρώτου εξαδέλφου και τότε στενού συνεργάτη του Τσοχατζόπουλου, στην τράπεζα Morgan Stanley και, επειδή, λέει, ο Ζήγρας ήταν σοβαρά άρρωστος ο πρώην υπουργός πιθανώς να σκέφτηκε ότι εάν πεθάνει, τα λεφτά δεν θα καταλήξουν σε αυτόν, αλλά ως κληρονομιά στις κόρες του Ζήγρα, και φρόντισε τότε να τα «καθαρίσει» εκείνα.
Το ποσό που, κατά τον κ. Βλάχο, κατατέθηκε στον λογαριασμό του Νίκου Ζηγρα ήταν 35 εκατ. ελβετικά φράγκα. Με αυτά τα χρήματα, είπε ο μάρτυρας, αγοράστηκαν σπίτια και μετοχές στην Ελλάδα από τον Τσοχατζόπουλο, τόσο για τον ίδιο όσο και για την κόρη του Αρετή.
Η δίκη διακόπηκε και θα συνεχιστεί την ερχόμενη Τρίτη, πάλι με την εξέταση του ειδικού επιστήμονα Παναγιώτη Βλάχου.
Ο τρίτος και τελευταίος μάρτυρας κατηγορίας είναι ο Νίκος Ζήγρας, που δεν εμφανίστηκε καθόλου στο δικαστήριο αυτήν την εβδομάδα, διότι θα υποβαλλόταν, όπως είπε ο συνήγορός του, σε προγραμματισμένη θεραπευτική αγωγή.