Έκθεση ΟΟΣΑ για κοινή δράση αντιμετώπισης του Αλτσχάιμερ

Τρόπους αντιμετώπισης χρόνιων διαταραχών του εγκεφάλου, όπως το Αλτσχάιμερ, μέσω μιας κοινής διεθνούς προσέγγισης, προτείνει πρόσφατη έκθεση του ΟΟΣΑ, σύμφωνα με την οποία οι ασθένειες αυτές θα αποτελούν στο μέλλον το νούμερο ένα πρόβλημα παγκοσμίως, επηρεάζοντας άμεσα 100 εκ. άτομα ως το 2050.

Όπως αναφέρει η έκθεση οι δημογραφικές τάσεις, όπως η γήρανση του πληθυσμού διεθνώς, οδηγούν σε μια άνευ προηγουμένου αύξηση της ζήτησης για υπηρεσίες υγείας. Εκφράζεται παράλληλα η θέση ότι τα συστήματα υγείας παγκοσμίως θα αντιμετωπίσουν σύντομα μια σοβαρή κρίση ως αποτέλεσμα της σημαντικής αύξησης της αγοράς υγείας, σε ένα περιβάλλον όπου οι πόροι συρρικνώνονται.

Μετά από τρεις δεκαετίες προσπαθειών για να κατανοηθεί το πώς λειτουργεί ο εγκέφαλος και οι λόγοι που κρύβονται πίσω από τις νευροεκφυλιστικές ασθένειες, η διεθνής επιστημονική κοινότητα υποστηρίζει τις προσπάθειες που καταβάλλονται για να προωθηθεί κοινή παγκόσμια στρατηγική για το θέμα.

Θεωρεί ότι ένα ευρύ φάσμα παρεμβάσεων μπορεί να γίνει για να μειωθεί η επικράτηση της ασθένειας, όπως αρχικά η επίτευξη μιας επιβράδυνσης της εμφάνισης συμπτωμάτων και εν τέλει η κάτι που μπορεί να γίνει μέσω συντονισμένης, συλλογικής προσπάθειας εντός μιας δεκαετίας, αναφέρεται.

Για να γίνει πραγματικότητα αυτό το όραμα, πρέπει, συμπληρώνεται, να υπερπηδηθούν μέσα στην επόμενη δεκαετία διάφορα επιστημονικά, διοικητικά, κανονιστικά, οικονομικά προβλήματα και προβλήματα υποδομής.

Η έκθεση θέτει προς εξέταση και έγκριση από τα κράτη μέλη του ΟΟΣΑ συγκεκριμένο οδικό χάρτη δράσης, που παραθέτει τα κύρια σημεία για την προετοιμασία ενός πολυεθνικού σχεδίου για να αντιμετωπιστεί αυτή η παγκόσμια πρόκληση.

Συγκεκριμένα, προτείνεται, μεταξύ άλλων, η εναρμόνιση της ανάπτυξης διεθνώς πόρων και δυνατοτήτων σε Έρευνα και Ανάπτυξη, η διευκόλυνση της διαδικασίας για την μεταφορά τεχνολογίας όσον αφορά την έγκαιρη ανακάλυψη συμπτωμάτων της ασθένειας, την σύσταση πλαισίου για κοινά έργα μεταξύ δημόσιου και ιδιωτικού τομέα και τη δημιουργία νέων μοντέλων διακυβέρνησης και της χρηματοδότησης πολυεθνικών συνεργασιών έρευνας και ανάπτυξης.