Η Βρετανία δεν έχει για «τίποτα να απολογηθεί» για τα Γλυπτά του Παρθενώνα και θα πρέπει να μην υποκύψει στις πιέσεις για την επιστροφή τους στην Ελλάδα, λέει κορυφαία δεξαμενή σκέψης στο Ηνωμένο Βασίλειο.
Η Policy Exchange παρουσίασε μια έκθεση σχετικά με τα Γλυπτά πριν από τη συνεδρίαση των διαχειριστών του Βρετανικού Μουσείου αργότερα αυτή την εβδομάδα, μια συνεδρίαση που θα περιλαμβάνει στην ατζέντα και το επίμαχο ζήτημα των γλυπτών του Παρθενώνα.
Το Policy Exchange είναι μια βρετανική συντηρητική δεξαμενή σκέψης- think tank- με έδρα το Λονδίνο. Το 2007 περιγράφηκε στην Daily Telegraph ως «το μεγαλύτερο, αλλά και το πιο επιδραστικό think tank στo χώρο της δεξιάς». Είναι βασικό εργαλείο χάραξης της πολιτικής στο νησί.
Μια λύση για τα γλυπτά του Παρθενώνα
Ο Τζορτζ Όσμπορν, πρόεδρος του Βρετανικού μουσείου, έχει εξετάσει το ενδεχόμενο επιστροφής των αρχαιοτήτων ηλικίας 2.500 ετών στην πατρίδα τους στο πλαίσιο μιας «πολιτιστικής ανταλλαγής». Όμως η βρετανική νομοθεσία εμποδίζει το μουσείο να χαρίζει αντικείμενα της συλλογής του. Σύμφωνα δε με τη συζήτηση που έχει ανοίξει το τελευταίο διάστημα, ύστερα και από τις επίμονες προσπάθειες της ελληνικής κυβέρνησης για επιστροφή των μαρμάρων η επικρατέστερη άποψη είναι ότι τυχόν επιστροφή των γλυπτών εμπίπτει στην ευθύνη της βρετανικής κυβέρνησης.
Γλυπτά του Παρθενώνα στο Βρετανικό Μουσείο/ Φωτογραφία AP
Ο Όσμπορν, που έχει συναντηθεί για το θέμα των Γλυπτών του Παρθενώνα με τον Κυριάκο Μητσοτάκη, ανέφερε σε άρθρο του πρόσφατα ότι διερευνάται με την ελληνική πλευρά τρόπος να επιλυθεί το ζήτημα «ώστε τα Γλυπτά να εκτίθενται τόσο στο Λονδίνο όσο και στην Αθήνα, ενώ θησαυροί που βρίσκονται αυτή τη στιγμή στην Ελλάδα μπορούν να βρουν νέο κοινό εδώ».
Τα Μάρμαρα, που πήρε ο Λόρδος Έλγιν από την Ακρόπολη της Αθήνας στις αρχές του 19ου αιώνα, όταν εκτελούσε τα διπλωματικά του καθήκοντα στην Οθωμανική Αυτοκρατορία, βρίσκονται εδώ και καιρό στο επίκεντρο της διαμάχης μεταξύ Ελλάδας και Βρετανίας.
«Δεν υπάρχει τίποτα για το οποίο πρέπει να απολογηθούμε»
Αλλά ο ιστορικός Σερ Νόελ Μάλκολμ, ο οποίος συνέταξε την έκθεση για το Policy Exchange, λέει ότι ο ισχυρισμός ότι η αφαίρεση των γλυπτών από τον Έλγιν ήταν παράνομη είναι ψευδής. Αντίθετα, είναι αλήθεια ότι οι ενέργειές του έσωσαν τα Μάρμαρα από σοβαρές ζημιές, κατακερματισμό και καταστροφή, γράφει δημοσίευμα της Daily Mail. Υποστηρίζει επίσης ότι ο ισχυρισμός ότι η ελληνική ταυτότητα πλήττεται ουσιαστικά από την απουσία τους από τη χώρα είναι υπερβολικός.
Ο Σερ Νόελ, ανώτερος ερευνητής του All Souls College της Οξφόρδης, μάλιστα δήλωσε: «Τα Ελγίνεια Μάρμαρα είναι τα κοσμήματα του Στέμματος του Βρετανικού Μουσείου, ενός εθνικού μουσείου με παγκόσμια αποστολή. Θα πρέπει να αισθανόμαστε υπερήφανοι για την ικανότητά μας να τα παρουσιάζουμε στον κόσμο στο Λονδίνο. Δεν υπάρχει τίποτα για το οποίο πρέπει να απολογηθούμε εδώ».
Η έκθεση υποστηρίζει επίσης ότι θα υπήρχε σημαντικός κίνδυνος μη επιστροφής των Μαρμάρων στην Βρετανία αν τα Μάρμαρα δίνονταν με τη μορφή δανεισμού στην Ελλάδα.
Δημοσκόπηση που ανατέθηκε ξεχωριστά από την Policy Exchange αποκάλυψε ότι μόνο το 11% του κοινού πιστεύει ότι τα Ελγίνεια Μάρμαρα θα επέστρεφαν στο Λονδίνο στο τέλος της περιόδου δανεισμού.
To εμβληματικό μουσείο της Ακρόπολης στην Αθήνα/ Φωτογραφία AP
Ο Ρίσι Σούνακ έχει αποκλείσει το ενδεχόμενο επιστροφής
Αυτό συμβαίνει αφού ο Ρίσι Σουνάκ την περασμένη εβδομάδα κατέστησε μάλλον αδύνατη την ιδέα ότι μπορεί να σταλούν στην Ελλάδα και υποστήριξε ότι δεν υπάρχουν «σχέδια» για την αλλαγή του νόμου που τα κρατά στη Βρετανία.
Η έκθεση συνιστά στην κυβέρνηση να επιβεβαιώσει την υποστήριξή της για τη διατήρηση των Μαρμάρων και να μην προβεί σε καμία αλλαγή στον ισχύοντα νόμο. Προσθέτει ότι το Βρετανικό Μουσείο θα πρέπει να αναθεωρήσει την πολιτική δανεισμού του, αποκλείοντας ρητά τα δάνεια σε χώρες που δεν αναγνωρίζουν την κυριότητα του μουσείου για τα εν λόγω αντικείμενα.
Υποστηρίζοντας την έκθεση, ο βουλευτής των Τόρις Tim Loughton, πρόεδρος της διακομματικής κοινοβουλευτικής ομάδας του Βρετανικού Μουσείου, δήλωσε ότι οι πρόσφατες εκκλήσεις να δοθούν τα Μάρμαρα στην Ελλάδα είναι «άστοχες και επικίνδυνες και απειλούν να ανοίξουν τις πύλες για τη λεηλασία των διεθνούς εμβέλειας θεσμών μας».