Την ανησυχία τους σε σχέση με «το δικαίωμα στη σιωπή» στο πλαίσιο και της ανακοίνωσης της Αρχής κατά της Διαφθοράς, για το θέμα του Αξιωματικού της Αστυνομίας, Μιχάλη Κατσουνωτού, και την άρνηση του Γενικού Εισαγγελέα της Δημοκρατίας να υιοθετήσει την πρόταση της Αρχής για δίωξή του εξέφρασαν κατά τη διάρκεια της συνεδρίας της Κοινοβουλευτικής Επιτροπής Θεσμών, Αξιών και Επιτρόπου Διοικήσεως τόσο μέλη της Επιτροπής όσο και η Αρχή κατά της Διαφθοράς.
Εντός της Επιτροπής, υπό την Προεδρία του Βουλευτή, Δημήτρη Δημητρίου (ΔΗΣΥ), η Βουλεύτρια του ΑΚΕΛ, Ειρήνη Χαραλαμπίδου, η οποία ενέγραψε αυτεπάγγελτα το θέμα στην Επιτροπή, δήλωσε ότι με πρωτοβουλία δική της κλήθηκε στην Επιτροπή Θεσμών η Αρχή κατά της Διαφθοράς και το θέμα ήταν η υπόθεση που εκκρεμούσε σε σχέση με απόφαση του Γενικού Εισαγγελέα για το εάν θα διώξει ή όχι τον Μιχάλη Κατσουνωτό.
«Η Αρχή είχε ζητήσει τη ποινική του δίωξη από τον Γενικό Εισαγγελέα. Το γεγονός ότι πέρασαν τόσοι μήνες από την ημέρα που υποβλήθηκε το αίτημα της Αρχής και δεν υπήρχε ανταπόκριση από τη Νομική Υπηρεσία, προκάλεσε την ανησυχία μας, για το τι συμβαίνει με αυτό το θέμα. Σήμερα το πρωί μελέτησα την ανακοίνωση της Αρχής που ξεκάθαρα είπε ότι ο Γενικός Εισαγγελέας της Δημοκρατίας αρνείται να προχωρήσει στη δίωξη Κατσουνωτού», ανέφερε η κ. Χαραλαμπίδου και πρόσθεσε πως, «με εκτεταμένη τοποθέτηση της, η Αρχή απορρίπτει τις δηλώσεις και τις θέσεις του Γενικού Εισαγγελέα και υποδεικνύει και τον κίνδυνο, ότι με τη θέση που πήρε ο Γενικός Εισαγγελέας, θα προτάσσουν πλέον, όλοι όσοι καλούνται να δώσουν μαρτυρία στην Επιτροπή, το δικαίωμα της σιωπής».
Η κ. Χαραλαμπίδου υπενθύμισε ότι ο Νόμος, δίνει το δικαίωμα της σιωπής μόνο σε περίπτωση αυτοενοχοποίησης σημειώνοντας ότι και σε αυτή την περίπτωση ο κ. Κατσουνωτός απλώς κλήθηκε για να απαντήσει σε κάποιες ερωτήσεις. «Είναι εμφανές από την ανακοίνωση της Αρχής, ότι ο Γενικός Εισαγγελέας, έκανε το έξτρα μίλι για να καλύψει την απόφασή του να μη διώξει τον κ. Κατσουνωτό», είπε.
Από πλευράς του, ο Επίτροπος Διαφάνειας και Επικεφαλής της Αρχής κατά της διαφθοράς, Χάρης Πογιατζής, είπε ότι η σημερινή ανακοίνωση της Αρχής είχε δύο σκοπούς. Πρώτον, όπως ανέφερε, να ενημερώσει την κοινωνία για το τι συμβαίνει σχετικά με την υπόθεση του εν λόγω Αξιωματικού της Αστυνομίας.
