Γ. Ελεγκτής: Αρνείται το ΥΠΑΜ να δώσει στοιχεία – Προσφυγή στον INTOSAI

Ανακοίνωση της Ελεγκτικής Υπηρεσίας αναφορικά με άρνηση του Υπουργείου Άμυνας και του ΓΕΕΦ να παραδώσουν στην Ελεγκτική Υπηρεσία ζητηθέντα στοιχεία

Προσφυγή στον INTOSAI

  1. 1. Περί το τέλος Σεπτεμβρίου 2022, η Υπηρεσία μας έγινε δέκτης καταγγελίας ότι γόνοι κρατικών αξιωματούχων και άλλων προσώπων που ασκούν πολιτική επιρροή ή επώνυμων οικογενειών υπηρετούν κατά τη θητεία τους στην Εθνική Φρουρά υπό ευνοϊκές και προνομιακές συνθήκες στη διοίκηση του Υπουργείου Άμυνας και του ΓΕΕΦ, και μάλιστα σε θέσεις που ενδεχομένως να μην απαιτούνται αλλά να έχουν επί τούτου δημιουργηθεί, κάτι που θα σήμαινε σπατάλη δημόσιων πόρων, αφού η μετάθεση των οπλιτών αυτών από μονάδες της Εθνικής Φρουράς οδηγεί στη δημιουργία αναγκών που καλύπτονται με δημόσια δαπάνη από Συμβασιούχους Οπλίτες (ΣΥΟΠ). Για παράδειγμα, αριθμός οπλιτών φαίνεται να ασκούν καθήκοντα σε βοηθητικού τύπου υπηρεσίες στο γραφείο του Υπουργού και γενικότερα στον όροφο που στεγάζεται η ηγεσία του Υπουργείου και του ΓΕΕΦ, όπως προσφορά καφέδων και άλλων αφεψημάτων κ.λπ., τη στιγμή μάλιστα που στο ισόγειο του κτηρίου λειτουργεί παράρτημα της Λέσχης Αξιωματικών, στο οποίο επίσης είναι τοποθετημένοι κάποιοι εκ των οπλιτών αυτών.
  2. Μετά την έναρξη διερεύνησης της υπόθεσης, γίναμε από άλλη πηγή δέκτες πληροφοριών που ήταν πλέον συγκεκριμένες και αφορούσαν τους υιούς νυν και πρώην κρατικών αξιωματούχων και άλλων προσώπων που ασκούν πολιτική επιρροή, αλλά και άλλων επώνυμων προσώπων έστω κι αν δεν μπορεί να θεωρηθεί ότι κατέχουν θέση επιρροής. Είναι αξιοσημείωτο ότι, με βάση τις πληροφορίες μας, υιός Κρατικού Αξιωματούχου ολοκλήρωσε τη θητεία του τον Σεπτέμβριο του 2022 και αμέσως μετά τον διαδέχθηκε στο Υπουργείο Άμυνας σε τέτοια προνομιακή θέση ο πρώτος εξάδελφός του.
  3. 2. Θεωρώντας ότι ο έλεγχος θα ήταν ευχερές να γίνει με τη βοήθεια της ίδιας της διοίκησης του Υπουργείου Άμυνας και του ΓΕΕΦ, τους ενημερώσαμε αρχικά προφορικώς και στη συνέχεια, στις 5.10.2022, με μήνυμα ηλεκτρονικού ταχυδρομείου και ζητήσαμε κατάλογο με τους κληρωτούς στρατιώτες/αξιωματικούς που υπηρετούν στα γραφεία του Υπουργείου Άμυνας και του ΓΕΕΦ, με αναφορά για τον καθένα εάν, εξ όσων ήταν σε αυτούς γνωστό, έχουν οποιαδήποτε μορφή συγγένειας ή ιδιάζουσα σχέση με νυν ή πρώην κρατικούς αξιωματούχους ή υψηλόβαθμα στελέχη της Εθνικής Φρουράς.

Παρά τις αρχικές προφορικές διαβεβαιώσεις ότι τα στοιχεία θα δίνονταν, στις 9.1.2023 μάς ενημέρωσαν από το Υπουργείο Άμυνας ότι τελικά τα στοιχεία δεν θα μάς δίνονταν και ότι θα πρέπει να έχουν τη διακριτική ευχέρεια να επιλέγουν οι ίδιοι τους οπλίτες που θα τους πλαισιώνουν.

  1. 3. Στις 13.1.2023, λόγω της πιο πάνω άρνησης παραχώρησης των ζητηθέντων στοιχείων, που με βάση τη σχετική νομοθεσία περί καταθέσεως στοιχείων στον Γενικό Ελεγκτή συνιστά ποινικό αδίκημα, καταγγείλαμε την υπόθεση στον Γενικό Εισαγγελέα. Την ίδια ημέρα, διαβιβάσαμε καταγγελία στην Ανεξάρτητη Αρχή κατά της Διαφθοράς, ώστε, ασκώντας τις εκ του νόμου αρμοδιότητές της, να αποφασίσει αν συντρέχουν λόγοι διερεύνησης του ενδεχομένου διάπραξης των ποινικών αδικημάτων που προβλέπονται στα άρθρα 105 («Κατάχρηση εξουσίας») και 105Α («Επηρεασμός αρμόδιας αρχής») του Μέρους ΙΙΙ του Ποινικού Κώδικα («Αδικήματα εναντίον της άσκησης νόμιμης εξουσίας»).
  2. Στις 13.2.2023, ο Γενικός Εισαγγελέας με σχετική επιστολή του μας ενημέρωσε ότι ο ίδιος δεν διαπιστώνει επαρκή θεμελίωση του αιτήματός μας για πρόσβαση στα ζητούμενα στοιχεία. Ειδικότερα, ενώ ο Γενικός Εισαγγελέας αναγνώρισε ότι η εξέταση ενός θέματος που οδηγεί σε σπατάλη δημοσίων πόρων εμπίπτει στο πλαίσιο άσκησης των καθηκόντων μας, εντούτοις αποφάσισε να ενεργήσει ο ίδιος ως ελεγκτική αρχή και, στο πλαίσιο αυτό, ζήτησε και έλαβε πληροφόρηση και στοιχεία από το Υπουργείο Άμυνας. Στη βάση αυτών δεν διαπίστωσε ο ίδιος αύξηση των αναγκών της Εθνικής Φρουράς σε ΣΥΟΠ. Ουσιαστικά, αντί την αξιολόγησή του εάν διαπιστώνεται αύξηση αναγκών σε ΣΥΟΠ, που θα σήμαινε σπατάλη ή/και θα οδηγούσε σε αυξημένες δαπάνες, να τη διενεργήσει η καθ’ ύλην αρμόδια Υπηρεσία του κράτους μας που είναι η Ελεγκτική Υπηρεσία, τη διενήργησε η Νομική Υπηρεσία, υποκαθιστώντας τη δική μας κρίση με τη δική της, πράγμα που θεωρούμε ανεπίτρεπτο.

Η πιο πάνω απόφαση του Γενικού Εισαγγελέα λήφθηκε με την ιδιότητά του ως δημόσιος κατήγορος και η σχετική με το θέμα αυτό εξουσία του είναι ανέλεγκτη με βάση το Σύνταγμα.

Σημειώνουμε επ’ αυτού ότι, όταν κατά ανάλογο τρόπο το 2009 το Τμήμα Εμπορικής Ναυτιλίας είχε αρνηθεί την παραχώρηση στοιχείων στην τότε Γενική Ελέγκτρια, ο Γενικός Εισαγγελέας Πέτρος Κληρίδης είχε ξεκαθαρίσει ότι όταν ο Γενικός Ελεγκτής κρίνει πως χρειάζεται στοιχεία στο πλαίσιο ελέγχου του «η κρίση αυτή του Γενικού Ελεγκτή είναι εκτός του ελέγχου της Νομικής Υπηρεσίας».

  1. 5. Ανεξάρτητα από τα πιο πάνω που αφορούν υπονόμευση της ανεξαρτησίας της Υπηρεσίας μας από τις ανέλεγκτες εξουσίες που το Σύνταγμα παρέχει στον Γενικό Εισαγγελέα, κρίναμε ότι, εφόσον υπήρξε αλλαγή στη διακυβέρνηση της χώρας, θα μπορούσαμε, εν πάση περιπτώσει, να διεκπεραιώσουμε τον έλεγχο με την ανάληψη της εξουσίας από τη νέα Κυβέρνηση. Η ελπίδα μας ότι το θέμα θα τύγχανε διαφορετικής αντιμετώπισης βασίστηκε στις προεκλογικές δεσμεύσεις του Προέδρου της Δημοκρατίας. Συγκεκριμένα, στον Πυλώνα «Πολιτεία» – «Ανασύνταξη του Κράτους», καταγράφονται μεταξύ άλλων τα ακόλουθα:

«Η διαχρονική ύπαρξη του φαινομένου της διαφθοράς έχει εμπεδωθεί στη συνείδηση των πολιτών όπως αποτυπώνεται ξεκάθαρα και σε σχετικές έρευνες. Αναμφίβολα, η διαφθορά, ως σύνθετο φαινόμενο, βρίσκεται σε μια αμφίδρομη σχέση αλληλοτροφοδότησης με τις πελατειακές σχέσεις. Την ίδια στιγμή, η διαφθορά είναι συνυφασμένη και με την έλλειψη λογοδοσίας και διαφάνειας, την υπονόμευση των θεσμών και τη διάβρωση των παραδοσιακών κοινωνικών αξίων.»

Στη συγκεκριμένη περίπτωση, η σχετική νομοθεσία είναι σαφής. Με βάση το άρθρο 66 του περί Εθνικής Φρουράς Νόμου (Ν.19(I)/2011), κάθε τοποθέτηση, μετάθεση και απόσπαση οπλίτη ή στρατεύσιμου ανάλογα με την περίπτωση, σε μονάδα ή υπηρεσία της Δύναμης διενεργείται με βάση τις υπηρεσιακές και επιχειρησιακές ανάγκες και σύμφωνα με σύστημα μοριοδότησης. Ο δε κάθε συμπολίτης μας μπορεί να αντιληφθεί ότι το θέμα άπτεται βασικών αρχών ισονομίας και ισοπολιτείας και των γενικών αρχών χρηστής διοίκησης.

  1. Δυστυχώς, ο νέος Υπουργός Άμυνας, μετά από συνεννόηση με τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας, αποφάσισε να αρνηθεί και αυτός την πρόσβασή μας στα σχετικά στοιχεία. Το θέμα είναι εξόχως σοβαρό αφού, με βάση τα στοιχεία της καταγγελίας, από τον έλεγχο επηρεάζεται κρατικός αξιωματούχος και εν ενεργεία Υπουργός. Είναι επίσης σημαντικό ότι, εφόσον πρόθεσή μας ήταν να επεκτείνουμε τον έλεγχο μέχρι το 2020, αντικείμενο ελέγχου θα ήταν και η περίοδος που Υπουργός Άμυνας ήταν ο νυν Βοηθός Γενικού Εισαγγελέα.
  2. Εφόσον η μισθοδοσία των οπλιτών της Εθνικής Φρουράς (κληρωτών και συμβασιούχων) καλύπτεται από δημόσιους πόρους, μέσω του Κρατικού Προϋπολογισμού, τότε αδιαμφισβήτητα η αξιοποίηση των πόρων αυτών, με τον πιο οικονομικό, αποδοτικό και αποτελεσματικό τρόπο, ώστε να αποφεύγονται σπατάλες, υπόκειται στον έλεγχο του Γενικού Ελεγκτή. Αυτό άλλωστε επιτάσσει και το άρθρο 7 του Ν. 113(Ι)/2002, που τιτλοφορείται «Άρση αμφιβολιών για εξουσία Γενικού Ελεγκτή» και αναφέρει ότι:

«Προς αποφυγή οποιασδήποτε αμφιβολίας, με τον παρόντα Νόμο δηλώνεται ότι ο Γενικός Ελεγκτής έχει εξουσία και δύναται να διεξάγει διαχειριστικό έλεγχο σε Υπουργείο, ή τμήμα ή υπηρεσία του, σε οποιοδήποτε νομικό πρόσωπο δημοσίου δικαίου, δήμο, κοινοτικό συμβούλιο ή σε άλλο ταμείο ή οργανισμό που ελέγχεται από αυτόν, για να διαπιστώσει αν οι πιο πάνω λειτουργούν και χρησιμοποιούν τους διαθέσιμους πόρους τους με οικονομικό, αποδοτικό και αποτελεσματικό τρόπο.» (υπογράμμιση δική μας).