Δεύτερον, συνέχισε, να εκφραστεί η ανησυχία της Αρχής ότι εάν υπάρχει αυτή η τοποθέτηση από τον Γενικό Εισαγγελέα «ότι δηλαδή ο νόμος της Αρχής πάσχει, διότι πρέπει να δίνεται το δικαίωμα της σιωπής και η εφίσταση της προσοχής στον νόμο με βάση τους δικαστικούς κανόνες σε διαδικασίες ενώπιον της Αρχής -με την οποία εμείς διαφωνούμε-, διότι δεν είναι ανάκριση που κάνουμε, είναι έρευνα που κάνουμε».
«Εάν του δίνουμε το δικαίωμα της σιωπής, ενώ ο νόμος λέει ότι πρέπει να απαντά, τι θα του λέει ο ερευνώντας λειτουργός;» διερωτήθηκε ο κ. Πογιατζής σημειώνοντας ότι θα προκαλείται σύγχυση. Το μόνο δικαίωμα το οποίο έχει, συνέχισε, είναι να μην απαντήσει σε ερωτήσεις που τείνουν να τον ενοχοποιήσουν.
«Δεν μπορεί να έρχεται και να λέει δεν απαντάω σε καμία ερώτηση. Επομένως, εκφράζουμε αυτή την ανησυχία διότι εάν σε μελλοντικές έρευνες βρεθούν ύποπτοι και ζητήσουμε την ποινική τους δίωξη, ο Γενικός Εισαγγελέας με αυτή την στάση την οποία τήρησε θα μας πει ότι δεν τηρήθηκαν τα συνταγματικά δικαιώματα και σταματώ οποιαδήποτε ανάκριση», σημείωσε.
Ο κ. Πογιατζής επεσήμανε την ανάγκη για ύπαρξη μηχανισμού για συμμόρφωση. Σημείωσε ότι «δεν βρήκαμε ανταπόκριση από τη Νομική Υπηρεσία» και εξέφρασε την πεποίθηση ότι «έχουμε το δικαίωμα να καταχωρήσουμε ιδιωτικές ποινικές ως κατήγοροι, εφόσον δεν υπάρχει ανταπόκριση από τον Γενικό Εισαγγελέα, μόνο για υποθέσεις όμως που αφορούν παρακοή των διατάξεων του νόμου».
Απαντώντας σε ερωτήματα των Βουλευτριών Ειρήνης Χαραλαμπίδου (ΑΚΕΛ) και Αλεξάνδρας Ατταλίδου (Ανεξάρτητη) για το θέμα των πληροφοριοδοτών («whistleblowers») ο κ. Πογιατζής είπε ότι επειδή η Αρχή λαμβάνει και ανώνυμες καταγγελίες, οποιοσδήποτε προσέλθει ενώπιον της Αρχής είτε επώνυμα είτε ανώνυμα, όλες οι καταγγελίες του θα διερευνηθούν.
«Δεν υπάρχει καταγγελία που δεν πρόκειται να ερευνηθεί», ανέφερε. Πρόσθεσε ότι κανένα κράτος-μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης δεν έχει καταφέρει να παράσχει προστασία στους «whistleblowers» και τους δίνει ένα δικαίωμα να αποζημιωθούν αφού τελειώσει η υπόθεση. Δήλωσε ότι πρακτικά δεν παρέχεται προστασία σε αυτούς που καταγγέλλουν διαφθορά στο εργασιακό περιβάλλον ή για άλλα θέματα.
Παράλληλα, μιλώντας για τις ανακριτικές εξουσίες ο κ. Πογιατζής είπε ότι «γνωρίζουμε την πρόταση που εκκρεμεί εδώ και αρκετό καιρό και η θέση μας είναι ότι θα ήταν καλύτερα να αποκτήσουμε ανακριτικές εξουσίες». Πρόσθεσε ότι «εάν αποκτήσουμε ανακριτικές εξουσίες σημαίνει ότι θα πρέπει να βρούμε ανακριτές, να τους εκπαιδεύσουμε και να αλλάξουμε πλήρως την δομή της Αρχής. Αλλά είμαστε υπέρ, γιατί θα αυξήσει τις εξουσίες της Αρχής».
Ο κ. Πογιατζής είπε ότι μέχρι σήμερα υπάρχουν 192 καταχωρημένες καταγγελίες, ενώ υπογράμμισε το ζήτημα της έλλειψης προσωπικού στην Αρχή. Σημείωσε ότι τα αποτελέσματα των ερευνών αναρτώνται στην ιστοσελίδα.
Ερωτηθείς από τον Βουλευτή του ΔΗΚΟ, Ζαχαρία Κουλία, για το εάν έχει διαπιστωθεί ότι γίνονται καταγγελίες εσκεμμένα ή κακόβουλα προκειμένου να στοχοποιηθούν άτομα, ο κ. Πογιατζής απάντησε ότι «δεν έχουμε διαπιστώσει κάτι τέτοιο, αλλά βλέπουμε μια υπερπροθυμία κάποιων μόλις ακούσουν κάτι να το καταγγείλουν». Υπέδειξε ότι υπάρχει το στάδιο της προκαταρκτικής εξέτασης προκειμένου να ελέγχονται εξ αρχής η εγκυρότητα των καταγγελιών.
Μετά το τέλος της συνεδρίας της Επιτροπής η κ. Χαραλαμπίδου υπενθύμισε ότι το δικαίωμα της σιωπής, έχουν δικαίωμα να το επικαλούνται σε περίπτωση ανακρίσεων, άτομα τα οποία κατηγορούνται, και όχι άτομα τα οποία καλούνται στην Αρχή κατά της Διαφθοράς για να δώσουν την άποψη τους ή να απαντήσουν σε διάφορα ερωτήματα προκειμένου να πραγματοποιηθεί το έργο της Αρχής, που είναι η διαφάνεια.
Σημείωσε ότι η συγκεκριμένη υπόθεση είναι υψίστης σημασίας γιατί, όπως είπε, ο Γενικός Εισαγγελέας οδηγεί για ανάρμοστη συμπεριφορά τον Γενικό Ελεγκτή της Δημοκρατίας στα δικαστήρια. «Και μία από τις βασικές υποθέσεις που επικαλούνται, είναι η καταγγελία του Γενικού Ελεγκτή για την υπόθεση του Σάββα Αγγελίδη, όπου δόθηκε με χρήση του ανέλεγκτου αναστολή ποινικής δίωξης σε πρώην πελάτη του γραφείου του. Η μαρτυρία του κ. Κατσουνωτού ήταν καθοριστική», είπε.
Συνεπώς, συνέχισε, τίθεται το ερώτημα για το εάν υπάρχει ή όχι σύγκρουση συμφέροντος να δίνει αναστολή ο Γενικός Εισαγγελέας και ο Βοηθός του σε ποινική δίωξη που αιτείται η Αρχή κατά της Διαφθοράς σε πρόσωπο το οποίο αρνούμενο να δώσει μαρτυρία δεν συνεργάστηκε προκειμένου να έχει μια ολοκληρωμένη θέση η Αρχή κατά της Διαφθοράς στο πόρισμά της.
Η κ. Χαραλαμπίδου επεσήμανε ότι η Βουλή θα πρέπει να προχωρήσει με αναθεώρηση του συντάγματος για τροποποίηση του άρθρου 113α με σκοπό τον διαχωρισμό των εξουσιών του Γενικού Εισαγγελέα.
Από πλευράς της η ανεξάρτητη Βουλεύτρια, Αλεξάνδρα Ατταλίδου, εξέφρασε την έκπληξή της για την απόφαση του Γενικού Εισαγγελέα λέγοντας ότι «δυστυχώς με τις αποφάσεις του κάθε άλλο παρά εξυπηρετεί το δημόσιο συμφέρον».
Μιλώντας για την ανάγκη ανακριτικών εξουσιών στην Αρχή κατά της Διαφθοράς η κ. Ατταλίδου είπε ότι δόθηκε αγώνας για να δοθούν έστω και εκ των ύστερων ανακριτικές εξουσίες στην Αρχή κατά της Διαφθοράς με την πρόταση νόμου να είναι κατατιθέμενη από τον Σεπτέμβριο του 2022 και μέχρι σήμερα δεν τέθηκε στο πινάκιο της Επιτροπής για συζήτηση.
Πηγή: ΚΥΠΕ