Υπομνύουμε επίσης για ακόμα μια φορά ότι τα Πρότυπα του Διεθνούς Οργανισμού Ανώτατων Ελεγκτικών Ιδρυμάτων (INTOSAI), τα οποία, μεταξύ άλλων, καθορίζουν με λεπτομέρεια την έννοια του δημόσιου ελέγχου, αναφέρουν ρητά ότι ο διαχειριστικός έλεγχος, όπως εκτελείται από τα Ανώτατα Ελεγκτικά Ιδρύματα, είναι η ανεξάρτητη, αντικειμενική και αξιόπιστη εξέταση τού κατά πόσον οι κρατικές επιχειρήσεις, συστήματα, λειτουργίες, προγράμματα, δραστηριότητες ή οργανισμοί λειτουργούν σύμφωνα με τις αρχές της οικονομίας, της αποδοτικότητας και της αποτελεσματικότητας και κατά πόσον υπάρχουν περιθώρια βελτίωσης (ISSAI 300, παρ. 9). Προχωρώντας να επεξηγήσει τις τρεις βασικές αρχές της οικονομίας, αποτελεσματικότητας και αποδοτικότητας, αναφέρει ότι η αρχή της αποτελεσματικότητας σημαίνει την αξιοποίηση, στο έπακρο, των διαθέσιμων πόρων, ασχολείται δηλαδή με τη σχέση μεταξύ των χρησιμοποιούμενων πόρων και των αποτελεσμάτων που παραδίδονται όσον αφορά την ποσότητα, την ποιότητα και το χρονοδιάγραμμα (ISSAI 300 παρ. 11).

Με βάση τα πιο πάνω, είναι ξεκάθαρο ότι ο Γενικός Ελεγκτής είναι αρμόδιος να εξετάζει την αξιοποίηση των δημόσιων πόρων με τον πιο αποτελεσματικό, αποδοτικό και οικονομικό τρόπο. Αδιαμφισβήτητο είναι επίσης και το ότι οι δαπάνες προσωπικού γενικότερα, αλλά και οι δαπάνες που αφορούν στους οπλίτες της Εθνικής Φρουράς ειδικότερα, που καλύπτονται από δημόσιους πόρους, εμπίπτουν στο πλαίσιο αυτό. Εξ άλλου, σε μεγάλο αριθμό Εκθέσεών μας, διαχρονικά, αναφερόμαστε σε θέματα αξιοποίησης ανθρώπινου δυναμικού. Ειδικά, μάλιστα, για το Υπουργείο Άμυνας έχουμε αναφερθεί επανειλημμένα σε θέματα αξιοποίησης αξιωματικών του Κυπριακού Στρατού σε γραφειακά καθήκοντα στη διοίκηση του Υπουργείου, και το ίδιο το Υπουργείο, όχι μόνο δεν αμφισβήτησε την αρμοδιότητά μας αυτή, αλλά μας παρείχε όλες τις σχετικές πληροφορίες που κρίναμε αναγκαίες να ζητήσουμε.

Παρά τα πιο πάνω, η Κυβέρνηση θεωρεί τον Γενικό Ελεγκτή ως αναρμόδιο να ασχοληθεί με το θέμα, ιδιαίτερα όσον αφορά στην απασχόληση οπλιτών σε μη επιχειρησιακά καθήκοντα, αλλά σε καθήκοντα παρασκευής ροφημάτων ή γραφειακά καθήκοντα.

  1. 8. Οι αρχές ανεξαρτησίας των Ανωτάτων Ελεγκτικών Ιδρυμάτων περιλαμβάνονται στη Διακήρυξη του Μεξικού (“The Mexico Declaration”) που υιοθετήθηκε, μαζί με τη Διακήρυξη της Λίμα (“The Lima Declaration”) από τις Αποφάσεις της Γενικής Συνέλευσης του ΟΗΕ με αρ. 66/209 και ημερ. 22.12.2011 και με αρ. 69/228 και ημερ. 19.12.2014. Οι οκτώ πυλώνες των αρχών ανεξαρτησίας είναι οι ακόλουθοι:

i. Η ύπαρξη ενός κατάλληλου και αποτελεσματικού συνταγματικού/νομικού πλαισίου και η εφαρμογή στην πράξη των προνοιών αυτού.

ii. Η ανεξαρτησία των επικεφαλής των ΑΕΙ, περιλαμβανομένης της ασφάλειας εργοδότησης και της νομικής ασυλίας κατά τη συνήθη άσκηση των καθηκόντων τους.

iii. Ένα ικανοποιητικώς ευρύ φάσμα όρων εντολής και διακριτικής εξουσίας, κατά την εκπλήρωση των αρμοδιοτήτων του ΑΕΙ.

iv. Χωρίς περιορισμούς πρόσβαση στην πληροφόρηση.

v. Το δικαίωμα και υποχρέωση για ετοιμασία εκθέσεων επί των ευρημάτων.

vi. Η ελευθερία να αποφασίζει το ίδιο το ΑΕΙ το περιεχόμενο και τον χρόνο ετοιμασίας, έκδοσης και δημοσιοποίησης των εκθέσεων ελέγχου.

vii. Η ύπαρξη ενός ικανοποιητικού μηχανισμού συμμόρφωσης με τις συστάσεις του ΑΕΙ.

viii. Οικονομική και διοικητική αυτονομία και η διαθεσιμότητα του κατάλληλου ανθρώπινου δυναμικού και οικονομικών πόρων.

Στην προκειμένη περίπτωση, η Κυβέρνηση παραβιάζει κατάφωρά τον πυλώνα (iv) που αφορά την πρόσβαση στην πληροφόρηση.

  1. 9. Έχουμε κατ’ επανάληψη εξηγήσει τη σημασία της διαφύλαξης των αρχών ανεξαρτησίας, ως εκ των ων ουκ άνευ προϋπόθεση για υγιή χρηματοοικονομική διαχείριση και πάταξη της ακμάζουσας διαφθοράς.

Το θέμα της ανεξαρτησίας είναι τόσο σημαντικό ώστε ο INTOSAI έχει εγκαθιδρύσει τον μηχανισμό SIRAM (SAI Independence Rapid Advocacy Mechanism) για την ταχεία παρέμβαση σε χώρες στις οποίες απειλείται η ανεξαρτησία της Ελεγκτικής Υπηρεσίας. Αυτό το μηχανισμό είχε χρησιμοποιήσει και η Υπηρεσία μας το 2020 και μέσω αυτού ο INTOSAI είχε εκδώσει στις 24.2.2021 τη γνωστή ανακοίνωσή του, με την οποία δικαιώθηκε πλήρως η Υπηρεσία μας.

Τον ίδιο μηχανισμό σκοπεύουμε να ενεργοποιήσουμε άμεσα με σχετική ενημέρωση που θα διαβιβάσουμε. Είναι μάλιστα σημαντικό ότι, για περαιτέρω ενίσχυση του μηχανισμού αυτού, ο INTOSAI έχει προγραμματίσει για τις 24-28 Απριλίου 2023 συνάντηση τεχνοκρατών του με τους Γενικούς Ελεγκτές κάποιων χωρών που κρίθηκε ότι μπορεί να συνεισφέρουν στην ενδυνάμωση του θεσμού, μεταξύ των οποίων και του Γενικού Ελεγκτή της Κυπριακής Δημοκρατίας.

  1. 10. Παράλληλα, και δεδομένου ότι η πλήρης εφαρμογή των προτύπων του INTOSAI είναι μέρος του κοινοτικού κεκτημένου, για το θέμα αυτό η Υπηρεσία μας θα ενημερώσει τόσο την Ευρωπαϊκή Επιτροπή, η οποία εντός των επόμενων ημερών θα έχει συναντήσεις στην Κύπρο για το θέμα του κράτους δικαίου (rule of law), όσο και την Επιτροπή Επαφών της Ευρωπαϊκής Ένωσης που αποτελεί την αυτόνομη, ανεξάρτητη και μη πολιτική συνέλευση των επικεφαλής του Ευρωπαϊκού Ελεγκτικού Συνεδρίου και των Ανώτατων Ελεγκτικών Ιδρυμάτων των 27 Κρατών Μελών της Ευρωπαϊκής Ένωσης, της οποίας μάλιστα η Κύπρος θα προεδρεύει κατά το 2024.
  2. 11. Δυστυχώς, η μεν προηγούμενη Κυβέρνηση μας παρεμπόδισε προσωρινά (για ένα περίπου χρόνο) στον έλεγχο των φακέλων του Κυπριακού Επενδυτικού Προγράμματος, η δε παρούσα Κυβέρνηση, ακόμη χειρότερα, μας αρνείται μόνιμα τον έλεγχο της διαχείρισης ανθρώπινων πόρων (που ως αντικείμενο ελέγχου εμπίπτει στον σκληρό και αδιαμφισβήτητο πυρήνα των δραστηριοτήτων μας), σε ένα θέμα που παραπέμπει σε φαινόμενα διαφθοράς και ρουσφετιού. Για τούτο εκφράζουμε τη λύπη μας.